Τον κυβερνητικό οδικό χάρτη για το 2024 ξεδίπλωσε, με κάθε λεπτομέρεια, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος, ο οποίος ήταν, άλλωστε, εκείνος ο οποίος εισηγήθηκε το θέμα στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο για τη χρονιά που φεύγει.
Υπό το γενικό πρίσμα, ότι στην 2η τετραετία της κυβέρνησης, «είμαστε αποφασισμένοι» να υλοποιήσουμε όλες τις τολμηρές, αλλά αυτονόητες –όπως σημειώνει– αλλαγές, που απέφυγαν να υλοποιήσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για την παρακολούθηση των κυβερνητικών πολιτικών, προϊδεάζει για τα μεγάλα θέματα που θα ανοίξει η κυβέρνηση το νέο έτος: Αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην Υγεία και τη Δικαιοσύνη, στην αγορά εργασίας, νέα βήματα σε ό,τι αφορά τη ψηφιοποίηση του κράτους, κ.α..
Μεταξύ αλλων, επισημαίνει, ακόμη, πως «το νέο έτος ξεκινάει με μόνιμες αυξήσεις στα εισοδήματα, που αποτελούν και την πιο αποτελεσματική απάντηση στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό».
Ξακαθαρίζει, εξάλλου, πως η νομοθέτηση του γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια «αποτελεί δέσμευση του Πρωθυπουργού, και προεκλογικά και μετεκλογικά», στο πλαίσιο εφαρμογής της Στρατηγικής για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, η οποία θα υλοποιηθεί εντός τετραετίας.
«Οταν έλθουν οι ρυθμίσεις αυτές, θα μπορέσουμε να κάνουμε έναν εκτενή δημόσιο διάλογο για να απαντηθούν όλα τα ειδικότερα ερωτήματα γύρω από τη σημαντική αυτή, κοινωνική μεταρρύθμιση, που διευρύνει όντως τα δικαιώματα. Εμείς πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη δεν ερμηνεύεται μόνο με όρους μακροοικονομικούς αλλά και με όρους ισότιμης πρόσβασης όλων των πολιτών σε βασικά θεμελιώδη δικαιώματα», τόνισε ο κ. Σκέρτσος στη σκιά των αντιδράσεων που έχει προκαλέσει η κυβερνητική εξαγγελία, μεταξύ άλλων και από την Εκκλησία της Ελλάδος.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας, Ακη Σκέρτσου, στο ΑΠΕ ΜΠΕ:
Ερ.: Πώς κλείνει η χρονιά, κύριε υπουργέ, για τη χώρα και τους πολίτες της;
Απ.: Η χρονιά κλείνει μέσα σε ένα περιβάλλον διεθνούς αβεβαιότητας και ρευστότητας, ενδεχομένως και μεγάλης ανασφάλειας για το μεγαλύτερο κομμάτι του κόσμου. Με σχετική αισιοδοξία, όμως, για την Ελλάδα και τους πολίτες της. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι η Ελλάδα έχει καταφέρει το 2023 να αναπτύξει την οικονομία της σε τετραπλάσιο μέγεθος από την υπόλοιπη Ευρώπη, 2,4% ανάπτυξη της οικονομίας, έναντι 0,6% στην υπόλοιπη Ευρωζώνη. Χάρη σε αυτή την ανάπτυξη δημιουργήσαμε ένα περιβάλλον αυξήσεων μισθών για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, τους συνταξιούχους, και τους δημοσίους υπαλλήλους -για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια, από 1/1 του νέου έτους. Και ταυτόχρονα δίνουμε μεγάλη μάχη να τιθασεύσουμε και να ελέγξουμε το πληθωριστικό κύμα, που πλήττει όλο τον κόσμο, έχοντας πετύχει να βρισκόμαστε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και αναγνωρίζοντας βεβαίως ότι υπάρχει μεγάλη επιβάρυνση στα νοικοκυριά. Πετύχαμε δηλαδή μην ξεφεύγουν οι τιμές και να κάνουμε σοβαρούς ελέγχους με αποτελέσματα και κυρώσεις σε όποιους δεν τηρούν τους κανόνες που θέτει η πολιτεία.
Όλα αυτά ως προς την καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας και των προσπαθειών που όλοι μαζί, συλλογικά καταβάλλουμε, αναγνωρίζονται πλέον ως επιδόσεις από το εξωτερικό. Οι αλλεπάλληλες αναβαθμίσεις από τους ξένους επενδυτικούς οίκους, η ανάκτηση, δηλαδή, της επενδυτικής βαθμίδας μετά από 14 χρόνια ταλαιπωρίας και απουσίας από την επενδυτική βαθμίδα σημαίνει ότι ανακτούμε την αξιοπιστία μας, ανακτούμε την εμπιστοσύνη των θεσμικών πλέον, επενδυτών. Κι αυτό ανοίγει την πόρτα για ακόμη περισσότερες και καλύτερες επενδύσεις την επόμενη χρονιά, που είναι και ένα βασικό ζητούμενο, να έχουμε περισσότερες θέσεις εργασίας, υψηλότερες αμοιβές, υψηλότερα δημόσια έσοδα και τελικά επιστροφή στην κοινωνία όλου αυτού του πρόσθετου μερίσματος ανάπτυξης που έρχεται.
Ο «Economist» για δεύτερη φορά μέσα στην ίδια εβδομάδα επιβράβευσε τη χώρα μας δηλώνοντας ότι η Ελλάδα είναι η χώρα της χρονιάς για το 2023. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε λύσει όλα τα προβλήματά μας. Σε καμία περίπτωση. Ή, ότι αποτελούμε μια χώρα – πρότυπο. Είμαστε, όμως, μια χώρα που απέδειξε ότι μπορεί να νικήσει το τέρας του λαϊκισμού, να νικήσει τα άκρα με μια κυβέρνηση, η οποία υποστηρίζει τη μετριοπάθεια, τις μεταρρυθμίσεις, τη δίκαιη συμπεριληπτική ανάπτυξη, η οποία επιστρέφει ξανά πίσω στους πολίτες. Αυτό το δρόμο θέλουμε να βαδίσουμε και αυτό το δρόμο υποστηρίζει η μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης, όπως εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο για την επόμενη χρονιά με ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο πολλών δημόσιων επενδύσεων και πολλών μεταρρυθμίσεων που θα κάνουν τη χώρα μας πιο παραγωγική, πιο κοινωνική, πιο δίκαιη, πιο πράσινη και ψηφιακή και, εν τέλει, πιο ισχυρή για όλους.
Ερ.: Μετά την περιγραφή του σημερινού τοπίου, να δούμε τις προκλήσεις για το 2024; Προκλήσεις που εντάσσονται, εικάζω, στο Ενοποιημένο Σχέδιο Κυβερνητικής Πολιτικής, το οποίο παρουσιάσατε στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο της χρονιάς. 221 μικρές και μεγάλες μεταρρυθμίσεις, 279 έργα και επενδύσεις και πάνω από 2.000 δράσεις περιλαμβάνονται στο εν λόγω Σχέδιο. Πέραν της πρόβλεψης για τη σύσταση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, ποιες άλλες μείζονες μεταρρυθμίσεις βρίσκουμε στο Σχέδιο;
Απ.: Να ξεκινήσω λέγοντας το ότι διαθέτουμε αυτόν τον οδικό χάρτη για κάθε έτος, είναι μια σημαντική κατάκτηση που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση και κάθε Υπουργείο έχει στα χέρια της ένα σχέδιο για το πού θέλουμε να πάμε, με ποιους πόρους θα το πετύχουμε, μέσα από ποιες νομοθετικές και άλλες, παρεμβάσεις μπορούμε να φτάσουμε σε αυτούς τους στόχους, είναι η απόδειξη ότι η Ελλάδα δεν κινείται με τον αυτόματο πιλότο, κινείται βάσει σχεδίου. Και νομίζω ότι αυτό σε έναν κόσμο ταραγμένο και αβέβαιο μας δίνει, αν μη τι άλλο, μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας. Ότι έχουμε μια κυβέρνηση που ξέρει πού πάει το καράβι. Οι προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι πολλές, ο στόχος τον οποίον εμείς υπηρετούμε είναι ο στόχος της ευρωπαϊκής σύγκλισης και της περαιτέρω βελτίωσης σε μια σειρά από δείκτες, όπου η Ελλάδα παρουσιάζει διαχρονικές υστερήσεις. Η δική μας πρόθεση είναι να κλείσουμε μέσα στην τρέχουσα τετραετία – ξεκινώντας από την επόμενη χρονιά – μια σειρά από εκκρεμότητες που μας ταλαιπωρούν και μας κάνουν να ξεχωρίζουμε με την αρνητική όμως, έννοια από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Για παράδειγμα, είναι πολύ σημαντική μεταρρύθμιση η απελευθέρωση της ανώτατης εκπαίδευσης από το κρατικό μονοπώλιο. Αυτό σημαίνει ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω το δημόσιο πανεπιστήμιο. Ο πρώτος και βασικός μας στόχος είναι αυτός. Η βελτίωση των παρεχόμενων σπουδών, η εξωστρέφειά του, οι συμπράξεις με ξένα πανεπιστήμια, η μείωση της γραφειοκρατίας της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ώστε να μπορούν οι ακαδημαϊκοί και οι φοιτητές μας να μπορούν να διδάσκουν και να μαθαίνουν σε ένα πιο ελεύθερο, πιο παραγωγικό, πιο δημιουργικό, πιο εξωστρεφές περιβάλλον. Και ταυτόχρονα, η δυνατότητα να έρθουν και παραρτήματα ξένων, ευρωπαϊκών και μη, πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, να παρέχουν ακαδημαϊκό έργο στη χώρα μας. Αυτό είναι μια εκκρεμότητα που κλείνει και που κρατούσε τη χώρα μας σε απόσταση από τον υπόλοιπο κόσμο.
Μια δεύτερη εκκρεμότητα είναι η βελτίωση της Δικαιοσύνης. Εχουν γίνει ήδη ανακοινώσεις από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και τον αρμόδιο υπουργό, σε σχέση με το στόχο της επιτάχυνσης στην απονομή δικαιοσύνης. Είναι ο πιο σημαντικός στόχος μας, να μειωθεί, δηλαδή, η πολυετής ταλαιπωρία των διαδίκων στις αίθουσες των δικαστηρίων. Η Ελλάδα εμφανίζει, έως και τετραπλάσιο χρόνο συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη ως προς την έκδοση μιας δικαστικής απόφασης. Αυτό δεν περιποιεί τιμή σε κανένα μας και πρέπει να βελτιωθεί. Έχουμε το σχέδιο, τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν, αλλά και τις αναγκαίες παρεμβάσεις στους Κώδικες Ποινικής, Πολιτικής και Διοικητικής δικονομίας, ώστε να μειωθούν οι καθυστερήσεις και οι αναβολές. Και, στο τέλος της τετραετίας να μπορούμε να φτάσουμε στο σημείο οι χρόνοι να αγγίζουν τους ευρωπαϊκούς χρόνους. Αυτό είναι σημαντικό γιατί υπηρετεί το στόχο του κράτους δικαίου. Μια δικαιοσύνη, η οποία καθυστερεί, δεν συνάδει με ένα κράτος δικαίου. Μπορεί κάποιος να πει πως όταν καθυστερούν οι δίκες αυτό παραπέμπει ακόμη και σε αρνησιδικία. Αποτελεί ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τη χώρα μας, τους πολίτες αλλά και την οικονομία να έχεις μια αργή δικαιοσύνη διότι δημιουργεί ένα περιβάλλον ανασφάλειας δικαίου για όλους. Όταν έχεις να ανταγωνιστείς με χώρες που έχουν πιο αποτελεσματικά και γρήγορα δικαστικά συστήματα, τότε χάνουμε το στόχο της δίκαιης κοινωνίας αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης.
Αλλος μεταρρυθμιστικός στόχος είναι η περαιτέρω βελτίωση της αγοράς εργασίας ως προς την απασχόληση των νέων, των γυναικών και του πληθυσμού, ο οποίος παρότι ηλικιακά είναι ενεργός, δεν βρίσκεται σε εργασία. Για να μπορέσει να υποστηριχθεί ο στόχος της δυναμικής ανάπτυξης – για το 2024 η ανάπτυξη της οικονομίας εκτιμάται στο 3% – πρέπει να υπάρχουν εργατικά χέρια, εργαζόμενοι με δεξιότητες -και αυτό θα έρθει πρωτίστως μέσα από την κινητοποίηση του πληθυσμού των Ελλήνων και των Ελληνίδων που δεν εργάζονται. Για αυτό εφαρμόζονται πολλές ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης και το Υπουργείο Εργασίας. Μέσα από κίνητρα που δίνουμε στους εργαζομένους και τους ανέργους να εργαστούν με καλύτερες αμοιβές. Να αντιμετωπίσουμε την αδήλωτη εργασία μέσα από την ψηφιακή κάρτα εργασίας. Να υπάρχει ένα περιβάλλον ασφάλειας και καλύτερου ελέγχου στην οικονομία και την αγορά εργασίας ώστε όλοι να λειτουργούν με κανόνες νομιμότητας.
Αλλος μεταρρυθμιστικός στόχος ως προς την ψηφιοποίηση της οικονομίας είναι η περαιτέρω απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών όπως και η παροχή και άλλων ψηφιακών υπηρεσιών. Θυμίζω ότι έχουμε πλέον περισσότερες από 1.600 ψηφιακές υπηρεσίες, που προσφέρονται στους πολίτες. Αυτό θα επεκταθεί και άλλο στις μεταβιβάσεις των ακινήτων, μια πολύ σημαντική υπόθεση που αφορά πολύ μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας μέσα από την ψηφιοποίηση του Κτηματολογίου, την ολοκλήρωση της κτηματογράφησης το 2024 και το 2025, τη δυνατότητα να γίνονται ψηφιακές μεταβιβάσεις ακινήτων αλλά και οχημάτων. Είναι μια σειρά από εφαρμογές που αγγίζουν την καθημερινότητα των πολιτών, την βελτιώνουν και την απλοποιούν.
Αντίστοιχα ως προς την πράσινη οικονομία και την πράσινη μετάβαση, πολύ βασικός μεταρρυθμιστικός στόχος είναι η διαχείριση των απορριμμάτων. Η δημιουργία περισσότερων χώρων ολοκληρωμένης διαχείρισης απορριμμάτων σε όλη τη χώρα. Να σταματήσει αυτή η ντροπή των χωματερών και των προστίμων που καλείται να πληρώνει κάθε χρόνο η χώρα. Το 2019 παραλάβαμε 8 συνολικά χώρους ολοκληρωμένης διαχείρισης απορριμμάτων, 3 σε λειτουργία και 5 σε κατασκευή. Αυτή τη στιγμή έχουμε 27, 11 σε λειτουργία και 16 σε κατασκευή. Ο στόχος είναι να πάμε κοντά στους 40, για να μπορέσουμε να καλύψουμε τις ανάγκες όλης της χώρας. Και ταυτόχρονα να ασχοληθούμε πιο επισταμένα με τη διαχείριση της ανακύκλωσης, όπου η χώρα μας υπολείπεται σημαντικά από την υπόλοιπη Ευρώπη. Έχουμε κάτω του 50% σε σχέση με τους εταίρους μας. Θα εφαρμοσθούν πολιτικές, που θα προάγουν και θα ενθαρρύνουν τους πολίτες να χρησιμοποιήσουν τη μέθοδο αυτή.
Ερ.: Να εστιάσουμε στις αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση; Ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο έκανε λόγο για «ένα πρώτο, αλλά πολύ θεμελιώδες βήμα στο δρόμο και για την αναθεώρηση του Αρθρου 16 (του Συντάγματος). Τι έπεται μετά το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας;
Απ.: Είναι, όντως, μια μεγάλη αλλαγή, η οποία έχει καθυστερήσει πάρα πολύ. Έχει ήδη χαθεί μια ευκαιρία πριν από 20 σχεδόν, χρόνια, στην προηγούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, όταν δεν υπήρξε η υποστήριξη αντίστοιχης πρότασης από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, για την αναθεώρηση του Αρθρου 16. Τώρα μπορούμε, πριν καν αναθεωρηθεί το Αρθρο 16, να προχωρήσουμε με βάση τη δυναμική ερμηνεία του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού δικαίου και νομολογίας, στη δυνατότητα ξένα πανεπιστήμια να ιδρύσουν μη κρατικά μη κερδοσκοπικά παραρτήματα στην Ελλάδα. Αυτό θα ωφελήσει και τη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα ωφελήσει και τους φοιτητές και τους νέους ανθρώπους που φεύγουν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν. Αντί να πηγαίνουν σε μια τρίτη χώρα, θα μπορούν να το κάνουν αυτό πλέον στην Ελλάδα. Είναι μια σημαντική δυνατότητα, η οποία μπορεί να ανακουφίσει την ελληνική οικογένεια. Φυσικά, τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα λειτουργήσουν με τους ίδιους όρους ποιότητας και ελέγχου από την πολιτεία, με τους οποίους λειτουργούν και τα δημόσια πανεπιστήμια. Μας ενδιαφέρει να έχουμε έναν υψηλού επιπέδου χώρο μη κρατικής μη κερδοσκοπικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θα μπορεί, με όρους εξωστρέφειας, να προσελκύσει φοιτητές και από το εξωτερικό.
Ερ.: Δεν ανησυχείτε για ιδρύματα δύο ταχυτήτων και φοιτητές δύο ταχυτήτων;
Απ.: Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να συμβεί αυτό. Ο στόχος μας είναι να αναβαθμιστεί συνολικά το πεδίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό θα γίνει μέσα από αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας, που θα θέσει η ανεξάρτητη αρχή για την ποιότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Θα υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές και αυστηρός έλεγχος. Και θα μπορέσουμε, έτσι, να δώσουμε τη δυνατότητα σε Έλληνες του εξωτερικού, οι οποίοι σήμερα εκτελούν διδακτικό έργο να επιστρέψουν στη χώρα μας. ‘Αρα, να συμβάλουμε και στο brain gain, που είναι ένα ζητούμενο. Η χώρα να δώσει κίνητρα και ευκαιρίες σε ανθρώπους που την εγκατέλειψαν τα προηγούμενα χρόνια, να επιστρέψουν. Νομίζω ότι μέσα στο 2025 θα μπορέσουμε να δούμε ενδεχομένως και τα πρώτα μη κρατικά πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Ερ.: Στην οικονομία, πολλοί δείκτες και μεγέθη της εμφανίζονται βελτιωμένα. Από την άλλη, διαβάσαμε στον προϋπολογισμό ότι η ανεργία θα παραμείνει σε διψήφιο ποσοστό και του χρόνου, η Τράπεζα της Ελλάδος προσδιορίζει την ανάπτυξη για το 2024 στο 2,5% (από 3% που προέβλεπε το καλοκαίρι), κάποιοι φόροι για την κατανάλωση φερ’ ειπείν, παραμένουν υψηλοί. Πώς προδιαγράφεται οικονομικά το νέο έτος;
Απ.: Το νέο έτος ξεκινάει με μόνιμες αυξήσεις στα εισοδήματα, που αποτελούν και την πιο αποτελεσματική απάντηση στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό. Μαζί με τις έκτακτες και στοχευμένες ενισχύσεις που δίνονται αυτό το μήνα σε ειδικές ομάδες πληθυσμού, που τις έχουν περισσότερο ανάγκη. Οι αυξήσεις για τους δημοσίους υπαλλήλους είναι κοντά στα 1.500 ευρώ ετησίως κατά μέσο όρο. Αυξήσεις θα πάρουν οι συνταξιούχοι, για δεύτερη φορά, περίπου στο 3%, και έρχεται να προστεθεί στο 7,5% της προηγούμενης χρονιάς. Αυξήσεις θα δουν από 1/1/2024 οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που έχουν συμπληρωμένες τριετίες για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια, και την άνοιξη και επί του βασικού μισθού. Να θυμίσω ότι έχουμε πετύχει αύξηση άνω του 20% του κατώτατου μισθού έως σήμερα. Αυτό, ως ποσοστό, είναι υψηλότερο και από την αύξηση του πληθωρισμού συσσωρευμένα από την έναρξη της ενεργειακής – πληθωριστικής κρίσης. Δίνει μια ανάσα στους πολίτες σε σχέση με τις σημαντικές και επώδυνες αυξήσεις στα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Αντίστοιχα υπάρχει αύξηση κοντά στο 15% στο μέσο μισθό ενώ υπάρχει σημαντική ελάφρυνση των εισοδημάτων από τις περισσότερες από 50 μόνιμες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Αυτό δίνει ένα πρόσθετο διαθέσιμο, πραγματικό εισόδημα σε κάθε νοικοκυριό, σε κάθε οικογένεια και κάθε εργαζόμενο.
Από εκεί και πέρα, όντως ζούμε σε ένα αβέβαιο οικονομικά περιβάλλον. Οι αυξήσεις των επιτοκίων που έχουν έλθει από τις κεντρικές τράπεζες διεθνώς, έχουν ως στόχο να πατήσουν φρένο στην ανάπτυξη μειώνοντας την κατανάλωση και έτσι να μπορέσουν να περιορίσουν και τον πληθωρισμό. Αυτό στο ευρωπαϊκό περιβάλλον έχει οδηγήσει πλέον σχεδόν σε μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης κάτι που στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί. Η Ελλάδα έχει καταφέρει να έχει τετραπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης από την υπόλοιπη Ευρώπη φέτος και εκτιμούμε ότι θα είναι σημαντικά υψηλότερος της υπόλοιπης Ευρώπης και το 2024. Οι εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών μιλούν για 3% ρυθμό ανάπτυξης. Φυσικά λαμβάνουμε υπ’ όψιν και τις εκτιμήσεις της Τραπέζης της Ελλάδος, του ΟΟΣΑ και των υπόλοιπων διεθνών οργανισμών. Έχουμε αποδείξει, ωστόσο, ότι πάντα είμαστε συντηρητικοί στις εκτιμήσεις μας και ευτυχώς ως σήμερα η οικονομία μας εκπλήσσει ευχάριστα ως προς τις δικές μας εκτιμήσεις. Πάμε με στοχοπροσήλωση να εφαρμόσουμε αναπτυξιακές πολιτικές που θα απελευθερώσουν ακόμη περισσότερο την οικονομία, θα την κάνουν πιο ελκυστική, με ένα πιο φιλικό επενδυτικό περιβάλλον, ώστε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε ακόμη περισσότερες επενδύσεις, ακόμη καλύτερο και περισσότερο τουρισμό. Αλλά να αναπτύξουμε και άλλους τομείς της οικονομίας, τη βιομηχανία, την εφοδιαστική αλυσίδα, το ψηφιακό εμπόριο, τον κλάδο των ακινήτων. Να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη ανάπτυξη της οικονομίας.
Ερ.: Μιλήσατε νωρίτερα για τις αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις ως το βασικότερο όπλο απέναντι στο πρόβλημα της ακρίβειας. Την ίδια στιγμή, πάντως, διατυπώνονται κάποιοι αστερίσκοι. Είμαι βέβαιος ότι διαβάσατε την ενδιάμεση έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος, που ζητά να παραμείνει περιοριστική η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε «να μην δημιουργείται πλεονάζουσα ζήτηση που θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τις τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις». Εσείς πώς διαβάζετε την ένσταση αυτή, κύριε υπουργέ;
Απ.: Η Ελλάδα ακολουθεί μια δημοσιονομικά υπεύθυνη και σοβαρή πολιτική. Εχουμε ήδη πετύχει στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος άνω του 1% για το 2023, ο στόχος για το 2024 είναι στο 2,1%. Η Ελλάδα συνολικά από την πανδημία και μετά έχει καταφέρει μια από τις μεγαλύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών χωρών με την ταχύτερη μείωση δημοσίου χρέους διεθνώς -παρότι βεβαίως παραμένει σε υψηλά επίπεδα ακόμη. Αυτό είναι ένα σημαντικό επίτευγμα που δείχνει ότι έχουμε μαζέψει τις δαπάνες που ήταν αναγκαίο να γίνουν κατά τη διάρκεια της πανδημίας αλλά και της ενεργειακής κρίσης. Η φορολογική πολιτική που έχουμε υιοθετήσει και εφαρμόσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχει μειώσει κατά σχεδόν 5,5 – 6 δισεκ. ευρώ μόνιμα τη φορολογική επιβάρυνση των νοικοκυριών, των εργαζομένων και των επιχειρήσεων. Τα έσοδα του 2019 ήταν 51,5 δισεκ. ευρώ με τους παλιούς φορολογικούς συντελεστές. Τα έσοδα του 2023 είναι 61,5 δισεκ. ευρώ με τους νέους χαμηλότερους συντελεστές. Δηλαδή, έχοντας μειώσει κατά 6 δισεκ. φόρους και εισφορές, έχουμε αυξήσει τα δημόσια έσοδα κατά 10 δισεκ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική μας αποδίδει. Οι πιο λογικοί φόροι φέρνουν μεγαλύτερη ανάπτυξη, λιγότερες ανισότητες, υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα, περισσότερα έσοδα στα δημόσια ταμεία. Μαζί, φυσικά, με τις πολιτικές για τη φορολογική συμμόρφωση, που αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για την ελληνική οικονομία. Υστερούμε σε αυτούς τους δείκτες, υπάρχει ακόμη στη χώρα μας μεγαλύτερη φοροδιαφυγή σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Με το νόμο πλέον, του Υπουργείου Οικονομικών, 11 μέτρα πολιτικής έχουν ως στόχο τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Με τα χρήματα αυτά θα στηρίξουμε τη δημόσια παιδεία, τη δημόσια υγεία. Ηδη, ο προϋπολογισμός του 2024 περιλαμβάνει σημαντικά ποσά, κοντά στα 750 – 800 εκατ. ευρώ πρόσθετους πόρους για τη στήριξη της υγείας και της παιδείας. Σωρευτικά, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, οι δαπάνες της υγείας έχουν αυξηθεί κατά 50%. Ήταν στα 4 δισεκ. ευρώ το 2019, είναι στα 6 δισεκ. το 2024. Και, κατά 1 δισεκ. ευρώ την παιδεία, ήταν στα 5,5 δισεκ. το 2019 και είναι στα 6,5 εκατ. το 2024. Επαναπενδύουμε το 2024 το μέρισμα ανάπτυξης εκεί που έχει μεγαλύτερη σημασία για την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική αλληλεγγύη. Για να δώσουμε περισσότερες ευκαιρίες κοινωνικής κινητικότητας και ανόδου ειδικά στους πιο ευάλωτους.
Ερ.: Στο Ενοποιημένο Σχέδιο, και στο κεφάλαιο υπό τον τίτλο, «Δίκαιη Ελλάδα», επιδεικνύεται μέριμνα για τη διεύρυνση των δικαιωμάτων και τη μείωση των ανισοτήτων περί τα φύλα. Από την άποψη αυτή, το να προχωρήσει, αργά ή γρήγορα, η κυβέρνησή σας στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών μοιάζει μονόδρομος. Είναι έτσι;
Απ.: Αποτελεί δέσμευση του πρωθυπουργού, και προεκλογικά και μετεκλογικά, ότι θα εφαρμόσουμε τη Στρατηγική για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, η οποία εκπονήθηκε κατά την προηγούμενη θητεία υπό τον κ. Σισιλιάνο. Εχουν ήδη υλοποιηθεί αρκετά βήματα από την πολιτική αυτή. Από εκεί και πέρα ο Πρωθυπουργός έχει δεσμευθεί ότι θα προχωρήσουμε στην ισότητα του γάμου εντός της τετραετίας, στο χρόνο που εκείνος θα κρίνει ότι είναι ο καταλληλότερος. Όταν έλθουν οι ρυθμίσεις αυτές, θα μπορέσουμε να κάνουμε έναν εκτενή δημόσιο διάλογο για να απαντηθούν όλα τα ειδικότερα ερωτήματα γύρω από τη σημαντική αυτή, κοινωνική μεταρρύθμιση, που διευρύνει όντως τα δικαιώματα. Εμείς πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη δεν ερμηνεύεται μόνο με όρους μακροοικονομικούς αλλά και με όρους ισότιμης πρόσβασης όλων των πολιτών σε βασικά θεμελιώδη δικαιώματα. Και αυτό θέλουμε να πετύχουμε.
Ερ.: Να πάμε και στην τέχνη; Το έργο τέχνης της κυρίας Γεωργίας Λαλέ δίχασε έως και το Υπουργικό Συμβούλιο. Εσείς ποια θέση παίρνετε στο ζήτημα αυτό κύριε υπουργέ;
Απ.: Ο σεβασμός στην καλλιτεχνική έκφραση και την ελευθερία της είναι αδιαμφισβήτητος. Σεβόμαστε κάθε μορφή έκφρασης και αν θέλετε προσωπικά θέλω η τέχνη να είναι ακόμη και ασεβής ή να αμφισβητεί την εξουσία καθώς είναι και αυτός ένας από τους ρόλους της. Να μας κάνει να σκεφτόμαστε. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να σεβόμαστε μαζί με την ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης, και τις ευαισθησίες που έχουν πολλοί, θα έλεγα οι περισσότεροι, συμπολίτες μας ως προς τα σύμβολά μας. Το ατόπημα που διορθώθηκε, ήταν ότι δεν έγινε σωστή στάθμιση από τους διοργανωτές της έκθεσης ότι το προξενείο αποτελεί έναν χώρο του σκληρού πυρήνα του κράτους όπου πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τη διαχείριση των συμβόλων μας.
Ερ.: Μήπως, τελικώς, οι διαφωνίες σε όλα αυτά τα θέματα (γάμος ομόφυλων ζευγαριών, μεταναστευτικό, σημαία κ.α.) είναι η άλλη όψη του πολυσυλλεκτικού κόμματος, που είναι πια η Νέα Δημοκρατία;
Απ.: Δεν πρέπει να φοβόμαστε το διάλογο. Τα μεγάλα κόμματα εξουσίας εξ ορισμού εμπεριέχουν μέσα τους πολλές απόψεις και διαφορετικές τάσεις. Ακριβώς αυτή η πολυσυλλεκτικότητα τους είναι που τα καθιστά πυλώνες σταθερότητας τόσο του πολιτεύματος όσο και του πολιτικού συστήματος. Χάριν αυτής της πολυσυλλεκτικότητας η νέα Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει καταφέρει να εκφράζει ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας και έτσι να έχουμε σήμερα μια μονοκομματική σταθερή κυβέρνηση που εξασφαλίζει και την πολιτική σταθερότητα στη χώρα μας σε έναν ταραγμένο κόσμο. Η πολιτική σταθερότητα, άλλωστε, είναι ζητούμενο για τη χώρα μας όπως και για κάθε χώρα. Αυτό το οποίο έχει πετύχει η Νέα Δημοκρατία, και ειδικά ο πρωθυπουργός μας, είναι να ισορροπεί πολλές φορές και αντικρουόμενες απόψεις και να μπορεί να τις συγκεράσει σε αυτό το οποίο υπηρετεί το εθνικό συμφέρον. Πάντοτε με πραγματισμό και υπευθυνότητα. Χωρίς καμία υποχώρηση σε αυτά τα οποία αποτελούν εκσυγχρονιστικά ζητούμενα, πατριωτικά κεκτημένα και εθνικά δίκαια. Πάντα με αποφάσεις που πηγαίνουν τη χώρα μας βήματα μπροστά, διότι αυτό είναι το ζητούμενο. Να ξεκολλήσουμε από την αδράνεια πολλών δεκαετιών που κράτησαν τη χώρα μας αδικαιολόγητα πίσω σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο.
Ερ.: Κλείνοντας, ποιος είναι ο απολογισμός που κάνετε για τη χρονιά που φεύγει;
Απ.: Ο απολογισμός έχει ένα σημαντικό οικονομικό και μεταρρυθμιστικό αποτύπωμα που βελτιώνει τις ζωές όλων μας. Αλλωστε αυτός είναι και ο ρόλος της πολιτικής και κάθε κυβέρνησης. Να πηγαίνει τα πράγματα μπροστά και να κάνει λίγο καλύτερη και ευκολότερη τη ζωή των πολιτών. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώθηκε με το έργο της κυβέρνησης κατά την προηγούμενη τετραετία με πανηγυρικό τρόπο, που είναι μια αναγνώριση και σε ηθικό επίπεδο για όλους μας που έχουμε εργαστεί σε αυτήν την προσπάθεια από το 2019.
Ερ.: Αναφέρεστε στα αποτελέσματα των εκλογών;
Απ.: Ναι, εννοώ τα αποτελέσματα των εκλογών τα οποία μας δίνουν ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο με μεγαλύτερη τόλμη και αποφασιστικότητα. Την πρώτη τετραετία συναντήσαμε πολλές και αντίξοες συνθήκες, πρωτόγνωρες κρίσεις που ενδεχομένως να καθυστέρησαν κάποιες αλλαγές που και εμείς θέλαμε να κάνουμε. Αλλά, πλέον, σε ένα περιβάλλον που και εσωτερικά, στο πολιτικό επίπεδο, είναι πιο σταθερό, μπορούμε να προχωρήσουμε έχοντας και την εμπειρία του παρελθόντος, σε πιο τολμηρά μεταρρυθμιστικά βήματα. Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει σημαντικά, να γίνει πιο δίκαιη για όλους, πιο παραγωγική στην οικονομία και το κράτος, να λειτουργεί με περισσότερη διαφάνεια, να επιταχύνει ακόμη περισσότερο την ψηφιοποίησή της αλλά και την πράσινη μετάβαση ώστε να κατακτήσει την ενεργειακή αυτονομία και ταυτόχρονα να ενισχύει τη φωνή της στα διεθνή φόρα. Να είναι ένας εταίρος που τον υπολογίζουν και τον σέβονται οι υπόλοιπες χώρες της ευρωπαϊκής οικογένειας αλλά και της διεθνούς κοινότητας. Και με την Τουρκία να μπορέσουμε να έχουμε μια πιο ήρεμη γειτνίαση και, ενδεχομένως, αν τα καταφέρουμε, να προχωρήσουμε και σε επίλυση των διαφορών που έχουμε για τη διευθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας.
Ερ.: Η νεότερη πολιτική ιστορία έχει δείξει ότι η 2η τετραετία συνήθως είναι μια τετραετία εφησυχασμού. Αρα, μάλλον είσθε αντιμέτωποι και με αυτήν την κακή παράδοση…
Απ.: Το ξεκίνημα της κυβέρνησης, ειδικά κατά τους τελευταίους μήνες δείχνει σε πάρα πολλά πεδία ότι κάθε άλλο παρά από εφησυχασμό χαρακτηριζόμαστε. Γίνονται τολμηρές αλλαγές, που είναι αυτονόητες, θα έπρεπε να είχαν συμβεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Ωστόσο δεν έχουν τολμηθεί από καμία προηγούμενη κυβέρνηση. Είμαστε αποφασισμένοι να τις υλοποιήσουμε όλες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News