Αμίμητες ατάκες, ατελείωτοι απολογισμοί και ένα πέρασμα από τη… φυλακή συνθέτουν την τρίτη, κατά σειρά, αυτοβιογραφία του Μπόι Τζορτζ, σύμφωνα με την κριτική της εφημερίδας Guardian. Μεταξύ άλλων, στο τρίτο βιβλίο απομνημονευμάτων του, ο εκκεντρικός μουσικός μοιράζεται τις εμπειρίες του πλάι στην Mαντόνα, τον Mόρισεϊ και την Τζόνι Μίτσελ. Ενδεικτικά, η Μαντόνα εμφανίζεται στη νέα αυτοβιογραφία της Μπρίτνει Σπίαρς («Η γυναίκα μέσα μου») σαν μια καλή νεράιδα, έτοιμη να χαρίσει απλόχερα τις συμβουλές της.
Στο «Kάρμα», ωστόσο, τη νέα αυτοβιογραφία του Μπόι Τζορτζ (έχουν προηγηθεί το «Take It Like A Man», το 1995, και το «Straight», το 2011), η Mαντόνα παρουσιάζεται ως μια υπερφίαλη και εγωμανής γυναίκα, χωρίς καμία αίσθηση του χιούμορ. Το βιβλίο αυτό, πάντως, δεν στερείται χιούμορ, ειδικά όταν πρόκειται για τους άλλους και όχι για τον ίδιο τον συγγραφέα.
Για παράδειγμα, σε κάποιο σημείο, στο «Kάρμα», ο Μπόι Τζορτζ θυμάται να παρακολουθεί τον Φιλ Λάινοτ (τον τραγουδιστή, μπασίστα και δημιουργό του μουσικού συγκροτήματος «Thin Lizzy»), τον Πιτ Τάουνσεντ (τον κιθαρίστα των «The Who») και τον Στιβ Στρέιντζ (του συγκροτήματος «Visage») να στριμώχνονται σε ένα κουβούκλιο στις τουαλέτες ενός από τα πολλά κλαμπ του Λονδίνου: «Μάλλον μπήκαν για να προσευχηθούν», γράφει δηκτικά.
Στα 62 χρόνια του, ο Μπόι Τζορτζ υπογράφει «την ιστορία ενός μελλοντικού ποπ σταρ του νότιου Λονδίνου που μεγάλωνε σε μια θορυβώδη ιρλανδική οικογένεια τη δεκαετία του 1970, την εποχή που πήρε όλα τα εφόδια», όπως γράφει, για «να αποκτήσει κότσια». Παράλληλα, αν και ο Μπόι Τζορτζ επιμένει ότι έκτοτε εξελίχθηκε, το «Κάρμα» επιβεβαιώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι ο μουσικός συνεχίζει να είναι ακριβώς ο ίδιος άνθρωπος με την εποχή που ξεκίνησε. Στη νέα αυτοβιογραφία του, θυμάται ανέκδοτες ιστορίες, τις οποίες διηγείται κάτω από το πρίσμα της δικής του αλήθειας.
Οταν, για παράδειγμα, πήγε σε ένα κλαμπ όπου ήταν παρούσα η Μαντόνα, «η οποία προσποιήθηκε ότι δεν με είδε». Είτε γράφει για την περίοδο που ο Σαμ Σμιθ είχε μετακομίσει στη γειτονιά του και «διοργάνωνε πάρτι, στα οποία ποτέ δεν ήταν καλεσμένος, επειδή τον σνόμπαρε». Είτε, λόγου χάρη διηγείται μία ιστορία, όταν τον έβγαλαν φωτογραφία με την Τέιλορ Σουίφτ, η οποία ούτε καν κατάλαβε με ποιον φωτογραφιζόταν: «Νομίζω ότι δεν είχε ιδέα ποιος ήμουν, κάτι που ήταν ντροπή για εκείνη (LOL)», γράφει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ωστόσο, με τις πιπεράτες ατάκες και τις διηγήσεις του, ο Μπόι Τζορτζ προσφέρει συχνά κάποιες περιττές λεπτομέρειες για τη ζωή του, όπως π.χ. για τον χρόνο που πέρασε στο ριάλιτι «I’m a Celebrity – Get me out of here» πέρυσι (γράφει «μια νύχτα είχαμε πατάτες, μμμ»). Το βιβλίο γίνεται πολύ πιο ενδιαφέρον όταν ο Μπόι Τζορτζ γράφει είτε για τον εθισμό του στην ηρωίνη (όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «η φήμη μου, τότε, ήταν κουρελιασμένη»), αλλά και το πέρασμα που έκανε από τη φυλακή το 2009, είτε για τη φερόμενη διαμάχη του με έναν άνδρα συνοδό για σεξ, τον οποίο έδεσε με χειροπέδες και χτύπησε με αλυσίδα.
Το περιστατικό συνέβη στο σπίτι του Μπόι Τζορτζ στο ανατολικό Λονδίνο, με τον μουσικό να παραδέχεται ότι έδεσε τον 29χρονο Αουντούν Κάρλσεν, από τη Νορβηγία, επειδή τον έπιασε να ψάχνει το κομπιούτερ του. Οπως ισχυρίζεται ο Μπόι Τζορτζ, ο ενάγων αποπειράθηκε να κλέψει γυμνές φωτογραφίες του, που είχαν τραβηχτεί σε μια προηγούμενη συνάντησή τους, πριν από τρεις μήνες.
Ωστόσο, ο ίδιος αρνήθηκε ότι κακοποίησε ή χτύπησε τον Κάρλσεν με αλυσίδα. «Τι σημασία έχει τι συνέβη; Αλλά τι θα λέγατε για την απόλυτη αλήθεια;», γράφει ο Μπόι Τζορτζ στο νέο βιβλίο του, προσθέτοντας πως «ενώ ο Νορβηγός είπε στο δικαστήριο ότι του επιτέθηκα επειδή δεν ήθελε να πλαγιάσει μαζί μου, εγώ σας λέω ότι δεν τον έβρισκα καν ελκυστικό. Πιστέψτε με, δεν είμαι μια “κακιά βασίλισσα”. Είμαι απλώς μια ηλίθια που έκανε πάρα πολλά ναρκωτικά και ένα τεράστιο λάθος».
Σε ένα άλλο σημείο στο «Kάρμα», ο Μπόι Τζορτζ ομολογεί ότι «έχει κάνει πολλές μεταμοσχεύσεις μαλλιών, μία κοιλιοπλαστική, ενώ έχει “χτίσει” από την αρχή το χαμόγελό του. Μάλιστα, προσθέτει πως όταν ένας φίλος του τού είπε ότι τον προτιμά με τα παλιά δόντια, εκείνος του απάντησε με αφοπλιστικό χιούμορ: «OΚ. Δώσε μου τη διεύθυνσή σου και θα σου τα στείλω!».
Προς το τέλος του βιβλίου, όλη η αφηγηματική δεξιοτεχνία του Μπόι Τζορτζ… πάει περίπατο, καθώς ο μουσικός συνεχίζει να διηγείται ιστορίες από τη ζωή του, αλλά πετάει άτσαλα από το ένα θέμα στο άλλο, μιλώντας επί παντός επιστητού: Τον βουδισμό, τον οποίο έχει ασπαστεί τα τελευταία πέντε χρόνια, γιατί το Radio 2 αρνείται να παίξει τη νέα του μουσική, το γεγονός ότι έχει γενέθλια την ίδια ημέρα με τον Ντόναλντ Τραμπ κ.λπ.
Μιλάει και για τη συνάντησή του με τον ηθοποιό Τομ Χάρντι: «Κατάλαβα την αλήθεια για εκείνον από την αρχή, αλλά δεν ήθελα να την πιστέψω, γιατί ήταν… κόμματος». Λίγες αράδες πιο κάτω, ο Μπόι Τζορτζ γράφει πως «ζούμε σε έναν παράξενο κόσμο που την ώρα που επέτρεπε στον Τζίμι Σάβιλ (ο οποίος βίασε εκατοντάδες παιδάκια) να περιφέρεται ελεύθερος, την ίδια ώρα άλλοι άνθρωποι διώκονταν απλώς, επειδή ήταν ομοφυλόφιλοι. Είναι ανατριχιαστικό!».
«Είμαι κοινωνικός, αλλά μη με πείτε αριστερό. Είμαι μια λεπτή Μπρέντα χωρίς ατζέντα», γράφει παρακάτω. «Εάν ο Μπόι Τζορτζ ήταν ο μαέστρος μιας ορχήστρας, τα κύμβαλα θα χτυπούσαν συνεχώς», γράφει ο Νικ Ντουέρντεν, στην κριτική του στον Guardian. «Στη νέα αυτοβιογραφία του Μπόι Τζορτζ», γράφει ο δημοσιογράφος, «το θέμα δεν περιγράφεται πάντα με τον πιο κολακευτικό τρόπο. Ωστόσο, πρόκειται για ένα αποκαλυπτικό, συχνά πολύ αστείο βιβλίο, το οποίο προσφέρει άφθονες αποδείξεις ότι μερικοί άνθρωποι απλώς ζουν τη ζωή τους σε υψηλότερη συχνότητα. Πρόκειται για ανθρώπους που πάντοτε απαιτούν το κοινό, την αναγνώριση και το χειροκρότημα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News