Αφού έληξε και αυτή η εκκρεμότητα και ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε τον διάδοχο του Τσίπρα, οφείλει κανείς να παρατηρεί πλέον τα δεδομένα και να παρακάμπτει τους συναισθηματισμούς και τις μετέωρες αναλύσεις.
Ο Στέφανος Κασσελάκης είναι λοιπόν ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αλλάζει αυτό κάτι; Στο ΣΥΡΙΖΑ σίγουρα. Αλλάζει πολλά, ίσως με σαρωτικό τρόπο και μπορεί να υποθέσει κανείς προς ποια κατεύθυνση, αλλά και αυτά θα φανούν αργά ή γρήγορα.
Εξελέγη από ένα σώμα περίπου 130.000 μελών του ΣΥΡΙΖΑ, παλαιών και νέων και έλαβε περίπου 70.000 ψήφους. Αυτό είναι ένα από τα δεδομένα, το οποίο μπορεί κανείς να αξιολογήσει. Στο βαθμό που έχουν σημασία αυτοί οι αριθμοί, μπορεί κανείς να έχει μία πρώτη ασφαλή εκτίμηση: το πλήθος των ψηφοφόρων δεν δείχνει κάποια ανατροπή πολιτικών συσχετισμών, λίγοι παραπάνω είχαν εκλέξει πριν από ενάμιση χρόνο παμψηφεί τον Τσίπρα, το ποσοστό στις εκλογές ήταν 18% και κάπου εκεί προφανέστατα βρίσκεται ακόμη, δίχως κάποια δυναμική, όπως μπορεί κανείς βασίμως να διαπιστώσει και να υποθέσει.
Υπό αυτήν την έννοια, ο εσωτερικός ενθουσιασμός των μισών εκλογέων του νέου αρχηγού δεν λέει κάτι ευρύτερο και δεν φανερώνει προς το παρόν κάποια ανατροπή.
Αυτό είναι και το βασικό πολιτικό δεδομένο και με βάση αυτό κάνουν τις πρώτες τους εκτιμήσεις στην κυβέρνηση.
Αυτό όμως που σίγουρα αλλάζει και ώσπου να φανεί αν και μέχρι πότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει ενιαίος (και εν τέλει, αν θα παραμείνει ΣΥΡΙΖΑ), είναι οι όροι του παιχνιδιού από εδώ και πέρα.
Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν δείχνουν να εκπλήσσονται μέχρι στιγμής για κάτι από όλα αυτά. Και αναμένουν. Προφανώς αναμένουν θέσεις, δείγματα γραφής και τυχόν μεταστροφές, ξέρουν ότι υπάρχει μία νέα μεταβλητή και ότι δεν πρέπει να ενεργήσουν σπασμωδικά και άτσαλα, ορισμένοι όμως βλέπουν και το στοιχείο που μπορεί να αποδειχθεί το κρισιμότερο από όλα.
Ποιο είναι αυτό; Ότι ο Κασσελάκης, με όποιον τον υποστηρίζει και με όποιους τρόπους, είναι εξαιρετικά πιθανόν να μην θελήσει καν να κινηθεί συμβατικά, αλλά κατ’ εξοχήν – και καβαλώντας το ρεύμα της εποχής – να αποφύγει την πολιτική αντιπαράθεση. Αντιθέτως, να «χτίσει» σε α-πολιτικά θεμέλια. Να παίξει στην επιφάνεια, στην εμφάνιση και την εικόνα, ακόμη και στην επιτηδευμένη πολιτική του αφέλεια. Να ποντάρει στο «γιατί όχι;» όταν έλθει η ώρα, να αποφύγει την ευθεία και κατά πρόσωπο αντιπαράθεση με τον Μητσοτάκη μέχρις ότου μάθει τα ελληνικά και όσα άλλα του λείπουν και, φυσικά, να ελπίζει στην φθορά της κυβέρνησης και στα στοχευμένα κοινά, όπου πάντως μέχρι στιγμής κυριαρχεί κατά κράτος ο Μητσοτάκης.
Είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένο ότι σε αυτόν τον άξονα θα κινηθεί, παραμένοντας εκτός Βουλής, ένας αρχηγός σε ένα παράλληλο πολιτικοκοινωνικό σύμπαν, ένας πολιτικός Μαξ Χέντρουμ για όσους θυμούνται τα 80s, αφήνοντας τους άλλους εγκλωβισμένους στις πολιτικές συμβάσεις να αλληλοσπαράσσονται στη Βουλή και κάνοντας τα δικά του στα κοινωνικά δίκτυα, με τα λιγότερο- περισσότερο χαριτωμένα, βιντεοσκοπημένα μηνύματα και όσα άλλα «νεωτερικά» θα επιχειρήσει.
Υπό αυτήν την έννοια, ο ορατός εκφυλισμός της έννοιας της Αριστεράς, είναι άλλη μία νέα παράμετρος του πολιτικού παιχνιδιού, όμως οι συνέπειες αυτής της διαδικασίας δεν μπορούν να προεξοφλούνται, ως προς το ποιον θα ωφελήσουν. Μπορεί όλα να εξελιχθούν με πολύ γέλιο για κάποιους ή/και κλάμα για κάποιους άλλους.
Και όσο θα περνά ο καιρός, θα υπάρχει πάντα η κρίσιμη και ουσιαστική εκκρεμότητα: η ευθεία αντιπαράθεση και σύγκριση του Κασσελάκη με τον Μητσοτάκη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News