Πώς «ο εξτρεμισμός οδηγεί στην έκλειψη της λογικής στη Μέση Ανατολή» επισημαίνει σε ανάλυσή του στη La Repubblica ο Ακίλε Οκέτο, ο τελευταίος γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας (από το 1988 έως τη διάλυσή του, το 1991). «Ο γόρδιος δεσμός που πρέπει να λυθεί είναι η αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ δύο θρησκευτικών φονταμενταλισμών, εκείνου που εμπνέει την ισραηλινή Ακροδεξιά και του αραβικού τζιχαντισμού, που απαθανατίζεται στη φωτογραφία της “τριπλής συμμαχίας του τρόμου” των ηγετών της Χαμάς, της Ισλαμικής Τζιχάντ και της Χεζμπολάχ» γράφει ο γηραιός πλέον, ηλικίας 87 ετών, πολιτικός.
Προβαίνοντας σε μια ανασκόπηση της κατάστασης όπως αυτή διαμορφώνεται έπειτα από περισσότερες από τρεις εβδομάδες από τις επιθέσεις της Χαμάς, σημειώνει καταρχάς ότι πάνω από τον πόλεμο που μαίνεται στο πεδίο πλανάται το φάσμα μιας σύρραξης που θα μπορούσε να προκαλέσει γενική ανάφλεξη. «Η Χαμάς δεν θα μπορούσε να ελπίζει σε καλύτερο αποτέλεσμα για να καταρρίψει με ένα πλήγμα την ίδια την ιδέα δύο κρατών να συνυπάρχουν ειρηνικά στην ίδια επικράτεια, επικαλύπτοντάς την με τη τζιχαντιστική ιδέα του ιερού πολέμου και του αντισημιτισμού» γράφει ο Οκέτο.
Τις πρώτες μέρες μετά την εγκληματική επίθεση πιστευόταν ότι ο μοναδικός στόχος της σφαγής ήταν η υπονόμευση της φημολογούμενης συμφωνίας μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας, με το σκεπτικό, ή μάλλον τον φόβο, ότι θα επρόκειτο για μια ξεχωριστή συνθήκη, στο πλαίσιο της οποίας δεν θα λαμβάνονταν υπόψη τα αιτήματα και τα συμφέροντα των Παλαιστινίων. Αλλά η ίδια η φύση των αποτρόπαιων σφαγών κατέστησε σαφές ότι υπήρχε και απώτερος, όχι απλά γεωπολιτικός, σκοπός.
«Ο βασικός στόχος ήταν να καταστεί αδύνατη οποιαδήποτε ειρηνευτική λύση, να προκληθεί αυτή η αναζωπύρωση της μνησικακίας και της εκδίκησης που υποβόσκει για περισσότερο από έναν αιώνα σε αυτή τη βασανισμένη περιοχή. Ο ίδιος ο επιλεγμένος στόχος το αποδεικνύει αυτό. Το χτύπημα, η δολοφονία, η σφαγή, η απαγωγή ανδρών, γυναικών, παιδιών και νεογέννητων, κυρίως ειρηνιστών και ανοιχτών στον διάλογο με τους Παλαιστίνιους, σήμαινε με μακάβριο τρόπο πως “δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι ανάμεσά σας. Θέλουμε τον θάνατο όλων των Εβραίων”» γράφει ο ιταλός πολιτικός.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου αντέδρασε με τον «εύλογο και θεμιτό αυτόν καθαυτό» στόχο να απαλλάξει τη Γάζα από την κυριαρχία της Χαμάς. Προς το παρόν, όμως, το μοναδικό αποτέλεσμα είναι η μετατροπή της Γάζας σε ερειπιώνα και το μαρτύριο των πολιτών της, που είτε σκοτώνονται από τις βόμβες των Ισραηλινών είτε αναμένουν το τελειωτικό πλήγμα, επιβιώνοντας υπό άθλιες, ολοένα χειρότερες συνθήκες.
Επιπλέον, η εντολή του Ισραήλ περί εκκένωσης του βόρειου τμήματος της Λωρίδας και μετακίνησης του πληθυσμού στον Νότο αναζωπύρωσε παλιούς φόβους. Πολλοί αναλυτές, σχολιάζοντας τις εικόνες εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων να λυγίζουν κάτω από το βάρος στρωμάτων, σκευών, βαλιτσών, ακολουθούμενοι από τρομαγμένα παιδιά, υποστήριξαν πως αφυπνίζουν το φάσμα της μεγάλης απέλασης του 1948, που οι Παλαιστίνιοι αποκαλούν Νάκμπα, δηλαδή καταστροφή. «Δύο αντίθετοι εφιάλτες αναδύονται ξανά στο συλλογικό φαντασιακό και στο DNA των δύο λαών: η Νάκμπα των Παλαιστινίων και η Διασπορά των Ισραηλινών» αναφέρει ο Οκέτο στο άρθρο του. Κάνοντας λόγο για έναν «γόρδιο δεσμό παρεξηγήσεων σε πολλές συνειδήσεις», τάσσεται υπέρ της λύσης του με το «σπαθί της λογικής».
Σε ιστορικό επίπεδο, αλλά και με στόχο να βρεθεί μια διέξοδος, είναι απολύτως απαραίτητο να θυμόμαστε, όπως έκανε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, το πλαίσιο των ευθυνών που προκάλεσαν την τρέχουσα τραγωδία. Συγχρόνως, όμως, πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι την άμεση ευθύνη τη φέρει η Χαμάς και σε καμία περίπτωση η στάση της δεν είναι δικαιολογημένη.
Σε συναισθηματικό επίπεδο, «στο πεδίο του πάθους και της θλίψης», όπως γράφει ο Οκέτο, «μπορεί κανείς να ταυτιστεί με το μίσος και τους φόβους και των δύο λαών», οπότε κάθε αποτρόπαια πράξη μπορεί να βιωθεί από τον καθένα μας με τη «συμπόνια» που οφείλεται σε όλα τα θύματα, χωρίς διάκριση.
Αυτό που είναι επιζήμιο, σύμφωνα πάντα με τον Οκέτο, είναι «η υποδαύλιση, στις ευρωπαϊκές πλατείες, της σύγκρουσης μεταξύ διαφορετικών “μαρτυρολογίων”. Εάν θέλουμε να συνδράμουμε αμφότερους τους λαούς να ξαναβρούν τον δρόμο προς την αμοιβαία κατανόηση, εναπόκειται σε εμάς, που δεν έχουμε υποστεί τα βάσανά τους, να διατηρήσουμε την ψυχραιμία, να καλλιεργήσουμε τη διαύγεια κρίσης και να μην τρέφουμε φανατικούς υποστηρικτές».
Ο Ακίλε Οκέτο αναφέρεται, φυσικά, στη μοίρα των ανθρώπων, όχι των ηγετών τους. «Αυτή είναι η πραγματική βοήθεια που μπορούμε και πρέπει να προσφέρουμε εμείς οι Ευρωπαίοι: να έχουμε το προνόμιο να μπορούμε να συλλογιστούμε πέρα από τα αμοιβαία μίση, προκειμένου να αποφύγουμε μια γενική “έκλειψη της λογικής” που θα μπορούσε να καταστεί ανεξέλεγκτη».
Υπέυθυνη και η διεθνής κοινότητα
Το να επιδιώκεται μια κατάπαυση του πυρός ή μια ανθρωπιστική εκεχειρία είναι απόλυτα θεμιτό, αρκεί οι εν λόγω προσπάθειες να μην αποσκοπούν απλά στο να συνεχιστεί η προηγούμενη, απάνθρωπη για τους Παλαιστινίους, κατάσταση. Εξίσου θεμιτό είναι επίσης να γίνεται λόγος για μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη, με την προϋπόθεση, όμως, πως τα αραβικά κράτη θα αποκηρύξουν, χωρίς ανταλλάγματα, τον στόχο της καταστροφής του Ισραήλ, ενώ οι Ισραηλινοί θα εγκαταλείψουν τη λύση της αέναης κατοχής. «Το επαναλαμβάνω, είναι απολύτως σαφές ότι οι δύο λαοί δεν θα μπορέσουν ποτέ να συνυπάρξουν στο ίδιο έδαφος εάν κατευθύνονται από δύο αντιτιθέμενους φονταμενταλισμούς, βάση των οποίων αποτελεί η αμοιβαία καταστροφή», συνοψίζει ο παλαίμαχος κομμουνιστής πολιτικός.
Υποστηρίζει ότι σε αυτό το πλαίσιο η διεθνής κοινότητα αδυνατεί ή δεν θέλει να εστιάσει την προσοχή της στο γεγονός πως το παλαιστινιακό ζήτημα λησμονήθηκε και αφέθηκε στην τύχη του, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα «μια τρομακτική μετατόπιση από το έδαφος μιας εθνικής κοσμικότητας σε αυτό ενός προοδευτικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού που δύναται να καταστεί κυρίαρχος ακόμη και στη Δυτική Οχθη. Η διεθνής κοινότητα, με την ανικανότητά της, είναι η ίδια υπεύθυνη για αυτή τη διολίσθηση», γράφει ο Οκέτο.
«Μια εξαιρετικά πολύτιμη ανθρώπινη και πολιτική κληρονομιά έχει χαθεί» προσθέτει, αναφερόμενος στην ευκαιρία που είχε να συναντήσει να γνωρίσει τον Σιμόν Πέρες και τον Γιάσερ Αραφάτ κατά το πρώτο του ταξίδι ως αρχηγός του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας. «Δεν μπορώ να ξεχάσω την εξαιρετική ευρύτητα σκέψης του Πέρες και τα λόγια του Αραφάτ, λόγια που, όπως τα βλέπω σήμερα, μου φαίνονται προφητικά», συμπληρώνει.
Τι του είπε, όμως, ο Αραφάτ; «Εχω κάνει όλα όσα μου ζήτησε η Δύση τα τελευταία χρόνια. Τώρα είναι στο χέρι σας να απαντήσετε θετικά». Ωστόσο, η Δύση τελικά δεν απάντησε θετικά, μάλλον δεν απάντησε καθόλου, και λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο Οκέτο ξανασυνάντησε τον παλαιστίνιο ηγέτη στη Λωρίδα της Γάζας, εκείνος του είπε, απαισιόδοξος πια, πως «εάν η Δύση συνεχίσει να μη μου δίνει χείρα βοηθείας για την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος, δεν είμαι πλέον σε θέση να διαχειρίζομαι τις ολοένα και πιο ριζοσπαστικές “ιντιφάντα”».
Ο Πέρες και ο Αραφάτ ήταν δυο κοσμικοί ηγέτες, ανοιχτοί στην αμοιβαία κατανόηση. «Θα μπορέσει η Δύση να διορθώσει τα νήματα ενός τόσο τραγικά κατεστραμμένου πλέγματος;» διερωτάται ο Οκέτι. «Πρέπει να καταλάβουμε ότι πρέπει να εργαστούμε για να βρούμε νέους συνομιλητές, ικανούς να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον. Και αυτό δεν μπορεί να συμβεί διαχωρίζοντας την ώρα της ισχύος από αυτό που ο Γκράμσι αποκαλούσε ώρα της πνευματικής και ηθικής ηγεμονίας».
Παραδέχεται ότι, στην παρούσα φάση, στην παλαιστινιακή πλευρά δεν υπάρχει κάποιος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αξιόπιστος συνομιλητής. «Ωστόσο, σε όλους τους πολέμους πάντα επιδιωκόταν η δημιουργία αξιόπιστων συνομιλητών. Για τον λόγο αυτόν, παράλληλα με την ισχύ, το Ισραήλ θα πρέπει να καλλιεργήσει την πνευματική και ηθική ηγεμονία που θα του επέτρεπε να νικήσει τη Χαμάς και πολιτικά, όχι μόνο στρατιωτικά».
Πώς; Αναλαμβάνοντας αποφασιστικά την πρωτοβουλία για μια λύση δύο κρατών και αναζητώντας μεταξύ των Παλαιστινίων εν δυνάμει συνομιλητές. Ο Ακίλε Οκέτο, ολοκληρώνοντας το άρθρο του, αναφέρεται ενδεικτικά στον Μαρουάν Μπαργκούτι, ο οποίος κρατείται σε ισραηλινή φυλακή εδώ και μια εικοσαετία και χαρακτηρίζεται από μεγάλο μέρος του παλαιστινιακού λαού ως ένας Νέλσον Μαντέλα της Παλαιστίνης.
«Ο δρόμος θα χαραχτεί ξεκάθαρα εάν οι ανεξάρτητοι και ισότιμοι γείτονες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης θα είναι σε θέση να διαπραγματευτούν ένα ειρηνικό μέλλον, συνάπτοντας στενούς οικονομικούς και πολιτιστικούς δεσμούς», είχε πει το 2002 ο Μπαργκούτι μιλώντας στην Washington Post, και ο Οκέτο θυμάται πως οι δηλώσεις του είχαν εκληφθεί τότε ως πιθανή βάση για μελλοντικές ειρηνευτικές συνομιλίες – ενώ και ο Σιμόν Πέρες είχε ταχθεί υπέρ μιας προεδρικής χάριτος.
«Να απελευθερωθεί (ο Μπαργκούτι), ούτως ώστε να δημιουργηθεί σήμερα ένας νέος αξιόπιστος συνομιλητής για τον παλαιστινιακό λαό; Πρόκειται απλώς για ένα παράδειγμα. Σίγουρα δεν σκοπεύω να επικαλύψω τη φλογερή φαντασία των “Μεγάλων της Γης” όταν θυμούνται ότι δίπλα στους μυς συνυπάρχει το “πνεύμα λεπτότητας” της πολιτικής και της διπλωματίας», καταλήγει ο Ακίλε Οκέτο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News