Aμετάβλητα άφησε, όπως αναμενόταν, τα επιτόκια της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), εν μέσω ταχύτερης υποχώρησης του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, προτού προσεγγίσει τον στόχο του διοικητικού συμβουλίου: 2% το 2025.
Συνολικά, η ΕΚΤ αναμένει ότι ο ονομαστικός πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου, αυτό ισοδυναμεί με αναθεώρηση προς τα κάτω για το 2023 (5,6%) και ειδικά για το 2024 (3,2%).
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση που εξεδόθη μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σύμφωνα με τις τελευταίες μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά στη διάρκεια του επόμενου έτους και στη συνέχεια να προσεγγίσει τον στόχο του διοικητικού συμβούλιο για πληθωρισμό 2% το 2025.
Συνολικά, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβολές εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, αυτό αντιστοιχεί σε προς τα κάτω αναθεώρηση για το 2023 και ιδίως για το 2024.
Ο υποκείμενος πληθωρισμός υποχώρησε περαιτέρω. Όμως οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν αυξημένες, πρωτίστως λόγω του έντονου ρυθμού αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι ο πληθωρισμός χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,0% το 2023, 2,7% το 2024, 2,3% το 2025 και 2,1% το 2026.
Οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να μεταδίδονται δυναμικά στην οικονομία. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επιδρούν ανασταλτικά στη ζήτηση και αυτό συμβάλλει στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Πέραν αυτού, η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος επομένως κρίνουν ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ δηλώνει αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.
Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο.
Οι μελλοντικές αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής του θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο.
Στο ίδιο πλαίσιο δηλώσει ότι θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι το πρωταρχικό εργαλείο για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Το δοικητικό συμβούλιο αποφάσισε επίσης να προχωρήσει την ομαλοποίηση του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος. Σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024.
Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο.
Το διοικητικό συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.
Σταθερά τα βασικά επιτόκια
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 4,50%, 4,75% και 4,00% αντιστοίχως.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News