«Δεν έχω δει τόσο ήρεμα νερά από τότε που είμαι στο Φόρειν Οφις» έγραφε ο σερ Αρθουρ Νίκολσον, τέως πρεσβευτής της Βρετανίας στη Ρωσία και υφυπουργός Εξωτερικών της χώρας, τον Μάιο του 1914, αναφερόμενος στην κατάσταση της διεθνούς σκηνής. Σύντομα, ωστόσο, τα ήρεμα νερά επρόκειτο να διαδεχθεί μια ανείπωτη τρικυμία.
Στις 28 Ιουνίου εκείνης της χρονιάς ο σερβοβόσνιος φοιτητής Γκαβρίλο Πρίντσιπ δολοφόνησε στο Σεράγεβο τον διάδοχο του αυστροουγγρικού θρόνου, Φραγκίσκο Φερδινάνδο, ενώ οι αποφάσεις που ελήφθησαν τις εβδομάδες που ακολούθησαν άλλαξαν τον κόσμο για πάντα: σύντομα όλη η Ευρώπη βρισκόταν σε πόλεμο, ο οποίος, όχι πολύ αργότερα, επεκτάθηκε στην Ασία και στην Αφρική.
Μέσα σε μια τετραετία σκοτώθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι και τραυματίστηκαν πολλοί περισσότεροι, η Ρωσία βρέθηκε στη δίνη μιας επανάστασης, κατάληξη της οποίας θα ήταν ο κομμουνιστικός αυταρχισμός, ενώ επήλθε και το τέλος της εποχής των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών (αν και κάποιες, όπως η βρετανική, θα συνέχιζαν να υφίστανται μεν για κάποιο διάστημα, αλλά σημαντικά αποδυναμωμένες).
Κανείς δεν είχε προβλέψει καμία από τις παραπάνω κοσμοϊστορικές εξελίξεις, όπως κανείς δεν προείδε την πολυμετωπική επίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς κατά του Ισραήλ την 7η Οκτωβρίου του 2023. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, ο Τζέικ Σάλιβαν, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, είχε μιλήσει με αισιοδοξία για τις αλλαγές στη Μέση Ανατολή και για τις ελπίδες του –που συμμερίζονταν πολλοί στην περιοχή– για σταθερότητα. «Η περιοχή της Μέσης Ανατολής είναι περισσότερο ήσυχη σήμερα από όσο υπήρξε εδώ και δύο δεκαετίες» είπε, συμμετέχοντας στο Φεστιβάλ Δημοσιογραφίας του The Atlantic την 29η Σεπτεμβρίου.
Ωστόσο, «έπειτα από οκτώ ημέρες η Χαμάς ξεκίνησε μια επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων Εβραίων από οποιαδήποτε άλλη μέρα μετά το Ολοκαύτωμα. Η φρίκη αυτών των σκηνών είναι σχεδόν αδύνατο να περιγραφεί, από τους θαμώνες του φεστιβάλ που γαζώνονται εν ψυχρώ μέχρι την αρπαγή ομήρων, πολλοί από τους οποίους είναι γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι» γράφει σε άρθρο στην Telegraph o Πίτερ Φράνκοπαν. «Τα αντίποινα […] είναι και αυτά φρικιαστικά, με πολυώροφα κτίρια να καταρρέουν αφού ισοπεδώνονται από πυραυλικές επιθέσεις» προσθέτει ο διακεκριμένος βρετανός ιστορικός, καθηγητής Παγκόσμιας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Προς το παρόν, αρκετοί εξακολουθούν να πιστεύουν πως ο πόλεμος στη Γάζα δεν θα προκαλέσει μια γενική ανάφλεξη στην περιοχή, όμως τόσο το Ιράν όσο και η Χεζμπολάχ έχουν σκληρύνει ξεκάθαρα τη στάση τους. Την προηγούμενη Παρασκευή, ο Χοσεΐν Αμίρ-Αμπντολαχιάν, υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, έκανε λόγο από τον Λίβανο για «εγκλήματα πολέμου» του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων, που «αναμφίβολα θα πυροδοτήσουν μια συλλογική απάντηση από τον άξονα της αντίστασης». Και ο Ναΐμ Κάσεμ, υπαρχηγός της Χεζμπολάχ, δήλωσε πως οι εκκλήσεις (από τις μεγάλες δυνάμεις, τον ΟΗΕ και διάφορες αραβικές χώρες) να μην παρέμβει η Χεζμπολάχ στον πόλεμο «δεν θα έχουν αποτέλεσμα».
«Αυτά όσον αφορά την ειρήνη και την ηρεμία στη Μέση Ανατολή» συνοψίζει ο βρετανός ιστορικός. Εξηγεί, ωστόσο, ότι όντως αποτελεί «έκπληξη» το γεγονός πως ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με την πιο σοβαρή κρίση στην περιοχή μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, καθώς υπήρχαν πράγματι πολλά σημάδια υπέρ της προόδου και της ειρήνης, όπως είχε υποστηρίξει ο Τζέικ Σάλιβαν.
Οι Συμφωνίες του Αβραάμ, που υπογράφηκαν το 2020, εξομάλυναν τις σχέσεις του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν (και το Μαρόκο και το Σουδάν στη συνέχεια). Μόλις τον περασμένο μήνα, ο διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν είχε δώσει μια σπάνια συνέντευξη στην οποία είχε υπαινιχθεί ότι η αναγνώριση του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία «πλησίαζε μέρα με τη μέρα» – εν αναμονή της δημιουργίας ενός βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους.
«Για εμάς το παλαιστινιακό ζήτημα είναι πολύ σημαντικό» είπε. «Πρέπει να λύσουμε αυτό το κομμάτι. Ελπίζουμε ότι θα φτάσει σε ένα σημείο που θα βελτιωθεί η ζωή των Παλαιστινίων και θα αναδειχθεί το Ισραήλ ως παίκτης στη Μέση Ανατολή» είχε πει ο σαουδάραβας ντε φάκτο ηγέτης της χώρας.
Πλέον, όμως, το ενδεχόμενο μιας επανευθυγράμμισης στη Μέση Ανατολή, μιας λύσης δύο κρατών ή μιας συμφωνίας με το Ισραήλ «μοιάζει περισσότερο αδιανόητο παρά μακρινό. Η επίθεση στο Ισραήλ θα έχει σοβαρές προεκτάσεις, η σημασία των οποίων είναι δύσκολο να υποτιμηθεί» υπογραμμίζει ο Πίτερ Φράνκοπαν στην ανάλυσή του.
Καταρχάς, το σοκ που προκάλεσε στους Ισραηλινούς η αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών να προβλέψουν την απειλή, αλλά και η ανεπαρκής συντονισμένη απόδοση του στρατού για την ταχεία αντιμετώπισή της, «θα αναδιαμορφώσει ένα ήδη εύθραυστο πολιτικό τοπίο στη χώρα».
Εάν αληθεύει πως οι αιγυπτιακές μυστικές υπηρεσίες είχαν προειδοποιήσει τους Ισραηλινούς για μια επικείμενη επίθεση τρεις ημέρες νωρίτερα, «τότε πρέπει να τεθούν σοβαρά ερωτήματα όχι μόνο όσον αφορά τους λόγους που οι όποιες ειδοποιήσεις δεν ελήφθησαν πιο σοβαρά υπόψη, αλλά και για την κατεύθυνση της κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου, καθώς και την πιθανή απόσπαση της προσοχής που προκαλείται από τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις που έχουν πυροδοτήσει αυτό που ορισμένοι αναλυτές χαρακτηρίζουν ως τη σοβαρότερη συνταγματική και πολιτική κρίση από την ίδρυση (του Ισραήλ) πριν από 75 χρόνια» σημειώνει ο βρετανός ιστορικός.
Οσον αφορά την ευρύτερη περιοχή, οι αντιδράσεις ορισμένων ήταν αναμενόμενες. Το υπουργείο Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας εξέδωσε μια δήλωση, μην αναφέροντας τίποτα για τις σκηνές φρίκης που εκτυλίχθηκαν στο μουσικό φεστιβάλ στην έρημο Νεγκέβ, όπου σφαγιάστηκαν τουλάχιστον 260 άνθρωποι, αλλά σημειώνοντας ότι είχε απευθύνει «επαναλαμβανόμενες προειδοποιήσεις για τους κινδύνους έκρηξης της κατάστασης, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης κατοχής, της στέρησης των νόμιμων δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού και της επανάληψης συστηματικών προκλήσεων κατά των ιερών του».
Οπως εξηγεί ο Φράνκοπαν, δεν προκαλεί εντύπωση ότι η Σαουδική Αραβία στην προκειμένη περίπτωση επέλεξε να θέσει στο περιθώριο την πιθανή εξομάλυνση των σχέσεών της με το Ισραήλ και να εκφράσει την υποστήριξη της στους Παλαιστίνιους, που καλούνται εκ νέου να υπομείνουν μια ανείπωτη κρίση. Σύμφωνα με τον ιστορικό της Οξφόρδης, περισσότερο αξιοσημείωτες είναι αποφάσεις που ελήφθησαν πιο μακριά, στην Κίνα για παράδειγμα.
Στην αρχική του δήλωση, ούτε το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών δεν ανέφερε κάτι για τους θανάτους περισσότερων από 1.200 ανθρώπων στο Ισραήλ, επισημαίνοντας απλώς την ανησυχία του «για την τρέχουσα κλιμάκωση της έντασης» και καλώντας «τα εμπλεκόμενα μέρη να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους, να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να τερματίσουν άμεσα τις εχθροπραξίες για την προστασία των αμάχων και την αποφυγή περαιτέρω επιδείνωσης της κατάστασης». Σύμφωνα με το Πεκίνο, ο καταλληλότερος τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης θα ήταν «η εφαρμογή της λύσης των δύο κρατών και η ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους».
Η διφορούμενη δήλωση του κινεζικού ΥΠΕΞ επικρίθηκε έντονα από τον Γιουβάλ Γουάκς, ανώτερο διπλωμάτη, μέλος της ισραηλινής αποστολής στην Κίνα, σημειώνοντας πως το Ισραήλ ανάμενε «σκληρότερη καταδίκη» της Χαμάς και των πράξεών της, προσθέτοντας ότι «όταν οι άνθρωποι δολοφονούνται, σφαγιάζονται στους δρόμους» δεν είναι «η στιγμή για να ζητηθεί λύση δύο κρατών».
Ενώ η Μάο Νινγκ, η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, ήταν πιο ξεκάθαρη την επόμενη ημέρα, καταδικάζοντας τις επιθέσεις της Χαμάς, οι αναλυτές έσπευσαν να τονίσουν ότι η αναφορά του Πεκίνου σε μια λύση δύο κρατών αποτελεί μια απομάκρυνση από τη συνήθη θέση του περί μη παρέμβασης σε εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών.
Επιπλέον, δεδομένων των μακροχρόνιων και σημαντικών εμπορικών δεσμών της Κίνας με το Ισραήλ, ιδίως στον τομέα της Αμυνας και της υψηλής τεχνολογίας, η αποφυγή εκδήλωσης δημόσιας υποστήριξης του Ισραήλ ερμηνεύεται ως ένδειξη της σημασίας του αραβικού κόσμου και των πετρελαιοπαραγωγών κρατών του Κόλπου για το Πεκίνο.
Οσον αφορά τη στάση της Ρωσίας, «εάν το Πεκίνο βλέπει τις εξελίξεις μέσα από το πρίσμα ενός νέου κόσμου που σχηματίζεται, τότε το ίδιο ισχύει και για τη Μόσχα – που έχει τα δικά της συμφέροντα στην επέκταση της αναστάτωσης τόσο σε περιφερειακό επίπεδο όσο και πέραν αυτού» γράφει ο Πίτερ Φράνκοπαν.
Στοιχεία για ρωσική ανάμειξη στην τρέχουσα κρίση δεν υπάρχουν ούτε για υποστήριξη της Χαμάς και της δράσης της από τη Μόσχα. Ωστόσο, η Ρωσία εμπλέκεται εδώ και μια δεκαετία στη Συρία, ενώ στο πλαίσιο του πολέμου που μαίνεται στην Ουκρανία, προέβη στη σύσφιξη των σχέσεών της με το Ιράν.
Επιπλέον, ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν έχασε την ευκαιρία να κουνήσει το δάχτυλο στις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας πως οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου δεν ήταν αποτέλεσμα της καταπίεσης των Παλαιστινίων από το Ισραήλ ούτε της πυγμής με την οποία η Χαμάς διοικεί τη Γάζα και της επιθυμίας της να προκαλέσει χάος στην περιοχή. Σύμφωνα με τον ρώσο πρόεδρο, «αυτό είναι ένα ζωντανό παράδειγμα της αποτυχίας της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή».
Ο Πίτερ Φράνκοπαν εξηγεί πως η εκδοχή του Κρεμλίνου «θα βρει γόνιμο έδαφος σε πολλά μέρη του κόσμου σε μια εποχή πολιτικού και οικονομικού κατακερματισμού». Για τον Πούτιν, η κρίση στη Μέση Ανατολή ξέσπασε την κατάλληλη στιγμή, όχι μόνο επειδή αποσπά την προσοχή από τον πόλεμο στην Ουκρανία και παρέχει στη Μόσχα την ευκαιρία να κατηγορήσει τη Δύση «για τις αμαρτίες άλλων», αλλά και λόγω μιας άλλης παρενέργειας των γεγονότων των τελευταίων ημερών.
Ο βρετανός ιστορικός αναφέρεται στην «ενίσχυση των ιδεών που διατηρούνται σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο, αλλά κυρίως στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όσον αφορά το ότι ο κόσμος βρίσκεται σε μετάβαση, ότι εισερχόμαστε ή έχουμε ήδη εισέλθει σε μια εποχή σκότους, ότι υπάρχουν απειλές σε κάθε γωνιά – από τις επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών μέχρι τους φόβους για την κλιματική αλλαγή, από τις ανησυχίες για τη μαζική μετανάστευση έως εκείνες για την πόλωση της πολιτικής».
Σχετικά με τη συνέχεια, σημειώνει πως ένας λογικός τρόπος αντιμετώπισης παρόμοιων καταστάσεων πιέσεων είναι η αποστασιοποίηση από αυτές. Οπότε, μια πιθανή συνέπεια του νέου πολέμου μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, θα μπορούσε να ήταν μια στροφή προς τον απομονωτισμό, εξέλιξη η οποία όσα προβλήματα θα λύσει, άλλα τόσα θα δημιουργήσει.
Ο Πίτερ Φράνκοπαν επικαλείται τον Κέβιν Ραντ, τον πρώην πρωθυπουργό της Αυστραλίας, ο οποίος το 2021 είχε σημειώσει πως «ζούμε στη δεκαετία του ζην επικινδύνως». Ο αυστραλός πολιτικός αναφερόταν στην αντιπαλότητα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Αλλά η άποψή του θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ένα εντελώς νέο σύνολο αντιπαλοτήτων που έκτοτε έχουν ενταθεί, καταρχάς μεταξύ των μεγάλων γεωπολιτικών μπλοκ, της Δύσης από τη μία πλευρά και της Κίνας και της Ρωσίας από την άλλη.
Επιπλέον, η κατάσταση καθίσται ακόμη πιο περίπλοκη μέσω της δημιουργίας νέων ή της διεύρυνσης παλιών συμμαχιών όπως η ομάδα BRICS, στην οποία πέρα από τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική, από τον ερχόμενο Ιανουάριο θα ανήκουν επίσης η Αίγυπτος, η Αιθιοπία, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αργεντινή.
«Καθώς εκτυλίσσονταν τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1914, μεγάλες δυνάμεις, ακόμη και αυτοκρατορίες, πόνταραν στην ικανότητά τους να λαμβάνουν σωστές παρά βιαστικές αποφάσεις. Καθώς η εκδίκηση για τη φρίκη της 7ης Οκτωβρίου θα βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής τις επόμενες ημέρες και πιθανότατα θα εντείνεται με τραγικές συνέπειες, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας μερικά από τα χειρότερα μαθήματα της ιστορίας και να βεβαιωθούμε ότι δεν θα επαναληφθούν» καταλήγει ο Πίτερ Φράνκοπαν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News