Εξι χρόνια ακριβώς χωρίζουν τις συναντήσεις μεταξύ των δύο αρχηγών κρατών:
♦ 7 Δεκεμβρίου του 2017. Οσα συνέβησαν στον καναπέ (αλήθεια, ποιος το σκέφτηκε;) σφράγισαν με το καλημέρα το φιάσκο. Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος και ο τούρκος ομόλογός του Ταγίπ Ερντογάν, καθήμενος στη μέση σχεδόν του καναπέ στο Προεδρικό Μέγαρο, αντάλλαξαν διατυπώσεις που σφράγισαν ένα πρωτοφανές σκηνικό δημόσιας έντασης που έσπασε το πρωτόκολλο.
Στο επίκεντρο βρέθηκε η Συνθήκη της Λωζάννης. Ο έλληνας Πρόεδρος άνοιξε κατά τη συνομιλία μπροστά στις κάμερες το θέμα και υπογράμμισε ότι η Συνθήκη είναι αδιαπραγμάτευτη. Το γεγονός αυτό έδωσε την ευκαιρία στον Ερντογάν να αγορεύσει live, αραχτός στον καναπέ, και να ξεδιπλώσει όλη τη βεντάλια των απαράδεκτων διεκδικήσεων της Αγκυρας. Οι έμπειροι διπλωματικοί συντάκτες κατάλαβαν αμέσως ότι η επίσκεψη είχε ήδη «τελειώσει» και ότι η συνάντηση που θα ακολουθούσε αμέσως μετά με τον Τσίπρα δεν θα άλλαζε τίποτα. Επιβεβαιώθηκαν.
Υπάρχουν αιτίες ή και ελαφρυντικά για εκείνο το φιάσκο, πέρα από την καθιερωμένη συριζαϊκή τσαπατσουλιά (από το στήσιμο ως και τον συντονισμό) και την κακή προετοιμασία; Τα προφανή. Ο Ερντογάν ήταν γενικώς «αγριεμένος» έναν χρόνο μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία το 2016, ενώ στην επικαιρότητα παρέμεναν οι οκτώ τούρκοι αξιωματικοί που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα και κατηγορούνταν από τον ίδιο για ανάμιξη στο πραξικόπημα.
Η κακή προετοιμασία είχε, ωστόσο, φανεί από την προηγούμενη μέρα. Από τη συνέντευξη που είχε δώσει λίγο πριν έρθει στην Ελλάδα ο Ερντογάν και που παραδοσιακά αποτελεί μέρος του «πακέτου» της επίσκεψης. Τότε (6/12/2017) ο Ερντογάν δήλωνε προκλητικά στον Αλέξη Παπαχελά και στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ (εδώ) ότι «η Συνθήκη της Λωζάνης πρέπει να επικαιροποιηθεί» (!). Ολα είχαν πάει στραβά πριν πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα. Ακόμη και αν η σκέψη Παυλόπουλου ήταν να ικανοποιηθεί το κοινό αίσθημα, η σημειολογία της εικόνας έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα.
♦ 7 Δεκεμβρίου 2023. Αυτή η φορά η προετοιμασία ήταν εμφανώς διαφορετική. Ακόμη και το προοίμιο των συναντήσεων, η συνέντευξη Ερντογάν πριν έρθει στην Ελλάδα, έδειχνε την κατεύθυνση των πραγμάτων. Παρότι τα αμέσως προηγούμενα χρόνια είχε απειλήσει ότι θα έρθει «μια νύχτα ξαφνικά», ότι οι πύραυλοί του μπορούν να χτυπήσουν την Αθήνα και ότι δεν θέλει να ξαναδεί τον Μητσοτάκη, το κλίμα στη συνέντευξη που έδωσε στην «Καθημερινή», στους Αλέξη Παπαχελά και Μανώλη Κωστίδη, ήταν διαφορετικό. Ο τίτλος ήταν «Φίλε Κυριάκο, δεν σας απειλούμε αν δεν μας απειλήσετε».
Οι γνωρίζοντες τις ισορροπίες των διεθνών σχέσεων επισημαίνουν ότι η χορογραφία μιας διεθνούς συνάντησης, ιδίως όταν περιλαμβάνει υπογραφή συμφωνιών μεταξύ κρατών που έχουν διαφορές μεταξύ τους, πρέπει να είναι σφικτή και αυστηρά καθορισμένη. Οταν υπάρχει στόχος, όποια κι αν είναι τα κίνητρα των δύο πλευρών, καλό είναι να αποφεύγονται οι αυτοσχεδιασμοί.
Καθορισμένη ήταν αυτή τη φορά και η θέση που θα καθόταν ο Ερντογάν στη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο Προεδρικό Μέγαρο. Ο καναπές απουσίαζε (δεν υπήρχε χώρος για lounge εμπνεύσεις) και οι δυο ηγέτες τήρησαν το πρωτόκολλο.
Με ευγένεια και θετικό τόνο, η κυρία Σακελλαροπούλου ξεκαθάρισε ότι «είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ Ελλάδα και Τουρκία να συνεργαστούν για την ειρήνη και τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου». Ο Ερντογάν ήταν γενικόλογος και διεκπεραιωτικός (ευτυχώς). Εμεινε μόνο η ατάκα ότι θα ήταν καλύτερο για το μέλλον και των δύο πλευρών «να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο».
Χάρη στη σοβαρή, δομημένη και προσεκτική στάση της νυν Προέδρου, η πρώτη συνάντηση του Ερντογάν επί ελληνικού εδάφους δεν ανατίναξε αυτή τη φορά ολόκληρη την επίσκεψη, όπως συνέβη το 2017. Αντίθετα, βοήθησε στην επίτευξη του στόχου από την πλευρά της Ελλάδας: να υπογραφεί ένα κείμενο διακήρυξης περί σχέσεων «φιλίας και καλής γειτονίας», με στόχο την ενίσχυση της θετικής ατζέντας.
Με άλλα λόγια, να περάσει και στο χαρτί η ανάγκη να αποφεύγονται ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη και τη σταθερότητα, όπως οι τουρκικές παραβιάσεις και η εμπρηστική ρητορική. Παρότι κανένας δεν έχει αυταπάτες ότι κάτι τέτοιο θα κρατήσει για πάντα, οι περισσότεροι συμφωνούν ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας.
Αν, αντίθετα, η στρατηγική ήταν να σταλεί άλλο ένα… «αυστηρό μήνυμα προς την Αγκυρα» δίχως να επιτευχθεί κανένας απολύτως στόχος, δόξα τω Θεώ: από αύριο θα υπάρξουν ευκαιρίες οι «πρώην» να πράξουν το καθήκον τους και να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους – ειδικά τώρα που είναι απαλλαγμένοι από το βάρος των αξιωμάτων και των ευθυνών…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News