Η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με διλήμματα αντίστοιχα εκείνων της δεκαετίας του 1930. Καθώς το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD) καλπάζει στις δημοσκοπήσεις –μαζί με τον ριζοσπαστισμό του– ολοένα και περισσότεροι πολιτικοί των παραδοσιακών κομμάτων της χώρας αναρωτιούνται μήπως ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης της ανόδου του είναι η απαγόρευσή του.
Η συζήτηση ξεκίνησε σοβαρά όταν η Σάσκια Εσκεν, συν-αρχηγός του κυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), τάχθηκε μέσα στον Ιανουάριο υπέρ της συζήτησης μιας πιθανής απαγόρευσης καθόδου του AfD στις εκλογές – έστω και μόνο, όπως το έθεσε, για να «ταράξει τους ψηφοφόρους» του από τον εφησυχασμό τους.
Εκτοτε, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Politico από το Βερολίνο, εκπρόσωποι ολόκληρου του πολιτικού φάσματος εξετάζουν εάν μια νομική προσπάθεια για την απαγόρευση του AfD, ενώ είναι δυνατή βάσει της γερμανικής νομοθεσίας, θα ήταν έξυπνη ως τακτική – ή θα τροφοδοτούσε περαιτέρω την άνοδο του κόμματος.
Στη συζήτηση δεν θα μπορούσε να μην παρεισφρήσει το ναζιστικό παρελθόν της χώρας. Σε μια κοινωνία που έχει επίγνωση ότι ο Αδόλφος Χίτλερ αρχικά κέρδισε δύναμη στις κάλπες, με τους Ναζί να εξασφαλίζουν πολλές ψήφους στις ομοσπονδιακές εκλογές πριν καταλάβουν την εξουσία, ένας αυξανόμενος αριθμός πολιτικών ηγετών, ιδιαίτερα της Αριστεράς, βλέπουν την απαγόρευση του AfD ως επιταγή που έχει τις ρίζες της στην ιστορική εμπειρία.
Αλλοι φοβούνται ότι μια τέτοια απόπειρα θα έφερνε το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύοντας το επιχείρημα του ακροδεξιού κόμματος ότι οι αντίπαλοί του υπονομεύουν τη δημοκρατική βούληση του γερμανικού λαού, στην απεγνωσμένη προσπάθειά τους να απαγορεύσουν την κάθοδο ενός κόμματος που δεν μπορούν να κερδίσουν στις κάλπες. Πράγματι, το AfD φαίνεται να προσπαθεί ήδη να στρέψει τη συζήτηση προς αυτό το τακτικό πλεονέκτημά του.
«Οι εκκλήσεις για απαγόρευση του AfD είναι εντελώς παράλογες και εκθέτουν την αντιδημοκρατική στάση όσων έχουν αυτά τα αιτήματα» δήλωσε η Αλις Βάιντελ, συν-αρχηγός του κόμματος, σε γραπτή της δήλωση στο Politico. «Οι επανειλημμένες εκκλήσεις για απαγόρευση δείχνουν ότι τα άλλα κόμματα έχουν προ πολλού ξεμείνει από ουσιαστικά επιχειρήματα κατά των πολιτικών μας προτάσεων».
Η συζήτηση αποκτά ακόμα πιο επείγουσα ανάγκη σε ένα έτος κλειδί, κατά το οποίο το AfD αναμένεται να τα πάει καλύτερα από ποτέ στις ευρωεκλογές του προσεχούς Ιουνίου, καθώς και σε τρεις πολιτειακές εκλογές στην ανατολική Γερμανία τον επόμενο Σεπτέμβριο. Το κόμμα βρίσκεται στη δεύτερη θέση των εθνικών δημοσκοπήσεων με ποσοστό 23%, ενώ προηγείται σε όλα τα κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, εκτός του Βερολίνου.
Οι εκκλήσεις για απαγόρευση του κόμματος έγιναν πιο έντονες αυτή την εβδομάδα, μετά τις αποκαλύψεις ότι μέλη του AfD συμμετείχαν σε μια μυστική συνάντηση ακροδεξιών εξτρεμιστών, όπου συζητήθηκε ένα «γενικό σχέδιο» για απελάσεις εκατομμυρίων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων μεταναστών και «μη αφομοιωμένων πολιτών».
Η είδηση προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη τη χώρα, με πολλούς να κάνουν παραλληλισμούς με τα αντίστοιχα σχέδια που έκαναν οι Ναζί. Ενα από τα άτομα που φέρεται να παρευρέθηκαν στη συνάντηση ήταν ο Ρόλαντ Χάρτβιγκ, πρώην βουλευτής και σήμερα στενός προσωπικός βοηθός της Βάιντελ, της συν-αρχηγού του κόμματος.
Σε ανάρτησή του στο X (πρώην Twitter), ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς έγραψε ότι η συνάντηση είναι θέμα της γερμανικής Δικαιοσύνης. «Το να μαθαίνεις από την Ιστορία δεν είναι απλώς μια επιφανειακή συζήτηση» συμπλήρωσε. «Οι δημοκράτες πρέπει να παραμείνουν ενωμένοι».
Πολλοί από τους πιο ακραίους ηγέτες του AfD δραστηριοποιούνται στην ανατολική Γερμανία, όπου το κόμμα προηγείται στις δημοσκοπήσεις. Σε δύο από τα τρία κρατίδια όπου το AfD θα κατεβεί στις τοπικές εκλογές του επόμενου έτους –Θουριγγία και Σαξονία– οι κρατικές μυστικές υπηρεσίες έχουν χαρακτηρίσει τα τοπικά κομματικά παραρτήματα «απολύτως εξτρεμιστικά», χαρακτηρισμός που ενισχύει τα νομικά επιχειρήματα υπέρ της απαγόρευσης.
Το γερμανικό Σύνταγμα επιτρέπει την απαγόρευση των κομμάτων που «επιδιώκουν να υπονομεύσουν ή να καταργήσουν την ελεύθερη δημοκρατική βασική τάξη» – επιτρέποντας επί της ουσίας στο ομοσπονδιακό κράτος να χρησιμοποιεί αντιδημοκρατικά μέσα για να εμποδίσει ένα αυταρχικό κόμμα να διαβρώσει τη δημοκρατία εκ των έσω.
Στην πραγματικότητα, τα νομικά εμπόδια για την επιβολή μιας τέτοιας απαγόρευσης είναι πολύ υψηλά. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας το έχει πράξει μόνο δύο φορές – το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ, κληρονόμος του ναζιστικού κόμματος, απαγορεύτηκε το 1952, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας απαγορεύτηκε το 1956.
Πιο πρόσφατα, το 2017, το δικαστήριο έκρινε ότι ένα νεοναζιστικό κόμμα γνωστό ως Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα (NPD), ενώ πληρούσε τα ιδεολογικά κριτήρια για την απαγόρευση, ήταν πολύ περιθωριακό ώστε να απαγορευθεί η κάθοδος του, καθώς δεν διέθετε λαϊκή υποστήριξη, άρα ούτε και αρκετή δύναμη για να θέσει σε κίνδυνο τη Γερμανική Δημοκρατία.
Δεδομένων των δημοσκοπικών αλμάτων του AfD, ωστόσο, μια προσπάθεια απαγόρευσής του θα έθετε ένα εντελώς διαφορετικό δίλημμα: Πώς θα χειρίζονταν οι πολιτικοί την αντίδραση των μαζικών υποστηρικτών του;
Η μεταπολεμική Γερμανική Δημοκρατία μάλλον δεν έχει αντιμετωπίσει μεγαλύτερη δοκιμασία και οι πολιτικοί –όπως και οι ψηφοφόροι– παραμένουν διχασμένοι σχετικά με τις μεθόδους αντίδρασης απέναντι στον κίνδυνο. Οι κεντροδεξιοί συντηρητικοί, που προηγούνται στις εθνικές δημοσκοπήσεις, τείνουν να στραφούν αρνητικά απέναντι σε πιθανή απόπειρα απαγόρευσης.
«Τέτοιες απατηλές συζητήσεις ρίχνουν νερό στον μύλο του AfD» λέει στην εφημερίδα Münchner Merkur ο Φρίντριχ Μερτς, ηγέτης της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης. Οσο για την πρόταση της Εσκεν, ο Μερτς αναφέρει: «Πιστεύει σοβαρά η πρόεδρος του SPD ότι μπορούμε απλώς να απαγορεύσουμε ένα κόμμα που φτάνει το 30% στις δημοσκοπήσεις; Αυτή είναι μια τρομακτική καταστολή της πραγματικότητας».
Για τους σοσιαλιστές του SPD το διακύβευμα όσον αφορά την πολιτική τους επιβίωση είναι ακόμα μεγαλύτερο. Το κυβερνών κόμμα γνωρίζει απότομη πτώση της δημοτικότητάς του, και σε δύο κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας βρίσκεται επικίνδυνα κοντά σε πτώση κάτω από το όριο του 5% που απαιτείται για να κερδίσει έδρες στα τοπικά κοινοβούλια.
Ακόμη και μέσα στο SPD –ένα κόμμα του οποίου η ιστορία αντίστασης στους Ναζί αποτελεί πηγή μεγάλης εσωτερικής υπερηφάνειας– υπάρχει έντονη διαφωνία σχετικά με το αν η απαγόρευση είναι καλή ιδέα.
«Αν απαγορεύσουμε ένα κόμμα που δεν μας αρέσει αλλά εξακολουθεί να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, αυτό θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη αλληλεγγύη των υποστηρικτών του» σημειώνει ο Κάρστεν Σνάιντερ, ένας σοσιαλδημοκράτης που υπηρετεί ως ομοσπονδιακός επίτροπος για την ανατολική Γερμανία, στην εφημερίδα Süddeutsche Zeitung. «Ακόμη όμως και από ανθρώπους που δεν είναι υποστηρικτές ή ψηφοφόροι του AfD, η παράπλευρη ζημιά θα ήταν πολύ υψηλή».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News