Εν καιρώ ειρήνης –και ανάγκης– όλα μοιάζουν απλούστερα. Στην αναταραχή του πολέμου, όμως, αποκαλύπτονται οι πραγματικές θέσεις και προθέσεις. Και ενώ μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία, αλλά και την επιβλητική νίκη του στις προεδρικές εκλογές, ο Ταγίπ Ερντογάν φάνηκε να στρέφεται ξανά προς τη Δύση, η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή έγινε η αιτία να έρθει ξανά στην επιφάνεια το αληθινό πρόσωπό του. Αλλά και να αναδειχθούν οι στρατηγικοί στόχοι του στο κομβικό σταυροδρόμι που ενώνει τη Δύση με την Ανατολή.
Σε μια ομιλία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έως και ιστορική, ο Ερντογάν επιτέθηκε ευθέως και σφοδρά κατά των Αμερικανών. Αυτούς με τους οποίους, υποτίθεται, βρισκόταν ένα βήμα πριν από τη συμφωνία «ανταλλαγής» των F-16 με την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Ο τούρκος πρόεδρος κατηγόρησε την Ουάσινγκτον ότι είναι αυτή που ενισχύει διαχρονικά τις τρομοκρατικές οργανώσεις στη Μέση Ανατολή, προκαλώντας το χάος που επικρατεί σήμερα.
Ολα συνέβησαν σχεδόν σε παράλληλο επίπεδο: Ο Μπάιντεν μιλούσε για τη Χαμάς ως το απόλυτο, ανόθευτο κακό που εξαπολύεται στον κόσμο, παραλληλίζοντας τις τρομοκρατικές επιθέσεις και τις δολοφονίες αμάχων με το Ολοκαύτωμα. Και υποσχόταν στον λαό του Ισραήλ όση βοήθεια χρειαστεί για να προστατευθεί.
Σε παντελώς αντίθετη κατεύθυνση, ο Ερντογάν κατηγόρησε στεγνά τον Μπάιντεν για την αποστολή του αμερικανικού αεροπλανοφόρου στα ανοικτά του Ισραήλ – κάνοντας, προφανώς, ότι δεν γνωρίζει πως το Ισραήλ είναι ο φυσικός σύμμαχος των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή. Και πως τα ευρύτερα συμφέροντα των δύο αυτών δυνάμεων αλληλεξαρτώνται και αλληλοσυμπληρώνονται.
Ο τούρκος πρόεδρος, όμως, δεν έμεινε εκεί. Κατήγγειλε δημοσίως τους Αμερικανούς ως χρηματοδότες τρομοκρατικών οργανώσεων στη Μέση Ανατολή, ενώ έστρεψε τα πυρά του και εναντίον του Ισραήλ, με το οποίο έως πρότινος αγκομαχούσε να συγκλίνει: «Το Ισραήλ πρέπει να θυμάται ότι, αν συμπεριφέρεται ως οργάνωση και όχι ως κράτος, θα καταλήξει να αντιμετωπίζεται ως οργάνωση». Μια βαρύτατη προσβολή, την ώρα που οι Ισραηλινοί βιώνουν μια από τις πλέον τραγικές στιγμές της Ιστορίας τους.
Δεν υπήρχε περίπτωση ο Ερντογάν να χάσει την ευκαιρία. Το ισλαμιστικό ακροατήριό του ταυτίζεται με τον αγώνα της σουνιτικής Χαμάς εναντίον του κράτους του Ισραήλ. Και δεν το αγγίζουν οι πλέον απωθητικές εικόνες από τις σφαγές αμάχων –παιδιών, γυναικών και νέων– που κάνουν το γύρο του κόσμου. Ενθυμούμενος το παλιό γινάτι του, ξανά εν γένει αντιδυτικός και εχθροπαθής κατά του Τελ Αβίβ, ο τούρκος πρόεδρος αναδεικνύει εαυτόν ως δυνάμει προστάτη των απανταχού μουσουλμάνων. Πώς, άλλωστε, θα ενδυθεί τον ρόλο του αναβιωτή του νεο-οθωμανικού οράματος, με το οποίο πορεύεται τα τελευταία χρόνια;
Εκτός, όμως, από τις ταυτοτικές ανησυχίες του Ερντογάν, υπάρχει και η διπλωματική ουσία. Η Αγκυρα είναι συστηματικός χρηματοδότης της Χαμάς – όπως υπήρξε και του ISIS. Το ίδιο και το Κατάρ. Μπορεί αρχικά ο Ερντογάν να διεκδίκησε θέση διαμεσολαβητή-«σωτήρα» –του την πρόσφεραν, άλλωστε, απλόχερα οι Αμερικανοί–, αλλά όσο περνούν οι μέρες και η μεσανατολική διένεξη φουντώνει, συντάσσεται σαφώς κατά του Ισραήλ, άρα κατά και των νατοϊκών συμφερόντων.
Η Τουρκία ξανά –και μάλιστα σε μια ακόμα πιο κομβική συγκυρία για το μέλλον του Δυτικού Κόσμου– συμβαδίζει στρατηγικά με τη Ρωσία. Οπως και με το Ιράν. Κόντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και την Αίγυπτο. Αρκεί να θυμηθεί κανείς, λίγους μήνες πριν, την ιστορική φωτογραφία με τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ να σηκώνει εκατέρωθεν τα χέρια του Πούτιν και του Ερντογάν μετά την τριμερή στην Τεχεράνη.
Είναι πλέον φανερό ότι η Τουρκία θεωρεί πως είναι σε θέση να μετατραπεί σε έναν από τους κεντρικούς πυρήνες του αναδυόμενου πολυπολικού κόσμου. Οτι θα είναι μια χώρα που δεν θα ακολουθεί, αλλά θα διαμορφώνει ανεξάρτητη τις περιφερειακές εξελίξεις. Οτι θα είναι μια χώρα-ηγεμόνας στην Ανατολική Μεσόγειο, τον Καύκασο και τη Μέση Ανατολή. Οτι θα μπορεί ανενόχλητη να εισβάλλει στην επικράτεια τρίτων χωρών, να απειλεί με αναθεώρηση των συνόρων και να βομβαρδίζει ανεξέλεγκτα θέσεις των Κούρδων στη Συρία και το Ιράκ, ερχόμενη σε ευθεία ένοπλη σύγκρουση με τις –κατά τα άλλα συμμαχικές– αμερικανικές δυνάμεις.
Προκειμένου όμως να γίνουν όλα αυτά, ο Ερντογάν δεν θέλει να δεσμεύεται από συμμαχικές υποχρεώσεις και προαπαιτούμενα. Ισως είναι η Δύση αυτή που θα πρέπει πρώτη να σκεφτεί το μέλλον της άνευ της Τουρκίας ως βασικό έρεισμα στην ευρύτερη περιοχή. Ή, τουλάχιστον, να εμπεδώσει την αλλοπρόσαλλη και, κυρίως, αναξιόπιστη συμπεριφορά της και να πράξει καταλλήλως.
Εντός αυτού του πολύπλοκου και γεμάτου ανατροπές πλαισίου, η Ελλάδα πρέπει να αναλύσει τα νέα δεδομένα και ενόψει του διαλόγου με την Τουρκία να αποκωδικοποιήσει τη στρατηγική της Αγκυρας. Αν, όπως πολλοί πιστεύουν, η ελληνοτουρκική προσπάθεια σύγκλισης περνά μέσα από τις ευρωτουρκικές σχέσεις ή εξαρτάται από τις ευρωαμερικανικές σχέσεις, τότε μάλλον τους επόμενους μήνες θα βρεθούμε μπροστά σε νέα δεδομένα. Τα οποία και οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News