Δίωξη ασκήθηκε στον αμερικανό Δημοκρατικό γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ και τη σύζυγό του, Νεϊντίν, καθώς, όπως ανακοίνωσαν την Παρασκευή οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς, κατηγορούνται για αδικήματα διαφθοράς άμεσα συνδεμένα με τη σχέση του ζεύγους με τρεις επιχειρηματίες του Νιου Τζέρσεϊ.
Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες και απαντά ότι «για χρόνια, παρασκηνιακές δυνάμεις προσπαθούν επανειλημμένως να με φιμώσουν και να σκάψουν τον πολιτικό μου τάφο».
Η εισαγγελία του Μανχάταν τους κατηγορεί, όπως μεταδίδει το πρακτορείο Reuters, ότι δέχθηκαν δωροδοκίες ύψους χιλιάδων δολαρίων με αντάλλαγμα να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη και την επιρροή του Μενέντεζ ως γερουσιαστή ώστε, αφενός να προστατευθούν και να πλουτίσουν οι τρεις επιχειρηματίες, αφετέρου να ωφεληθεί η κυβέρνηση της Αιγύπτου.
Οι δωροδοκίες περιλάμβαναν μετρητά, χρυσό, πληρωμές για ένα δάνειο σπιτιού, αποζημίωση για μια θέση εργασίας με ελάχιστες απαιτήσεις, ένα πολυτελές όχημα και άλλα αντικείμενα αξίας.
Ο 69χρονος πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας και η 56χρονη σύζυγός του –παντρεύτηκαν το 2020– αντιμετωπίζουν από τρεις κατηγορίες ο καθένας.
Η έρευνα εις βάρος του ενδέχεται να περιπλέξει την προσπάθεια των Δημοκρατικών να διευρύνουν την ισχνή πλειοψηφία των 51-49 εδρών τους στην 100μελή Γερουσία, καθώς ο Μενέντεζ προσπαθεί να επανεκλεγεί το 2024.
Τι απαντά ο Μενέντεζ
Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ απορρίπτει τις κατηγορίες και υποστηρίζει, σύμφωνα με την ΕΡΤ, ότι «για χρόνια, παρασκηνιακές δυνάμεις προσπαθούν επανειλημμένως να με φιμώσουν και να σκάψουν τον πολιτικό τάφο μου. Εδώ και έναν χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη μία εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης εναντίον μου.
»Αυτοί που βρίσκονται πίσω από αυτή την εκστρατεία, απλά δεν μπορούν να δεχθούν ότι ένας Λατινοαμερικανός πρώτης γενιάς με ταπεινή καταγωγή θα μπορούσε να γίνει γερουσιαστής και να υπηρετεί τη χώρα με εντιμότητα. Ακόμη χειρότερα, με βλέπουν ως εμπόδιο στους ευρύτερους πολιτικούς στόχους τους.
»Με έχουν κατηγορήσει ψευδώς κατά το παρελθόν. Εχω σταθεί εγώ ακλόνητος απέναντι σε δικτάτορες από όλον τον κόσμο, στο Ιράν, στην Κούβα, στην Τουρκία και αλλού. Παραμένω προσηλωμένος στη συνέχιση αυτής της σημαντικής δουλειάς. Καλώ τους φίλους μου και τους υποστηρικτές μου και την κοινότητα που μας στηρίζει γενικότερα, να αφυπνιστούν. Ας θυμηθούν ότι και τις άλλες φορές εισαγγελείς έκαναν λάθος. Είμαι βέβαιος ότι αυτό το θέμα θα λυθεί επιτυχώς».
Ο Μενέντεζ είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν στο Νιου Τζέρσεϊ για αποδοχή ιδιωτικών πτήσεων, προεκλογικών συνεισφορών και άλλων δώρων από έναν πλούσιο δωρητή, με αντάλλαγμα κάποιες χάρες, αλλά η δίκη του το 2017 κατέληξε σε αδιέξοδο των ενόρκων.
Οι εισαγγελείς απέσυραν την υπόθεση δωροδοκίας το 2018, για την οποία ο Μενέντεζ είχε υποστηρίξει την αθωότητά του. Επανεξελέγη αργότερα την ίδια χρονιά, για την τρίτη του θητεία στη Γερουσία, στην οποία μπήκε για πρώτη φορά το 2006.
Πώς φέρεται να συνδέεται με την κυβέρνηση της Αιγύπτου
Η σύνδεση Μενέντεζ-αιγυπτιακής κυβέρνησης έγινε εφικτή μέσω των τριών επιχειρηματιών, Γουίλ Χανά, Χοσέ Ουρίμπε και Φρεντ Ντάιμπς, οι οποίοι κατηγορούνται επίσης.
Ο Χανά, ο οποίος κατάγεται από την Αίγυπτο, διοργάνωνε το 2018 δείπνα και συναντήσεις μεταξύ του Μενέντεζ και αιγυπτίων αξιωματούχων, οι οποίοι πίεζαν τον γερουσιαστή για τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ. Σε αντάλλαγμα, ο Χανά έβαλε τη Ναντίν Μενέντεζ στη μισθοδοσία της εταιρείας του, δήλωσαν οι εισαγγελείς.
Η Αίγυπτος εκείνη την εποχή ήταν ένας από τους μεγαλύτερους αποδέκτες στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ, αλλά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε παρακρατήσει 195 εκατ. δολάρια το 2017 και είχε ακυρώσει επιπλέον 65,7 εκατ. δολάρια μέχρι η χώρα να αποδείξει βελτιώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα και στη δημοκρατία.
Ο Μενέντεζ, σε μια συνάντηση το 2018 μετέφερε στον Χανά απόρρητες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της βοήθειας, σύμφωνα με τους εισαγγελείς. Στη συνέχεια, ο Χανά έστειλε μήνυμα σε αιγύπτιο αξιωματούχο: «Η απαγόρευση για όπλα και πυρομαχικά προς την Αίγυπτο έχει αρθεί», πάντα σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Οι εισαγγελείς δήλωσαν ακόμα ότι η κυβέρνηση της Αιγύπτου χορήγησε το 2019 σε μία από τις εταιρείες του Χανά αποκλειστική άδεια εξαγωγής τροφίμων χαλάλ από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Αίγυπτο, παρά την έλλειψη εμπειρίας στην πιστοποίηση χαλάλ. Τα έσοδα από αυτές τις εξαγωγές χρησιμοποιούνταν, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, για να χρηματοδοτηθούν οι δωροδοκίες προς τον γερουσιαστή.
Η αιγυπτιακή πρεσβεία στην Ουάσινγκτον δεν ανταποκρίθηκε αμέσως σε αίτημα σχολιασμού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News