Οτι η συμβίωση των δύο ανδρών δεν θα ήταν εύκολη είχε ήδη προβλεφθεί ευρέως πριν από τις εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου, που επανέφεραν τον Ντόναλντ Τουσκ στην πρωθυπουργία της Πολωνίας. Πλέον, όμως, ένας ολοένα εντεινόμενος αγώνας για την εξουσία μεταξύ των ανώτατων ηγετών της χώρας απειλεί να θέσει τους κρατικούς θεσμούς σε μια επικίνδυνη αντιπαράθεση.
Κατά τη διάρκεια της πολυαναμενόμενης συνάντησής τους την περασμένη Δευτέρα, ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα και ο πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ απέτυχαν να εκτονώσουν την ένταση, με τον πρώτο να περιγράφει τις μεταρρυθμίσεις της νέας κυβέρνησης ως απόπειρες «παραβίασης του νόμου» και τον δεύτερο να κατηγορεί τον πρόεδρό του για «καταστροφή του κράτους δικαίου» υπό την προηγούμενη δεξιά κυβέρνηση, του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), στο οποίο ανήκει και ο πρόεδρος.
Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Τουσκ είχε καταγγείλει τις «προφανείς τακτικές υπονόμευσης» που εφαρμόζει η αντιπολίτευση του PiS, επιδιώκοντας να συνεχίσει να ελέγχει μέρος του κρατικού μηχανισμού. «Για να το θέσω ωμά, έχουμε να κάνουμε με μια προσπάθεια οικοδόμησης μιας παράλληλης εξουσίας, με τη συμμετοχή των πιο σημαντικών κρατικών θεσμών» είπε σε συνέντευξη Τύπου την προηγούμενη εβδομάδα.
Οι αμοιβαίες επικρίσεις δημιουργούν «μια επικίνδυνη κατάσταση», αναγκάζοντας τον Τουσκ να αντιμετωπίζει τη μία κρίση μετά την άλλη, και αυτό όντως θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία ενός «κράτους εν κράτει», υποστήριξε ο πολωνός επενδυτής και αρθρογράφος Πάβελ Κόνσαλ μιλώντας στους Financial Times. «Πρόκειται για κάτι άνευ προηγουμένου και φαίνεται πως η νέα κυβέρνηση δεν το είχε προβλέψει» σημείωσε.
Η πιο πρόσφατη πηγή διαφωνίας μεταξύ των δύο πολιτικών είναι η μοίρα του γενικού εισαγγελέα της χώρας: τον διόρισε η προηγούμενη κυβέρνηση του PiS, η κυβέρνηση Τουσκ τον έπαυσε από τα καθήκοντά του την περασμένη Παρασκευή, αλλά ο Ντούντα επιθυμεί και επιδιώκει να επιστρέψει στη θέση του. Επιπλέον, ο πρόεδρος υποστηρίζει το πρώην κυβερνών κόμμα στην προάσπιση δύο πρώην επιφανών βουλευτών του που καταδικάστηκαν για κατάχρηση εξουσίας.
Σε συνέντευξη Τύπου τη Δευτέρα, ο Τουσκ κατηγόρησε τον Ντούντα ότι «εμπλεκόταν στην καταστροφή του κράτους δικαίου και της έννομης τάξης στην Πολωνία από το 2015». Ομως ο πολωνός πρωθυπουργός αναγνώρισε ότι ο Ντούντα έχει δικαίωμα αρνησικυρίας και θα μπορούσε να τον εξαναγκάσει να χωλαίνει ως πρωθυπουργός, τουλάχιστον μέχρι τις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους. «Είναι προς το κοινό μας συμφέρον οι τελευταίοι 12 μήνες της θητείας του να κυλήσουν σε καλό κλίμα» είπε ο Τουσκ.
Δεσμεύθηκε επίσης ότι θα συνεχιστεί η απομάκρυνση ατόμων που διορίστηκαν από το PiS και ότι θα εφαρμοστεί μια μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης, η οποία απαιτείται προκειμένου οι Βρυξέλλες να ξεπαγώσουν κοινοτικά κεφάλαια που προορίζονται για τη Βαρσοβία. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα των Financial Times, «από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, πριν από έναν μήνα, ο Τουσκ δυσκολεύεται να τηρήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις του, με τον Ντούντα να δείχνει εξαρχής μεγάλη όρεξη για πρόκληση αναστάτωσης».
Αρχικά, ο πολωνός πρόεδρος καθυστέρησε τον διορισμό του Τουσκ στην πρωθυπουργία, στη συνέχεια άσκησε βέτο στο νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό του και την περασμένη εβδομάδα μετέτρεψε τη διαμάχη για τους δύο καταδικασθέντες βουλευτές του PiS σε συνταγματική κρίση.
Την περασμένη Δευτέρα, ο Ντούντα επανέλαβε τις εκκλήσεις για απελευθέρωση των δύο «πολιτικών κρατουμένων», όπως τους αποκαλεί το πρώην κυβερνών κόμμα, μετά τη σύλληψή τους στο προεδρικό μέγαρο, όπου είχαν μεταβεί αναζητώντας καταφύγιο. Αντιδρώντας, η κυβέρνηση Τουσκ είπε ότι θα σεβαστεί τα σχέδια του Ντούντα να απονείμει χάρη στους δύο βουλευτές, αλλά απέκλεισε το ενδεχόμενο να επισπεύσει την απελευθέρωσή τους.
Μιλώντας στους Finacial Times, η Αννα Βόιτσιουκ, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, είπε ότι έτρεφε «μια μικρή ελπίδα ότι ο Ντούντα θα διαδραμάτιζε περισσότερο ρόλο διαιτητή» μεταξύ του συνασπισμού του Τουσκ και της αντιπολίτευσης, αλλά οι πρόσφατες παρεμβάσεις του κατέδειξαν ότι προτεραιότητά του είναι «να υπερασπιστεί τη δική του κληρονομιά, ως ένας από τους πατέρες των νομικών αλλαγών που έγιναν από το PiS».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Ντόναλντ Τουσκ επέλεξε να μη θίξει ζητήματα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εντάσεις εντός του εξαρχής δυσκίνητου συνασπισμού του ή να καταστήσουν εκ νέου ελκυστικά τα υπερεθνικιστικά μηνύματα του PiS. Προς το παρόν διατηρεί τον προστατευτισμό της προηγούμενης κυβέρνησης, κινδυνεύοντας όμως έτσι να αθετήσει τη δική του υπόσχεση περί επιστροφής της Πολωνίας στον πυρήνα των ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Πρόσφατα είπε, για παράδειγμα, ότι η Πολωνία «δεν θα δεχόταν ποτέ» παράνομους μετανάστες στο πλαίσιο μιας συμφωνίας της ΕΕ για την κατανομή των ευθυνών στη φιλοξενία αιτούντων άσυλο που συνάφθηκε πέρυσι (αν και η Πολωνία, όπως και η Ουγγαρία, την καταψήφισαν).
Οσον αφορά την Ουκρανία, έχει δεσμευθεί να στηρίξει το Κίεβο έναντι της Ρωσίας, αλλά όχι σε βάρος των πολωνών αγροτών και οδηγών φορτηγών, οι οποίοι έχουν αποκλείσει τα ουκρανικά σύνορα από τον Νοέμβριο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για φθηνότερες εισαγωγές και υπηρεσίες από τη γειτονική χώρα.
Η στάση του Τουσκ καθορίζεται επίσης από τις ανησυχίες του για την κινητοποίηση των ψηφοφόρων του PiS ενόψει των δημοτικών εκλογών, τον ερχόμενο Απρίλιο, και των εκλογών για την ανανέωση του Ευρωκοινοβουλίου τον Ιούνιο. Την περασμένη εβδομάδα δεκάδες χιλιάδες Πολωνοί αψήφησαν το ψύχος στη Βαρσοβία για να ακούσουν τον ηγέτη του PiS Γιάροσλαβ Κατσίνσκι να καταγγέλλει την υποτιθέμενη παραβίαση του Συντάγματος από τον Τουσκ.
Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στην εφημερίδα Rzeczpospolita, το 47% των ερωτηθέντων δήλωσε πως αναμένει βελτίωση της δημοκρατίας στην Πολωνία υπό τον Τουσκ, ενώ το 28% θεωρεί ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί.
Η Αννα Βόιτσιουκ ανέφερε σχετικά πως η μετεκλογική διαμάχη για την εξουσία μπορεί να αποτελεί «έκπληξη για μέρος του κοινού, αλλά όχι για εκείνους που κατάλαβαν ότι το PiS είχε στήσει ένα σύστημα εκλογικού αυταρχισμού που δεν επρόκειτο να εγκαταλείψει εύκολα». Σύμφωνα με την πολωνή ακαδημαϊκό, είναι πιθανό ο Τουσκ να αντιμετωπίζει «ισχυρή αντίσταση σε κάθε βήμα που κάνει, αλλά αυτό που βλέπουμε στις δημοσκοπήσεις είναι ότι ο συνασπισμός του δεν χάνει τη λαϊκή υποστήριξή του – και αυτό είναι θεμελιώδες» υπογράμμισε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News