Οταν, το 1990, η βρετανική μπάντα House Of Love κυκλοφορούσε το τραγούδι «The Beatles and The Stones», η κόντρα ανάμεσα στους οπαδούς των δύο κορυφαίων συγκροτημάτων της δεκαετίας του 1960 βρισκόταν στο ναδίρ της. Οι ιστορικοί της ποπ είχαν ήδη χύσει τόνους μελάνι και η υστεροφημία και των δύο ήταν ήδη εξασφαλισμένη – μόνο κάποιοι φανατικοί μουσικόφιλοι εξακολουθούσαν να καβγαδίζουν σε παρέες για το ποιο από τα δύο συγκροτήματα ήταν σημαντικότερο.
Δύο δεκαετίες νωρίτερα, όμως, η αντιπαλότητα ανάμεσα στα «Σκαθάρια» και τις «Πέτρες» είχε χωρίσει τους ακροατές σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα – οι μεν θεωρούσαν ότι χωρίς τους Beatles δεν θα υπήρχε μια ολόκληρη βιομηχανία μουσικής και διασημοτήτων, οι δε ότι οι Stones θεμελίωσαν το σύγχρονο ροκ-εν-ρολ. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια ώστε η Ιστορία να καταδείξει πως και οι δύο πλευρές είχαν δίκιο.
Η είδηση ότι τα εναπομείναντα μέλη των δύο σούπεργκρουπ θα συνεργάζονταν σε ένα τραγούδι του νέου άλμπουμ των Rolling Stones «έσκασε» στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου και ενθουσίασε τους ποπ φαν, δίνοντας τέλος στα απομεινάρια αυτής της ξεθωριασμένης κόντρας. Η εν μέρει επιβεβαίωση της είδησης ήρθε προ μηνός από τα πιο επίσημα χείλη –τα εμβληματικά του Μικ Τζάγκερ– όταν οι Stones ανακοίνωσαν σε ειδική εκδήλωση την κυκλοφορία του άλμπουμ «Hackney Diamonds».
Ο Μικ δήλωσε ότι ο ΜακΚάρτνεϊ έχει συμμετάσχει στην ηχογράφηση ενός τραγουδιού του δίσκου, ο οποίος θα κυκλοφορήσει στα τέλη Οκτώβρη, χωρίς όμως να επιβεβαιώσει τη συμμετοχή του Ρίνγκο Σταρ – που όλα δείχνουν ότι ήταν μάλλον ράδιο αρβύλα. Σε κάθε περίπτωση, η πρώτη σύμπραξη μέλους των Beatles σε τραγούδι των Stones επανέφερε το αιώνιο ερώτημα κοινού και κριτικών: Πόση βάση είχε η φημολογούμενη κόντρα των δύο συγκροτημάτων στη δεκαετία του 1960;
Οπως συμβαίνει συνήθως, η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Η κόντρα των δύο γκρουπ ήταν κατά 80% κατασκευασμένη από τους εκατέρωθεν μάνατζερ για λόγους μάρκετινγκ και κατά 20% πραγματική. Αλλά ακόμη και αυτό το μικρό ποσοστό αληθινής αντιπαλότητας σπανίως αφορούσε έλλειψη σεβασμού για την εκατέρωθεν καλλιτεχνική ποιότητα της δουλειάς τους.
Οι Beatles κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο σινγκλ τους, «Love Me Do», τον Οκτώβριο του 1962, ενώ οι Stones κυκλοφόρησαν το δικό τους, «Come On», τον Ιούνιο του 1963. Ο Κιθ Ρίτσαρντς αναφέρει στην αυτοβιογραφία του ότι αυτός και ο Μικ ζήλευαν την άνεση και τη συχνότητα με την οποία τα «Σκαθάρια» συνέθεταν τα τραγούδια τους. Η πρώιμη αντιπαλότητα των συγκροτημάτων ήταν γνήσια – και ήταν απόηχος του πραγματικού δράματος που έπαιζε μεταξύ των μάνατζέρ τους.
Ο μάνατζερ των Stones, Αντριου Λουγκ Ολνταμ, είχε συνεργαστεί με τον μάνατζερ των Beatles, Μπράιαν Επστάιν. Μαζί είχαν βοηθήσει να διαμορφωθεί η εικόνα της μπάντας του Λίβερπουλ, αλλά ο Επστάιν είχε απολύσει τον Ολνταμ μετά από καυγά. «Ημασταν το όργανο της εκδίκησης [του Ολνταμ] στον Επστάιν» έγραψε ο Κιθ στην αυτοβιογραφία του. Ο Ολνταμ προσπάθησε να κερδίσει τους Beatles στο δικό τους παιχνίδι, φορώντας στους Stones κοστούμια παρόμοια με εκείνα των Fab Four.
Αλλά το συγκρότημα τα απεχθανόταν, οπότε ο Ολνταμ πήρε την αντίθετη κατεύθυνση: αυτή των αντι-Beatles. Η ιδέα, λέει ο Ρίτσαρντς, ήταν «να κάνουμε τα πάντα λάθος, τουλάχιστον με βάση την άποψη της σόουμπιζ. Εχεις τους Beatles, οι μαμάδες και οι μπαμπάδες τους αγαπούν, αλλά θα άφηνες την κόρη σου να τους παντρευτεί;» Οι Stones καλλιέργησαν μια κουρελιασμένη εικόνα, ποτέ δεν χαμογελούσαν στις φωτογραφίες, δεν ντύνονταν ποτέ ομοιόμορφα και δεν είχαν ποτέ ασορτί κούρεμα.
Κάπως έτσι, η αντιπαλότητα των μάνατζερ έφερε τον διχασμό των φαν. Πέρα, όμως, από τις αντίθετες δημόσιες εικόνες των δύο γκρουπ, και τα μουσικά ακούσματα τους ήταν διαφορετικά. Η μπάντα από το Λίβερπουλ είχε λευκά αμερικανικά (Μπάντι Χόλι, Everly Brothers, ροκ-εν-ρολ γενικότερα) και βρετανικά φολκ πρότυπα, ενώ οι «αλήτες» του Λονδίνου άκουγαν φανατικά μαύρη αμερικανική μπλουζ – γεγονός που αμέσως έκανε τον ήχο τους να ακούγεται πιο αμερικανικός παρά αγγλικός.
Οι δημόσιες κόντρες μεταξύ των μελών των δύο γκρουπ υπήρξαν ελάχιστες στα 60 χρόνια από τη δημιουργία τους. Σε μια συνέντευξη του 2015 στο περιοδικό Esquire ο Ρίτσαρντς αποκάλεσε το άλμπουμ «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band» «μια μίξη σκουπιδιών». Υποστήριξε ότι δεν υπήρχε «πολλή roots [με παραδοσιακή βάση] μουσική» στον ήχο των Beatles – τον οποίο ο ίδιος και οι υπόλοιποι Stones έβλεπαν ως πιο «βαριετέ».
Το 2021 –σε κάτι σαν απάντηση στα σχόλια του Ρίτσαρντς– ο ΜακΚάρτνεϊ αποκάλεσε τους Stones «ένα συγκρότημα μπλουζ διασκευών». Είπε στο περιοδικό New Yorker ότι «το δικό μας δίχτυ ήταν λίγο πιο απλωμένο από το δικό τους» όσον αφορά τη μουσική. Παραδόξως, και οι δύο «αναιδείς» δηλώσεις έχουν βάση – οι Stones όντως ξεκίνησαν ως μπάντα διασκευών μπλουζ και η μουσική τους σπάνια ξέφευγε από τα μπλουζ, ενώ στο δεύτερο μισό της καριέρας τους οι Beatles είχαν ενσωματώσει στοιχεία βοντβίλ στον ψυχεδελικό ήχο τους.
Οι Beatles διαμαρτύρονταν, επίσης, τακτικά ότι οι Stones τους αντέγραφαν. Σε μια συνέντευξη στο Rolling Stone το 1970, ένας ξεκάθαρα εξοργισμένος Τζον Λένον κατηγόρησε τον Τζάγκερ και τους Stones ότι αντέγραφαν τακτικά ό,τι είχαν κάνει οι Beatles. Ηταν ιδιαίτερα καυστικός για το ψυχεδελικό άλμπουμ των Stones του 1967 «Their Satanic Majesties Request», το οποίο κυκλοφόρησε λίγο μετά το «Sgt. Pepper’s».
«Θα ήθελα απλώς να απαριθμήσω τι κάναμε και τι έκαναν οι Stones δύο μήνες μετά σε κάθε γ—— άλμπουμ. Κάθε γ—— πράγμα που κάναμε, ο Μικ κάνει ακριβώς το ίδιο – μας μιμείται. Το “Satanic Majesties” είναι το “Sgt. Pepper’s”» είχε πει ο Λένον, προσθέτοντας ότι οι Stones «δεν ήταν στην ίδια κατηγορία, μουσικά ή σε επίπεδο πρεστίζ» με τους Beatles. Από την πλευρά του, ο Τζάγκερ παραπονέθηκε κάποτε ότι οι Beatles ήταν πολύ πρόθυμοι να δίνουν στους θαυμαστές τους έναν τρέχοντα σχολιασμό για την καριέρα τους.
Το 1969, όταν το συγκρότημα αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα στην επιχείρησή του, την εταιρεία Apple, ο Τζάγκερ είπε στον δημοσιογράφο του Village Voice, Χάουαρντ Σμιθ, ότι οι Beatles διαρρέουν τα πάντα. «Δημοσιοποιούν ό,τι κάνουν. Πάντα το έκαναν – αυτή είναι η εμμονή τους». Ο τραγουδιστής των Stones επέκρινε επίσης τους «αντιπάλους» του για τις ασχήμιες που έφερε η διάλυσή τους. Ερωτηθείς αν οι Stones θα διαλύονταν ποτέ, ο Τζάγκερ είπε: «Μπα… Αλλά κι αν το κάναμε, δεν θα ήμασταν τόσο γκρινιάρηδες».
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένα αντίστοιχο βουνό ενδείξεων ότι οι μπάντες ήταν συνταξιδιώτες και φίλοι. Ο Τζορτζ Χάρισον λέγεται ότι συνέστησε τους Stones στην Decca (τη δισκογραφική εταιρία που είχε απορρίψει τους Beatles το 1962). Επιπλέον, οι Λένον και ΜακΚάρτνεϊ έγραψαν το δεύτερο σινγκλ των Stones, «I Wanna Be Your Man». Θα γινόταν η πρώτη επιτυχία τους στο Top 20 (αν και ο Λένον, εύστοχα, αργότερα είπε ότι το ζευγάρι έγραψε το τραγούδι μέσα σε λίγα λεπτά, προσθέτοντας: «Ε, δεν τους δώσαμε και τίποτα σπουδαίο, σωστά;»).
Πέρα από όλα αυτά, τα μέλη των δύο συγκροτημάτων συνέχισαν να συνεργάζονται κατά την κοινή διαδρομή τους. Ο Λένον και ο ΜακΚάρτνεϊ τραγούδησαν στο σινγκλ των Stones «We Love You» του 1967, και οι Τζάγκερ και Ρίτσαρντς συμμετείχαν στη ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση του «All You Need Is Love» την ίδια χρονιά. Εν τω μεταξύ, ο Λένον και η Γιόκο Ονο εμφανίστηκαν στην κινηματογραφημένη συναυλία των Stones «The Rolling Stones Rock and Roll Circus» το 1968.
Ακόμα, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα μέλη των δύο σούπεργκρουπ είχαν μέχρι και προσωπικές φιλικές σχέσεις. Βιογράφοι του Τζάγκερ αναφέρουν ότι εκείνος και ο ΜακΚάρτνεϊ έβγαιναν συχνά για μπαρότσαρκες στο Λονδίνο στα μέσα της δεκαετίας του 1960 χωρίς ο Τύπος να το παίρνει μυρωδιά. Ο δε Κιθ Ρίτσαρντς αναφέρει στην αυτοβιογραφία του μια τυχαία συνάντηση με τον ΜακΚάρτνεϊ ένα βράδυ στην Τζαμάικα, το 2006, όπου συζητούσαν μέχρι το ξημέρωμα για μουσικούς και κοινούς φίλους που είχαν χάσει.
Εν κατακλείδι, η φημολογούμενη κόντρα ανάμεσα στους Beatles και τους Rolling Stones ήταν εν μέρει προκάτ για λόγους δημοσίων σχέσεων και εν μέρει μια πολιτιστική σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους με διαφορετικές μουσικές καταβολές. Οι Beatles επηρεάστηκαν από την αμερικανική ποπ της δεκαετίας του 1950 που άκουγαν στο BBC, ενώ οι Stones άκουγαν φανατικά το Radio Luxembourg, που έπαιζε σπάνια για την εποχή μπλουζ κομμάτια, και έτρεχαν να παραγγείλουν τα σινγκλ από τις ΗΠΑ.
Η φετινή σύμπραξη του ΜακΚάρτνεϊ με τους τρεις εναπομείναντες Stones (Τζάγκερ, Ρίτσαρντς, Ρόνι Γουντ) θα μπορούσε να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα μιας ιστορικής ανακωχής μετά από 60 χρόνια πολέμου χαρακωμάτων. Αλλά, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, απλώς επισφραγίζει την αμέριστη αλληλοεκτίμηση των δύο τεράστιων συγκροτημάτων που σημάδεψαν την ποπ και τη ροκ όσο κανένα άλλο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News