Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων. Εκείνοι που όταν έχουν ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας θα σου το πουν χωρίς περιστροφές και μου-σου-του, και οι άλλοι που προτιμούν να το κρατήσουν επτασφράγιστο μυστικό. Εντάξει, υπάρχει και το τρίτο είδος, που επιλέγει μια μέση κατάσταση, ούτε full disclosure, που λένε στο χωριό μου, ούτε κρυψίνοια. Το εκμυστηρεύονται στους λίγους που οι ίδιοι θεωρούν ότι έχουν το σθένος και την ωριμότητα να το αντέξουν.
Τα μισόλογα του Παλατιού που έκαναν τις φήμες για τη «μυστηριώδη επέμβαση» της Κέιτ Μίντλετον να οργιάζουν και τις βρετανικές ταμπλόιντ να έχουν αμολήσει σε διαδρόμους νοσοκομείων τα λαγωνικά τους έφερε ξανά στην επιφάνεια το ακανθώδες δίλημμα. Το λέω ή δεν το λέω; Για πρώτη φορά το Μπάκιγχαμ δείχνει να παίρνει αποστάσεις από τη μυστικοπαθή, «no comment» βασιλεία της Ελισάβετ, αλλά δεν το πάει μέχρι τέλους.
Και ως γνωστόν, τα μου-σου-του ποτέ δεν βοηθούν: ο όχλος άρπαξε τους αναμμένους πυρσούς, το μαύρο gossip άρχισε να φουντώνει, «τι σημαίνει δηλαδή επέμβαση στην κοιλιακή χώρα;», «κρίμα, νέα γυναίκα, μόλις 42 ετών, τι να έπαθε;», «μπας και είναι στα τελευταία της και δεν μας το λένε;»
Selfie πάνω στο χειρουργικό κρεβάτι
Πολλά δημόσια πρόσωπα επιλέγουν να πουν την αλήθεια για την κατάσταση της υγείας τους –ο 75χρονος προπονητής Σβεν Γκόραν Ερικσον μόλις αποκάλυψε ότι του απομένει το πολύ ένας χρόνος ζωής–, τις πιο πολλές φορές είτε επειδή τους επιβάλλεται είτε επειδή αργά ή γρήγορα κάποιο δημοσιογραφικό νυστέρι θα φτάσει αργά ή γρήγορα μέχρι το κόκαλο.
Δείτε σε τι μπελάδες μπήκε πρόσφατα ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Λόιντ Οστιν, ο οποίος, παραβιάζοντας κατάφωρα το πρωτόκολλο, και με τη Γάζα και την Ουκρανία να βράζουν, όχι απλά επέλεξε να σιωπήσει εκκωφαντικά για το χειρουργείο καρκίνου του προστάτη στο οποίο υποβλήθηκε προ ημερών, αλλά… εξαφανίστηκε! Ο ίδιος ο Μπάιντεν δεν είχε για τρεις ολόκληρες μέρες ιδέα. Μέχρι και ηχητικό ντοκουμέντο κυκλοφόρησε, με τον εντεταλμένο βοηθό του Οστιν να ζητά, για τη μεταφορά του υπουργού στο νοσοκομείο, το ασθενοφόρο να έρθει «με κλειστά τα φώτα και τις σειρήνες».
Για τους απλούς θνητούς, όπου δεν υπάρχουν πρωτόκολλα και σοβαρά διακυβεύματα, το δίλημμα μπορεί να γίνει πιο βασανιστικό. Κάποιοι μιλούν για να μπορέσουν να ξορκίσουν αυτό που τους συμβαίνει. «Δεν είναι ελάττωμα ή αδίκημα η ασθένεια. Δεν είχα κάνει κάτι για το οποίο έπρεπε να ντρέπομαι. Ετσι, ανακλαστικά σχεδόν, θέλησα αμέσως να μιλήσω για την περιπέτεια της υγείας μου», μου λέει μια 45χρονη γυναίκα που νόσησε με καρκίνο του μαστού.
«Δεν πήγα, φυσικά, να το πω στην ΕΒΓΑ της γειτονιάς μου, αλλά το επικοινώνησα αμέσως στους φίλους και στη δουλειά μου. Παλιά υπήρχε αυτό το “Γιατί να είμαι τόσο κακότυχη;” ή “Γιατί σ’ εμένα;” Πλέον είναι κάτι τόσο συχνό, που παύεις να νιώθεις μοναδικός και καταραμένος, είσαι και εσύ ένας αριθμός… Είναι σημαντικό πλέον να μιλάμε για αυτές τις αρρώστιες που μέχρι πρότινος δεν είχαν όνομα. Δέχτηκα αμέριστη συμπαράσταση από όλους. Και ακόμα και αν διέβλεπα ότι κάποιος δυσκολεύεται να το διαχειριστεί, δεν με επηρέαζε στο να θέλω να το επικοινωνήσω. Ισα-ίσα, είχα μια τάση να θέλω να το εξηγήσω, να πω στον άλλον: “Μη φρικάρεις, είμαι ΟΚ”».
Τι γίνεται όμως με την υπερέκθεση και το oversharing; Πώς αντιδράς π.χ. όταν ο διπλανός στο ΚΤΕΛ, αμέσως μετά το «Πηγαίνω να βρω τον γιό μου στη Θεσσαλονίκη», σου εκθέτει εν ανατριχιαστική λεπτομερεία το ιατρικό ιστορικό του; Πώς συμπεριφέρεσαι όταν μια γνωστή σου στην πλαζ θέλει ντε καλά να σου δείξει τις ουλές κάτω από το μαγιό;
«Το πώς και σε ποιον έχει μεγάλη σημασία», μου λέει ένας 35χρονος άνδρας που νόσησε με καρκίνο του πνεύμονα. «Είναι αδιακρισία να πηγαίνεις να φορτώνεις σε όποιον συναντάς το ότι είσαι άρρωστος. Ποιος σου είπε ότι ο άλλος έχει όρεξη να ακούσει το πρόβλημά σου ή ότι αυτό που του λες δεν τον φορτίζει, δεν του ξυπνά δικά του θέματα; Εγώ επέλεξα να το πω σε κάποιους δικούς μου ανθρώπους. Με ενοχλεί σήμερα αυτό το μπαστάρδεμα δημόσιου και ιδιωτικού».
«Δεν αντέχω τους ασθενείς attention-whores», συνεχίζει ο ίδιος, «αυτούς που βγαίνουν στην τηλεόραση για να πουν το δράμα τους, όχι για να αφυπνίσουν ούτε για να βοηθήσουν άλλους με το ίδιο πρόβλημα, αλλά μόνο και μόνο επειδή μέσα από αυτό υπάρχουν. Εκμεταλλεύονται ένα πρόβλημα υγείας για να γίνουν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος».
Και αν δεν το μάθει κανείς;
Σε πρόσφατα άρθρο τους, οι New York Times ρωτούν ειδικούς για εκείνους τους άλλους που επιμένουν να αποκρύπτουν την ασθένειά τους. Η διατήρηση της ιδιωτικότητας, αποφαίνονται οι ειδικοί, είναι μια άμυνα, ένας τρόπος να αποτινάξεις το «στίγμα» ή τον οίκτο. Σίγουρα, όμως, το να περνάς κάτι σοβαρό χωρίς να το γνωρίζει το στενό σου περιβάλλον (κάποιοι π.χ. δεν το λένε ούτε στους προχωρημένης ηλικίας γονείς τους) εμπεριέχει τόνους μοναξιάς.
«Δεν το είπα σε κανέναν παρά μόνο στον σύζυγό μου και σε ελάχιστους φίλους», μου λέει μια 50χρονη γυναίκα που νόσησε με λέμφωμα (καθότι συγκαταλέγομαι σε αυτούς τους ελάχιστους φίλους). «Δεν θεωρώ ότι έχει νόημα να το εκθέσω σε ανθρώπους που δεν νοιάζονται πραγματικά για μένα. Βασικά, αυτό που με τρομάζει είναι η βλακεία. Τα χαζά σχόλια που μπορεί να ακούσεις ή τα “Eγώ έχω ζήσει κάτι πολύ χειρότερο”. Υπάρχει βέβαια και η αμηχανία πολλών που, ωστόσο, όταν εσύ είσαι τόσο ευάλωτος, μπορεί να πονέσει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι το ανέφερα σε ένα συγγενικό μου πρόσωπο και όχι μόνο δεν μου στάθηκε, αλλά έκανε σαν μην είχε ποτέ συμβεί».
Τόσο όσο
Προσωπικώς, βρίσκω ενδιαφέρουσα τη συμβουλή που δίνει στο προαναφερθέν άρθρο των New York Times ο Στίβεν Μέγιερς, καθηγητής Ψυχολογίας και πρόεδρος του Πανεπιστημίου Ρούζβελτ στο Σικάγο. Συμβουλεύει να ρωτήσεις τον εαυτό σου τι μέρος του λόγου είναι εκείνος στον οποίο επιθυμείς να ανοιχτείς: «Πρόκειται για “ενδιαφερόμενο μέρος” όσον αφορά τη ζωή σου και την ευημερία σου, ή για “θεατή”; Οι “θεατές” δεν έχουν και τόσο μεγάλο δικαίωμα να γνωρίζουν, ενώ για τα “ενδιαφερόμενα μέρη” θα έχει κόστος, κάτι που πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν».
Σύμφωνα με το άρθρο των New York Times, oι διαφορετικές γενιές εμφανίζουν τεράστιες διαφορές στο πώς διαχειρίζονται την ανακοίνωση ενός προσωπικού ιατρικού ζητήματος. Δεν προκαλεί και τόση εντύπωση. Στην εποχή που ο Τζάστιν Μπίμπερ σου χαμογελάει στο Instagram με το μισό του χαμόγελο (εξαιτίας του συνδρόμου Ramsay Hunt, για το οποίο έχει ανακοινώσει και στα 293 εκατομμύρια των followers του ότι πάσχει), είναι λογικό να νιώθεις πολύ πιο ελεύθερος να μιλήσεις και εσύ για τη δική σου διάγνωση.
Η αλήθεια είναι ότι έχει περάσει πολύς καιρός από τη ζοφερή μυστικοπάθεια του παρελθόντος, «όταν πήγαινες σε πόλη της επαρχίας, στην κηδεία ενός εικοσάχρονου κοριτσιού που είχε πεθάνει από φυματίωση και, από σεβασμό στην οικογένεια, έκανες ότι δεν ξέρεις, ενώ το ήξεραν και οι πέτρες», όπως μου εξομολογείται μια 85χρονη γυναίκα. Η υγεία έχει βγει από την ντουλάπα, απλοί θνητοί και celebrities βάζουν αισίως στο τραπέζι την τρωτότητά τους. Φτάνει το «πάσχω» να μη γίνει πασατέμπος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News