-Στη Θεσσαλονίκη φθάνω πάντα οδικώς. Καφές στα Καμένα Βούρλα πριν ξυπνήσουν, ψάρι στο «Λιμανάκι» στον Πλαταμώνα με τα τερατώδη οικήματα, μετά η μεγάλη ευθεία και εκείνες οι πινακίδες «Βουλγαρία». Τα σύνορα πάντα ασκούν μια περίεργων συστατικών γοητεία. Η μακρά ευθεία της Κατερίνης, μού μοιάζει αεροδιάδρομος να σε «φτάσει» Θεσσαλονίκη. Και πάντα…Εκεί στο ξεμυάλισμα της ταχύτητας, τσακ σκάει στην σκέψη μου η Τζένη. Άναρχα αυτεξούσιο το μυαλό! Λες και τη γνώριζα, λες και είχαμε καμιά συγγένεια. Τίποτα. Τίποτα απολύτως. Η Τζένη, μιας συλλογικής μνήμης, εκείνο το ιδιαίτερο πλάσμα που «χάθηκε» μπροστά στα μάτια μας πριν χαθεί οριστικά. Τα χρόνια που κανείς δεν μιλούσε για νόσους ψυχής. Πρώτη σύζυγος του Νίκου Γκάλη. Ένα γκρι σύννεφο να εμποδίζει τον ήλιο τους, στην λάμψη του επάνω. Και μετά… Θυμάμαι εκείνο το πάγωμα στο άκουσμα του θανάτου της. Σ΄ετούτη την ευθεία είχε γίνει το κακό. Από εδώ απογειώθηκε! Πάντα σκέφτομαι.
– «Αφού του λέω του μαΛάκα». Βαρδάρης γενναίος και υποσχετική βροχής. «Θα πουντιάσεις. Πού πας;» μου φώναξε ο Γιάννης. Πας καΛα; Την βόλτα στην μακρά ευθεία της Παραλίας δεν τη χάνω με τίποτα. Αεροδιάδρομος ανθρώπων. «Αφού του λέω του μαΛάκα» με χοντρό το «Λ», Σαλονικιώτικο, μου το φέρνει ο αέρας στο αφτί ενώ περπατάω από δυο που συνομιλούν πίσω μου. Με το «Λ» ανασαίνω Θεσσαλονίκη. Το λατρεύω.
-«Παιδί μου, μιλάς μαζί τους μια χαρά. Σοβαροί άνθρωποι. Ενήλικες. Και ξαφνικά, αν γυρίσει η κουβέντα στον ΠΑΟΚ γίνονται άλλοι. Δεν μπορώ να στο περιγράψω. Δεν τους αναγνωρίζω». Ο μΠΑΟΚ. Κάθε φορά ακούω και μια ακόμα ιστορία που το γέλιο της με ακολουθεί για μέρες και μέρες. «Παίζαμε στο εξωτερικό. Ψοφόκρυο!…Τι να σου λέω; Δεν υπάρχει εκείνο το κρύο! Σηκώναμε γιακάδες, τυλιγόμασταν με κασκόλ στο κεφάλι…. Φαρμάκι! Ώσπου άρχισαν από τις κερκίδες ένα σύνθημα “Κρύο γαμιέσαι, κρύο γαμιέσαι!” και ζεσταθήκαμε».
-Η Θεσσαλονίκη είναι ζέρσεϊ. Για όσους καταφθάνουμε είναι ερωτεύσιμη. Τη μετράμε ως μια πρωτεύουσα όπου «Άνετα θα μπορούσα να ζήσω». Όσοι όμως τη ζούνε μιλάνε για ένα χωριό και αενάως σχεδιάζουν ότι, «κάποια μέρα Αθήνα». Μα εκεί τους ξαναβρίσκεις.
-Την ημέρα που φτάσαμε έτυχε η ενθρόνιση του νέου Μητροπολίτη Φιλόθεου. Ετών 46. Επέλεξε να ξεκινήσει την ομιλία του με στίχους από το ποίημα του Σεφέρη «Ένας γέροντας στην ακροποταμιά» ενώ συμπεριέλαβε και στίχους από το τραγούδι «Δίψα» του Πορτοκάλογλου. Παραλαβή σκυτάλης από τον Άνθιμο. Μοιάζει σαν απόσταση διαδρομής από τα έγκατα της Γης στη Σελήνη. Λόγο έβγαλε ο άρχων Τζιτζικώστας, κατά τους Θεσσαλονικείς Τζίτζι. Προσγείωση στη Γη.
-Αγορά Μοδιάνο. Ένα μόλις βήμα εκτός των «συνόρων» της, λιμπίζεται η ψυχή σου «αγορά» και βομβίδια που σπάνε μύτη, μα στο πρώτο βήμα εισόδου σου, παγώνεις. Ώπα! Τι έγινε, βρε παιδιά; Μένεις με χαμόγελο «ηλίθιος». Άβολα. Σαν να σου ρουφάνε τη μνήμη με ηλεκτρική σκούπα. Άσε κάτω την μνήμη μου, ρε! Πώς είναι να ζεις χωρίς μνήμη; Αγωνιωδώς φτερουγάς για βαβούρα, αταξία, ντάνες, απρόσμενο. Μα εδώ όλα σε τάξη. Η διαφορά του έρωτα από τα «σκηνικά» έρωτα, αυτά με τα κεράκια τ΄αναμμένα… Βαρεμάρα. Όσο θυμόμαστε, φοβάμαι ότι δεν υπάρχει ελπίδα. Αλλά… Από την άλλη….Μπορείς να προσβλέπεις στο να ξεχάσουμε; Μόνο ένα ευφυέστατο όνομα μιας ταμπέλας ψητοπωλείου με στέλνει. «ΓΡΝ». Δεν είναι αριστούργημα;
-Ανω Λαδάδικα. Η περιοχή που λάτρεψα. Έβγαλε τον κόπρο σκύλο από μέσα μου και αχόρταγα την μύριζα.
-Όλυμπος Νάουσα. Ωραία θυμάμαι όσα θυμάμαι… «Γκαρσόν!» με παλαμάκι «Ένα ατζέμ πιλάφι»… Αλλά ωραία παραμερίζουν και οι μνήμες σε ένα γοητευτικό σήμερα. Όμορφο έγινε.
-Στο Le Cercle de Salonique η συνάντηση με φίλες και φίλους. Αθηνά, Αννα, Δήμητρα. Να και η Καλυψώ. Ωραίο πράγμα η αγκαλιά! Μα σ΄ ετούτη την πόλη-«χώρα» και αυτούς που μόλις γνώρισες, λες και τους ξέρεις χρόνια.
-Από το Daios μονίμως ταξιδεύω αταξίδευτα μαζί με τα καράβια του ορίζοντα. Και βεβαίως τάζω ότι σύντομα θα ξανάρθω.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News