Από την ωραία, μεστή περιεχομένου και απόλυτα διαφανή λέξη συζητώ τού Πλάτωνος, που σημαίνει «ζητώ μαζί με τον συνομιλητή μου την αλήθεια των πραγμάτων», όλο και περισσότερο προτιμούμε να κουβεντιάζουμε, να μαζευόμαστε για κουβεντολόι. Παύουμε δηλαδή λεξιλογικά να συζητούμε σοβαρά και κουβεντιάζουμε χαλαρά. Συχνά, έτσι κουβέντα να γίνεται! Περάσαμε από «την από κοινού (συν) ζήτηση τής αλήθειας των πραγμάτων που μάς απασχολούν», δηλαδή από τη συν-ζήτηση (παράγωγο τού συν-ζητῶ), στην «από κοινού συνάντηση, στην συνάθροιση», την κουβέντα, σε αυτή την αδιαφανή σημασιακά ξενικής προελεύσεως λέξη (από το λατινικό conventus «συν-έλευση», παράγωγο τού «συν-έρχομαι» con-venio). Καλή είναι η κουβέντα στην παρέα, όταν μιλάμε μεταξύ μας φιλικά, χαλαρά, για κοινωνικά και άλλα σχόλια, αλλά στη Βουλή, σε επίσημες συναντήσεις ή σοβαρές τηλεοπτικές συνεντεύξεις και συνομιλίες, επιβάλλεται να γίνεται συζήτηση, με επιχειρήματα, αποδεικτικά στοιχεία και δεσμεύσεις.
Στον Κρατύλο τού Πλάτωνος, τον διάλογο «περί ὀνομάτων ὀρθότητος», διαβάζουμε:
«οὔκουν οἶδα πῇ ποτε τὸ ἀληθὲς ἔχει περὶ τῶν τοιούτων· συζητεῖν μέντοι ἕτοιμός εἰμι καὶ σοὶ καὶ Κρατύλῳ κοινῇ».
Στον δε «Μένωνα» τού Πλάτωνος, πάλι, διαβάζουμε:
«αἱροῦνται γοῦν αὐτὸν ἐπὶ τὰς μεγίστας ἀρχάς. δίκαιον δὴ μετὰ τοιούτων ζητεῖν ἀρετῆς πέρι διδασκάλους, εἴτ’ εἰσὶν εἴτε μή, καὶ οἵτινες. σὺ οὖν ἡμῖν, ὦ Ἄνυτε, συζήτησον, ἐμοί τε καὶ τῷ σαυτοῦ ξένῳ Μένωνι τῷδε, περὶ τούτου τοῦ πράγματος τίνες ἂν εἶεν διδάσκαλοι».
Μιλούν σοβαρά για σπουδαία θέματα και αναζητούν από κοινού την αλήθεια των πραγμάτων, συζητούν. Δεν κουβεντιάζουν απλώς για να βρίσκονται μαζί και να περνάει η ώρα.
Αντίθετα για την κουβέντα (αρχικά κόμβεντος και κομβέντος) διαβάζουμε στο «Λεξικό τής Μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας» τού αειμνήστου καθηγητή Εμανουήλ Κριαρά:
«Ήλθεν… στα Ιωάννινα∙ με τον Μουρίκην έσμιξαν και έκαναν κουβέντες» [Χρονικό των Τόκκων της Κεφαλληνίας 1799],
για δε το κουβεντιάζω στο ίδιο Λεξικό:
«Μα κείνος… είπεν-του: Με το βασιλιό ήθελα κουβεντιάζει…» [Τζάνε Κρητικός πόλεμος 404]
και για το κουβέντιασμα:
«όσα γενήκαν στο νησί, ετούτα τού ’πε πρώτα. Μα μέσα στο κουβέντιασμα τρεις ώρες είχε μείνει» [Τζάνε Κρητικός πόλεμος 403]
Για να μη παρεξηγηθώ, κι εμένα μού αρέσει η κουβέντα και απολαμβάνω την κουβεντούλα. Στο Λεξικό μου, μάλιστα, αναφέρω πλήθος φράσεων που αναφέρονται στην κουβέντα:
μια και το ’φερε η κουβέντα, έχω όρεξη για κουβέντα, δεν έχω ώρα για κουβέντα, ήρθε η κουβέντα, αλλάζω (την) κουβέντα, ανοίγω / πιάνω κουβέντα, ψιλή κουβέντα, κουβέντα να γίνεται, μην κάνεις κουβέντα, μετρημένες / μεγάλες κουβέντες, βαριά κουβέντα, μισές κουβέντες, δεν του παίρνεις κουβέντα, θέλω έναν άνθρωπο να πω κι εγώ δυο κουβέντες, πετάω μια κουβέντα, θα σου πω καμιά κουβέντα!, κουβέντες τού αέρα, αλλάζω κουβέντες (με κάποιον), δεν μου πέφτει κουβέντα, χωρίς δεύτερη κουβέντα, δεν ακούω κουβέντα, δεν σηκώνω κουβέντα, δεν σηκώνω πολλές κουβέντες, δεν έχω πολλές κουβέντες, δεν θέλω κουβέντες μαζί, μια κουβέντα είπα!
Αυτά, έτσι, κουβέντα να γίνεται. Μη βαρύνουμε το πράγμα με συζήτηση.
Τηρουμένων των αναλογιών, είναι ανάλογη η μετάβαση από τον διάλογο στον (ετυμολογικά) διαπληκτισμό, δηλαδή στην «ανταλλαγή χτυπημάτων», στην τηλεμαχία, στο ντιμπέιτ. Οπως έλεγα παλιότερα: «Η λέξη debate τής Αγγλικής προήλθε από το γαλλικό débattre, που ανάγεται σε μεσαιωνικό γαλλικό debatre “μάχομαι” από το λατινικό battuo “χτυπώ, καταφέρνω χτυπήματα, πλήγματα”».
Η βασική έννοια δηλαδή τού debate είναι ό,τι τού ελληνικού διαπληκτίζομαι, δηλαδή «ανταλλάσσω χτυπήματα». Αν λοιπόν αυτό που θέλουμε να δηλώσουμε είναι η ανταλλαγή πληγμάτων, ο όρος ντιμπέιτ θα ήταν ο καταλληλότερος. Αν μάλιστα μάς ενδιέφερε η ακριβής του απόδοση στα Ελληνικά, θα μπορούσαμε να καταφύγουμε ακόμη και στη λέξη διαπληκτισμός».
Ελεγα ακόμη και το επαναλαμβάνω και σήμερα ότι είναι τραγικό –αν δεν είναι μερικές φορές κωμικοτραγικό– η χώρα που γέννησε τον διάλογο ως το προϊόν τής διαδικασίας τού διαλέγεσθαι, με άμεσες ή έμμεσες αναφορές στη λογική-φιλοσοφική έννοια τής διαλεκτικής, να καταφεύγει σε έννοιες-λέξεις-διαδικασίες τύπου ντιμπέιτ!
Να έχεις δώσει στον διεθνή λεξιλογικό θησαυρό τα αγγλ. dialogue, γαλλ. dialogue, γερμ. Dialog κ.λπ., να έχεις δώσει τα αγγλ. dialectics, γαλλ. dialectique, γερμ. Dialektik κ.τ.ό. και όταν χρειάζεται να εκφραστείς ο ίδιος ως πολίτης και πολιτικός με τρόπο γλωσσικά και εννοιολογικά διαφανή, ώστε να σε καταλαβαίνουν όλοι ανεξαιρέτως οι Ελληνες, να καταφεύγεις (για εντυπωσιασμό; για πολιτικό γόητρο; από μιμητισμό;) σε «ντιμπέιτ» και, το χειρότερο, σε συζητήσεις και κατασκευές εφαρμογής τού «ντιμπέιτ» ή των «ντιμπέιτς» (και αυτό ακούστηκε!), δηλαδή να καταφεύγεις σε «ντιμπεϊτολογίες» και «ντιμπεϊτολογήματα»…
* Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News