«Καθώς η Σερβία διευρύνει τους διαγνωστικούς ελέγχους για την ανίχνευση και τον περιορισμό του κορονοϊού, η κινεζική τεχνολογία προσφέρει χείρα βοηθείας με υπερσύγχρονo εξοπλισμό. Το νέο εργαστήριο Fire-Eye, δημιούργημα της κινεζικής εταιρείας βιοτεχνολογίας BGI Group, παραλαμβάνει καθημερινά περισσότερα από 2.000 δείγματα […] Παρέχοντας στη Σερβία τη δυνατότητα να αυξήσει σημαντικά τον ημερήσιο αριθμό διαγνωστικών ελέγχων στις 6.000, το εργαστήριο συνδράμει τις Αρχές να αντιληφθούν ότι η εξάπλωση του ιού περιορίζεται, ούτως ώστε να αποφασίσουν τη σταδιακή χαλάρωση των αυστηρών μέτρων και την επανεκκίνηση της οικονομίας». Αυτά ανέφερε, μεταξύ άλλων, το κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua τον Μάιο του 2020, σε εκτενές ρεπορτάζ του με τίτλο «Το Fire-Eye συνδράμει τη Σερβία στην ανίχνευση του κορονοϊού».
Τι ακριβώς, όμως, είναι το Fire Eye; «Ενα εξελιγμένο φορητό εργαστήριο που μπορούσε να διαγιγνώσκει λοιμώξεις από κορονοϊό μέσω μικροσκοπικών θραυσμάτων γενετικού υλικού, τα οποία αφήνει πίσω του ο ιός» απαντούν οι Τζόμπι Γουόρικ και Κέιτ Μπράουν της Washington Post.
To Fire-Eye έφτασε αεροπορικώς στο Βελιγράδι τον Απρίλιο του 2020, όταν σχεδόν ολόκληρη η Ευρώπη τελούσε υπό lockdown, ως δώρο από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Ωστόσο, οι Σέρβοι ανακάλυψαν σύντομα πως το να διαγιγνώσκει λοιμώξεις Covid ήταν το λιγότερο από τα πολλά που μπορούσε να κάνει το φορητό εργαστήριο.
Επικαλούμενοι τους κινέζους εφευρέτες του, οι δημοσιογράφοι της Washington Post γράφουν ότι «το Fire-Eye διέπρεπε όχι μόνο στην αποκωδικοποίηση του γενετικού κώδικα ιών, αλλά και ανθρώπων, με μηχανές που μπορούν να αποκρυπτογραφήσουν γενετικές πληροφορίες που περιέχονται στα κύτταρα κάθε ατόμου».
Στα τέλη του 2021, με την πανδημία να μαίνεται ακόμη, αξιωματούχοι της Σερβίας ανακοίνωσαν ότι συνεργάζονταν με μια κινεζική εταιρεία για να μετατρέψουν το φορητό εργαστήριο σε μόνιμο ιατρικό κέντρο, με σχέδια για συλλογή και ανάλυση ολόκληρου του γονιδιώματος ή γενετικών αποτυπωμάτων σέρβων πολιτών. Οι επιστήμονες της Σερβίας ήταν ενθουσιασμένοι, και η πρωθυπουργός της χώρας, Ανα Μπρνάμπιτς, επαίνεσε την Κίνα που προσέφερε στην πατρίδα της το «πιο προηγμένο ινστιτούτο ιατρικής ακρίβειας και γενετικής στην περιοχή».
Σήμερα, ωστόσο, σχεδόν δύο χρόνια μετά, τα εργαστήρια Fire-Eye της Κίνας –πολλά από τα οποία είτε προσφέρθηκαν είτε πουλήθηκαν και σε άλλες χώρες κατά τη διάρκεια της πανδημίας– προσελκύουν την προσοχή των Δυτικών υπηρεσιών πληροφοριών, εν μέσω ολοένα αυξανόμενων ανησυχιών για τις πραγματικές προθέσεις της Κίνας.
Ορισμένοι αναλυτές αντιλαμβάνονται τη γενναιοδωρία της Κίνας ως μέρος της προσπάθειάς της να αξιοποιήσει νέες πηγές πολύτιμων ανθρώπινων γονιδιωματικών δεδομένων σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο. Επικαλούμενοι στελέχη μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και άλλων Δυτικών χωρών, οι Γουόρικ και Μπράουν αναφέρουν στο ρεπορτάζ τους ότι η εν λόγω προσπάθεια βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία, με τους Κινέζους να εξαγοράζουν αμερικανικές εταιρείες γενετικής αλλά και να διεξάγουν προηγμένες επιχειρήσεις κυβερνοπειρατείας.
Ομως η εμφάνιση του κορονοϊού και το ξέσπασμα της πανδημίας δημιούργησε νέες ευκαιρίες, προσφέροντας σε κινεζικές εταιρείες και ινστιτούτα τη δυνατότητα να συνάπτουν συμφωνίες για έρευνες στον τομέα της γενετικής ιατρικής αλλά και να διανέμουν μηχανές αλληλούχισης γονιδίων σε μέρη όπου, προηγουμένως, το Πεκίνο είχε ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση.
Κάπως έτσι, στη διάρκεια της πανδημίας φύτρωσαν σαν μανιτάρια εργαστήρια Five Lab σε τέσσερις ηπείρους και σε περισσότερες από 20 χώρες, από τον Καναδά και τη Λετονία έως τη Σαουδική Αραβία και από την Αιθιοπία και τη Νότια Αφρική μέχρι την Αυστραλία, ενώ σε πολλές από αυτές τις χώρες, όπως στη Σερβία, τα κινεζικά εργαστήρια λειτουργούν πλέον ως μόνιμα κέντρα γενετικών αναλύσεων και ελέγχων. «Ο κορονοϊός ήταν η πύλη» ανέφερε χαρακτηριστικά ανώτερος αναλυτής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ που παρακολουθεί στενά τον τομέα της κινεζικής βιοτεχνολογίας.
Εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στην Ουάσινγκτον απέρριψε κάθε υπόνοια περί παράνομης πρόσβασης κινεζικών εταιρειών σε γενετικά δεδομένα. Υπογράμμισε επίσης ότι τα εργαστήρια Fire-Eye βοήθησαν πολλές χώρες να αντιμετωπίσουν μια επικίνδυνη πανδημία και συνεχίζουν να διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στον προσυμπτωματικό έλεγχο για καρκίνο και άλλες ασθένειες. Οτι δεν έχει πρόσβαση σε γενετικές πληροφορίες που συλλέγονται από το εργαστήριο που βοήθησε να στηθεί στη Σερβία δήλωσε και η BGI Group, η εταιρεία που κατασκευάζει τα εργαστήρια Fire-Eye.
Ωστόσο, αξιωματούχοι των ΗΠΑ δήλωσαν ότι η BGI επιλέχθηκε από το Πεκίνο για να κατασκευάσει και να λειτουργήσει την China National GeneBank, ένα τεράστιο, διευρυνόμενο αρχείο, κρατικής ιδιοκτησίας, το οποίο πλέον περιλαμβάνει γενετικά δεδομένα που προέρχονται από εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως.
Πέρυσι, το Πεντάγωνο χαρακτήρισε επίσημα την BGI Group ως μία από τις πολλές «κινεζικές στρατιωτικές εταιρείες» που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ, ενώ το 2021 μια έκθεση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών συνέδεε την εταιρεία με την παγκόσμια προσπάθεια του Πεκίνου να αποκτήσει ακόμη περισσότερα γονιδιωματικά δεδομένα από διάφορες χώρες.
Επιπροσθέτως, η αμερικανική κυβέρνηση έχει γράψει στη μαύρη λίστα κινεζικές θυγατρικές της BGI, καθώς φέρονται να συνέβαλαν στην ανάλυση δειγμάτων γενετικού υλικού που είχαν συλλεχθεί στην Κίνα, με στόχο να συνδράμουν την κινεζική κυβέρνηση στην καταστολή των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων της χώρας.
Η BGI, σε δήλωση της στην Washington Post, χαρακτήρισε τις ενέργειες των ΗΠΑ κατά της εταιρείας «επηρεασμένες από παραπληροφόρηση» και διαβεβαίωσε ότι ο όμιλος BGI «δεν ανέχεται και δεν θα εμπλεκόταν ποτέ σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων». «Καμία από τις εταιρείες του BGI Group δεν ανήκει στο κράτος, ούτε ελέγχεται από αυτό, και όλες οι υπηρεσίες και οι έρευνες του ομίλου παρέχονται για κοινωφελείς και επιστημονικούς σκοπούς» ανέφερε η κινεζική εταιρεία.
Η προσπάθεια του Πεκίνου να συλλέξει δείγματα DNA από όλον τον πλανήτη έχει κατά καιρούς προκαλέσει ανησυχίες αλλά και διαμάχες, ιδιαίτερα μετά από μια σειρά δημοσιευμάτων του Reuters, το 2021, για διάφορες πτυχές αυτής της προσπάθειας. Κινέζοι ακαδημαϊκοί και στρατιωτικοί επιστήμονες έχουν επίσης προσελκύσει την προσοχή με τις συζητήσεις τους για τη δυνατότητα ανάπτυξης βιολογικών όπλων που θα μπορούν να πλήττουν ολόκληρους πληθυσμούς με βάση τα γονίδιά τους.
Ωστόσο, τα γενετικά όπλα ανήκουν σε ένα μακρινό, στην καλύτερη περίπτωση, μέλλον και ορισμένες από τις σχετικές συζητήσεις στην Κίνα πιθανώς να προκλήθηκαν από την «επίσημη παράνοια», όπως εξηγούν οι αμερικανοί δημοσιογράφοι, σύμφωνα με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες πειραματίζονται με τέτοιου είδους όπλα.
Οι αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ πιστεύουν ότι η προσπάθεια της Κίνας να συλλέξει όσο το δυνατόν περισσότερα γενετικά δεδομένα αποσκοπεί στο να ξεπεράσει τη Δύση, όχι στο στρατιωτικά, αλλά στο οικονομικό πεδίο. Πάντως, διαθέσιμα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι κινεζικές εταιρείες χρησιμοποιούν δείγματα DNA από το εξωτερικό για άλλους λόγους εκτός από επιστημονικούς δεν υπάρχουν.
Ωστόσο, η Κίνα έχει ανακοινώσει ότι φιλοδοξεί να καταστεί παγκόσμιος ηγέτης στον τομέα της βιοτεχνολογίας έως το 2035 και θεωρεί τα γενετικά δεδομένα καίριο συστατικό μιας επιστημονικής επανάστασης, στο πλαίσιο της οποίας θα μπορούσαν να παραχθούν χιλιάδες νέα φάρμακα και θεραπείες. Στην περίπτωση που πετύχει τον στόχο της, θα αποκτήσει σημαντικό οικονομικό και στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι των ΗΠΑ, εξήγησε στην Washington Post η Αννα Πουλίζι, πρώην ανώτατο στέλεχος της κοινότητας πληροφοριών των ΗΠΑ και νυν ανώτερη συνεργάτρια στο Κέντρο Ασφάλειας και Αναδυόμενης Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν.
«Απέχουμε ελάχιστα από το να αρχίσουμε να κατανοούμε και να ανακαλύπτουμε τι κάνουν τα γονίδια. Οποιος φτάσει εκεί πρώτος, θα ελέγχει πολλά εκπληκτικά πράγματα. Αλλά υπάρχει επίσης η πιθανότητα κακής χρήσης αυτής της γνώσης» είπε η αμερικανίδα ειδικός.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News