Ο Ρίτσαρντ Ράουντρι, πρωταγωνιστής στις περισσότερες από τις ταινίες της κινηματογραφικής σειράς «Σαφτ», πέθανε σε ηλικία 81 ετών. Ο θάνατός του επιβεβαιώθηκε, όπως μεταφέρει η Washington Post, από τον για χρόνια μάνατζέρ του, Πάτρικ ΜακΚιν, και το πρακτορείο του, Artists & Representatives Agency.
«Ο ηθοποιός Ρίτσαρντ Ράουντρι απεβίωσε σήμερα το απόγευμα μετά από σύντομη μάχη με τον καρκίνο του παγκρέατος» ανέφερε η ανακοίνωση του ΜακΚιν. «Η οικογένειά του ήταν στο πλάι του». Ηταν παντρεμένος και χωρισμένος δύο φορές και είχε πέντε παιδιά.
Είχε γίνει ευρέως γνωστός ως Τζον Σαφτ, ο κύριος χαρακτήρας της αστυνομικής σειράς «Σαφτ», που περιλάμβαναν πέντε ταινίες και επτά τηλεταινίες.
Το πρώτο «Σαφτ», του 1971, διασκευάστηκε από το ομώνυμο μυθιστόρημα που έγραψε ο Ερνεστ Τάιντιμαν το 1970 και χάρισε τον πρώτο κινηματογραφικό ρόλο στον Ράουντρι.
Σύμφωνα με ένα προφίλ του το 2019 στους New York Times, «είχε υπάρξει μοντέλο, ηθοποιός θεάτρου και ταξιτζής, όταν ο καταξιωμένος μαύρος φωτογράφος και μετέπειτα σκηνοθέτης Γκόρντον Παρκς τον “βούτηξε” από ένα εκτροφείο βοοειδών».
Το «Σαφτ» και οι συνέχειές του μετέτρεψαν τον Ράουντρι σε σταρ του καλλιτεχνικού υποείδους blaxploitation, που είναι ένα πορτμαντό των λέξεων «black» και «exploitation». Το σινεμά exploitation περιλαμβάνει ταινίες που προσπαθούσαν να πετύχουν οικονομικά εκμεταλλευόμενες τις τάσεις μιας εποχής, απευθύνονταν σε πολύ συγκεκριμένο κοινό και συνήθως είχαν γκροτέσκο περιεχόμενο.
Συνήθως γίνονταν με μικρό μπάτζετ, θεωρούνταν χαμηλότερης ποιότητας και κατηγοριοποιούνταν ως B-movies, ωστόσο κάποιες κατάφεραν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των κριτικών και να αποκτήσουν φανατικό κοινό.
Το blaxploitation είχε στόχευση στα κοινά των Αφροαμερικανών που αναζητούσαν έναν «δικό τους» κινηματογραφικό ήρωα. Και ο Ράουντρι, ως «Σαφτ», ήταν αυτός.
Ο σταρ του blaxploitation θα εμφανιζόταν σε περισσότερες από 100 ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές, σύμφωνα με το IMDb. Οι τηλεοπτικές συμμετοχές του περιλαμβάνουν τις σειρές «Roots», «MacGyver», «Beverly Hills, 90210» και «Being Mary Jane».
Ο Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, ο οποίος πρωταγωνίστησε μαζί με τον Ράουντρι στη συνέχεια του Σαφτ το 2000, τον τίμησε στο Instagram: «Ο αυθεντικός, ο καλύτερος που το έκανε ποτέ!!!» έγραψε σε λεζάντα δίπλα σε μια φωτογραφία των δυο τους και του ηθοποιού Τζέσι Τ. Ασερ, ο οποίος πρωταγωνίστησε σε μια ακόμα συνέχεια, το 2019.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ως ιδιωτικός ντετέκτιβ της Νέας Υόρκης Τζον Σαφτ, ο Ράουντρι υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία μιας σειράς κερδοφόρων ταινιών της δεκαετίας του ’70 που παρουσίαζαν τους μαύρους με τρόπο που σπανίως συνηθιζόταν τότε στο εμπορικό αμερικανικό σινεμά: με αυτοπεποίθηση και σαγήνη, ισχυρούς και ικανούς, ως αυθεντικούς εκπροσώπους της αφροαμερικανικής κουλτούρας της εποχής.
«Οι ήρωες αυτών των ταινιών ήταν τραχείς, σκληροί και, το πιο σημαντικό απ’ όλα, ήταν νικητές» έγραψε το 2000 η μελετήτρια του κινηματογράφου Σούζαν Χέιγουορντ, όπως μεταφέρει το αμερικανικό Μέσο.
Με μαύρο δερμάτινο σακάκι και παχύ μουστάκι, υπό τους μουσικούς ήχους του Αϊζακ Χέις, ο Σαφτ περιφερόταν στους δρόμους με ευκολία και οι λευκοί αστυνομικοί έτρωγαν τη σκόνη του.
Για ορισμένους, βέβαια, το είδος blaxploitation παρουσίαζε μια αρνητική απεικόνιση των μαύρων πρωταγωνιστών του, ως υπερσεξουαλικών και βίαιων. Ο όρος επινοήθηκε το 1972 από τον επικεφαλής του παραρτήματος της NAACP στο Χόλιγουντ, Τζούνιους Γκρίφιν, ο οποίος πίστευε ότι οι ταινίες εκμεταλλεύονταν την επιθυμία του μαύρου κοινού για αναπαράσταση της πραγματικότητας, έγραψαν οι Ρόμπερτ Ρεπίνο και Τιμ Αλεν στο blog του Oxford University Press το 2013.
Για άλλους, «οι ισχυροί άνδρες και γυναίκες τους οποίους υποδύονταν οι πρωταγωνιστές, που ζούσαν σύμφωνα με τον δικό τους κώδικα, ήταν ενδυναμωτική. Οι αφροαμερικανοί χαρακτήρες που ευημερούσαν εκτός Νόμου αποτελούσαν παράδειγμα αναγκαίας απόρριψης ενός καταπιεστικού συστήματος».
Η ταινία του 1971 που σηματοδότησε την πρώτη εμφάνιση του Ράουντρι ως Σαφτ διατηρείται στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου.
Η Γκάμπριελ Γιούνιον, που πρωταγωνίστησε στο «Being Mary Jane» δίπλα Ράουντρι, τον περιέγραψε ως εξής: «ΠΑΝΤΑ ο πιο cool άνθρωπος στο δωμάτιο». Ο κόσμος «κυριολεκτικά έτρεχε να τον δει. Ηταν απλά ο καλύτερος και όλοι τον αγαπούσαμε» ανέφερε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στην ανακοίνωσή του, το πρακτορείο του Ράουντρι ανέφερε ότι «η πρωτοποριακή καριέρα του άλλαξε το πρόσωπο της ψυχαγωγίας σε όλον τον κόσμο και η διαρκής κληρονομιά του θα είναι αισθητή για τις επόμενες γενιές».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News