Ο Μάθιου Πέρι δεν είναι ο Μάθιου Πέρι. Είναι ο Τσάντλερ, ο φίλος του Τζόι, της Μόνικα, του Ρος και της Ρέιτσελ, εκείνος ο κάπως άγαρμπος αλλά αξιαγάπητος τύπος που θα ήθελες να είναι και δικός σου φίλος. Να μένει στο απέναντι διαμέρισμα του ίδιου ορόφου και να έρχεται απρόσκλητος σπίτι σου, να τον κυνηγάει μια γκόμενα που τη λένε Τζάνις, να μην καταλαβαίνεις τι ακριβώς δουλειά κάνει και να γίνεται ξεκαρδιστικός όταν νιώθει άβολα.
Καμία άλλη σειρά δεν κατάφερε να γεννήσει τόσο έντονα στο κοινό τη φαντασίωση της τέλειας φιλίας, όσο η σειρά των ’90 που μέτρησε δέκα σεζόν και μπορείς να τη δεις και να την ξαναδείς σε αμέτρητες επαναλήψεις, παρ’ όλο που πλέον ξέρεις απέξω κι ανακατωτά την πλοκή και τις ατάκες της. «Ηταν ένα θέαμα θαλπωρής για μένα», είπε ένα σωρό κόσμος αποχαιρετώντας τον Μάθιου Πέρι, που βρέθηκε νεκρός στην μπανιέρα του, μόλις στα 54 χρόνια του, έπειτα από ένα βασανιστικό οδοιπορικό με συνοδοιπόρους τη μοναξιά, το αλκοόλ και τις ναρκωτικές ουσίες.
Στην πραγματικότητα, δεν αποχαιρετάμε τον Μάθιου Πέρι, στον Τσάντλερ λέμε αντίο. Αυτοί οι δύο τύποι έχουν ένα μόνο κοινό, την εξωτερική εμφάνιση. Και μια κωμική φλέβα, σαφώς, που τους επέτρεψε να ταυτιστούν και να γίνουν ένα μπροστά στις κάμερες του θρυλικού sitcom, και μέσα από τα σενάριά του. Εκεί και μόνο εκεί.
Αν υποθέσουμε ότι ο Μάθιου Πέρι έμενε όντως στο απέναντι διαμέρισμα του ορόφου μας, θα μιλούσαμε μάλλον για έναν περίεργο και δυσάρεστο γείτονα. Θα ερχόμασταν σε αμηχανία όταν τον συναντούσαμε στο ασανσέρ και θα του λέγαμε μηχανικά «καλημέρα» και «καλησπέρα», όταν τον βλέπαμε στην είσοδο αμίλητο από την κατάθλιψη ή μαστουρωμένο από τις καταχρήσεις, να προσπαθεί να ξεκλειδώσει πόρτες και να μην τα καταφέρνει.
Αν είχαμε μια φίλη που τα έμπλεκε μαζί του, θα τη συμβουλεύαμε να γίνει Λούης, και αν τον είχαμε συνάδελφο στη δουλειά, θα γυρνούσαμε σπίτι και θα κουτσομπολεύαμε με το ταίρι μας τις παραξενιές του. Αν αυτός ο γείτονας πέθαινε μια μέρα στη μπανιέρα του, μάλλον θα κουνούσαμε το κεφάλι με συγκαταβατική αναισθησία, μουρμουρίζοντας κάποια κοινοτοπία, όπως «λογικό, έτσι που είχε καταντήσει. Τα ήθελε και τα έπαθε!».
Πόσες οι πιθανότητες να θέλαμε τον Μάθιου Πέρι για φίλο; Ελάχιστες έως μηδαμινές. Για εμάς, το αληθινό πρόσωπο πίσω από τον επινοημένο χαρακτήρα που ενσάρκωσε, ήταν μια σκιώδης ύπαρξη. Για την οποία ακούγαμε κατά καιρούς ότι δυσκολεύεται και έχει θέματα, αλλά στη σφαίρα της συλλογικής συνείδησης, το ζόρι της πραγματικότητάς του περνούσε επιδερμικά και το εξουδετέρωνε ο οδοστρωτήρας του τηλεοπτικού alter ego του.
Δεν υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί που να έχουν καταφέρει κάτι τέτοιο, σε τέτοια κλίμακα. Και αυτή είναι η μοίρα τους, να παλεύουν μια ζωή με το τέρας που δημιούργησαν και δεν μπόρεσαν ποτέ να ξεπεράσουν. Φυσικά, αυτό το τέρας τούς τάισε, τους έκανε πλούσιους, τους έδωσε φήμη και την αμέριστη αγάπη του παγκόσμιου κοινού, που όταν τους χάνει, πενθεί σαν να έχασε δικό του άνθρωπο. Εστω και αν, επί της ουσίας, δεν πενθεί ακριβώς για αυτούς, αλλά για τις φωτεινές και χωρίς βαθιές ρωγμές αντανακλάσεις τους.
Το πένθος που έχει καλύψει την υφήλιο για τον θάνατο του Μάθιου Πέρι είναι η απόδειξη ότι η οθόνη μπορεί να δημιουργεί μικρά θαύματα, χαρακτήρες που ζεσταίνουν τόσο την ψυχή σου, που τελικά ανοίγουν χαραμάδες για να μπουν μέσα της και να λειτουργήσουν σαν βάλσαμο. Μπορεί στην πραγματική ζωή να μη θέλαμε τον Μάθιου Πέρι για φίλο, αλλά ανακουφιζόμαστε με την ψευδαίσθηση ότι ένας Τσάντλερ μπορεί κάποτε να έρθει στη ζωή μας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News