Υπέγραψε το συμβόλαιό του με τη Ρεάλ Μαδρίτης στις 14 του περασμένου Ιουνίου. Τρεις μήνες μετά, ο Τζουντ Μπέλιγχαμ έχει, ήδη, διαψεύσει όσους ισχυρίζονταν ότι τα 103 εκατομμύρια ευρώ που δαπάνησε η 14 φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης για να τον αποκτήσει, ήταν υπερβολικά πολλά για έναν παίκτη που, ακόμη, δεν είχε κλείσει τα 20, και δεν είχε δοκιμαστεί για αρκετό καιρό σε υψηλό επίπεδο.
Στο πρώτο της ματς στο εφετινό Τσάμπιονς Λιγκ, την περασμένη Τετάρτη στο «Μπερναμπέου», η «Βασίλισσα» θα είχε πέσει θύμα μεγάλης έκπληξης απέναντι στην πρωτάρα της διοργάνωσης, Ουνιόν Βερολίνου, αν ο Μπέλιγχαμ δεν είχε δώσει τη λύση με γκολ στο 90’+4’. Το ίδιο συνέβη και πριν από λίγες εβδομάδες στον αγώνα εναντίον της Χετάφε για το ισπανικό πρωτάθλημα. Ο νεαρός μέσος σκόραρε το νικητήριο γκολ της Ρεάλ στο 5ο λεπτό των καθυστερήσεων. Σε έξι παιχνίδια (πέντε στη La Liga και ένα στο Τσάμπιονς Λιγκ), έχει πετύχει 6 από τα 11 γκολ της ομάδας του, και έχει σερβίρει σε συμπαίκτη του άλλο ένα. Από την αρχή της σεζόν είναι, σταθερά, ο πιο σημαντικός της παίκτης. Εξι ματς, έξι διαφορετικές ταινίες, αλλά με τον ίδιο πρωταγωνιστή.
Δεν είναι μόνο τα γκολ. Είναι (κυρίως) οι εμφανίσεις του, που έχουν κάνει την Ευρώπη… να παραμιλάει. Για το σπάνιο ταλέντο του είχαμε πειστεί από τότε που ήταν το «παιδί – θαύμα» της Μπέρμιγχαμ. Αλλά είναι εκπληκτικό, το πόση ωριμότητα μπορεί να χωρέσει σε έναν τινέιτζερ. Το παρατήρησε, μεταξύ άλλων, ο Πεπ Γκουαρδιόλα: «Εχει όλο το πακέτο. Δεν εντυπωσιάζει μόνον η ποιότητα στο παιχνίδι του, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο ηγείται». Το σχολίασε ο Ματς Χούμελς: «Είναι ο πιο ώριμος, ο πιο σοβαρός 18άρης που έχω δει στη ζωή μου». Το τόνισε ο Ρίο Φέρντιναντ: «Ακόμη και οι καλύτεροι της γενιάς μου, ο Λάμπαρντ, ο Τζέραρντ, ο Σκόουλς, ο Βιεϊρά, ο Ρόι Κιν, δεν τα έκαναν αυτά στην ηλικία του».
«Τον αγαπώ, οι γονείς του θα πρέπει να είναι πολύ περήφανοι για εκείνον», έγραψε στα social media ο Γκάρι Λίνεκερ μετά την επετειακή αναμέτρηση της Αγγλίας με τη Σκωτία στη Γλασκώβη, για τη συμπλήρωση 150 ετών από την πρώτη συνάντηση των δυο ομάδων. Ο Μπέλιγχαμ σκόραρε το δεύτερο από τα τρία γκολ της Αγγλίας, και σέρβιρε το τρίτο, αυτό που πέτυχε ο Χάρι Κέιν. Εκτελεί και δημιουργεί με την ίδια ευκολία, με το ίδιο καθαρό μυαλό, κάνοντας τα δύσκολα να φαίνονται απλά. Είναι εύστροφος, γρήγορος και ψύχραιμος, εξαιρετικός πασέρ (με ευστοχία κοντά στο 90%), και στη Ρεάλ σκοράρει ανά 88 λεπτά, συχνότερα από κάθε άλλο συμπαίκτη του. Παρότι δεν αγωνίζεται ως φορ, αλλά ως «δεκάρι». Με το «5» του Ζινεντίν Ζιντάν στη φανέλα.
Σε ηλικία 16 ετών και 38 ημερών έγινε ο νεαρότερος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε με την ανδρική ομάδα της Μπέρμιγχαμ. Επειτα από μόλις μια σεζόν στην Τσάμπιονσιπ (Β’ Κατηγορία Αγγλίας), το καλοκαίρι του 2020 κατέρριψε το ρεκόρ της ακριβότερης μεταγραφής 17χρονου ποδοσφαιριστή. Η Μπορούσια Ντόρτμουντ δαπάνησε για χάρη του 30 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η παλιά του ομάδα απέσυρε τη φανέλα με το νούμερο «22» που φορούσε – κίνηση πρωτοφανής για έναν παίκτη που είχε συμπληρώσει μόλις 44 συμμετοχές.
Στην Ντόρτμουντ μεγαλούργησε. Ηταν ο καλύτερός της παίκτης στο γερμανικό πρωτάθλημα, και ο πρώτος σκόρερ της στο Τσάμπιονς Λιγκ. Είχε έρθει η σειρά των Βεστφαλών να τον λατρέψουν. Στο μεταξύ, και στις εθνικές ομάδες της Αγγλίας ανέβηκε τα σκαλιά πολύ γρήγορα. Στα 13 του ήταν παίκτης της Κ15. Στα 14 έπαιζε στην Κ17. Το ντεμπούτο του με τους Ανδρες το έκανε όταν ήταν 17 ετών και 136 ημερών.
Ως ποδοσφαιριστής της Ρεάλ έχει προλάβει να αναδειχθεί «Man of the Match» τέσσερις φορές σε έξι επίσημους αγώνες. Η τελευταία ήταν στην αναμέτρηση με την Ουνιόν Βερολίνου. Πανηγύρισε το λυτρωτικό του γκολ με τον αγαπημένο του τρόπο, που έχει γίνει viral. Ανοιξε τα χέρια του και στάθηκε ακίνητος μπροστά στο κοινό, που φώναζε ρυθμικά το όνομά του: «Τζουντ, Τζουντ, Τζουντ». Και, μόλις ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη, έκανε έναν μικρό γύρο θριάμβου, φροντίζοντας να πλησιάσει τη VIP εξέδρα του «Μπερναμπέου» αρκετά, ώστε να τον καμαρώσουν οι γονείς του, οι οποίοι παρακολούθησαν το παιχνίδι από εκεί.
Λέγεται ότι ο πατέρας του, αστυνομικός στο επάγγελμα, επέμεινε πολύ για να πάει ο γιος του στη Ρεάλ, και όχι στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την Τσέλσι, τη Λίβερπουλ, την Μπάγερν Μονάχου, ή την Μπαρτσελόνα, που τον πολιορκούσαν. «Γεννήθηκε για να παίξει στη Ρεάλ», δήλωσε για εκείνον ο πρόεδρος των «Μερένχες», Φλορεντίνο Πέρεθ. Συνηθίζει να το λέει για όλα τα ταλέντα που τον ενθουσιάζουν. Αλλά, στην περίπτωση του Μπέλιγχαμ, φαίνεται πως έχει απόλυτο δίκιο.
Το μεγαλύτερο κατόρθωμα του υπερταλαντούχου νεαρού είναι ότι τα όσα κολακευτικά λέγονται και γράφονται για εκείνον, δεν του έχουν… φουσκώσει τα μυαλά. Κάθε σεζόν εμφανίζεται καλύτερος από την προηγούμενη. Οσοι τον γνωρίζουν, μιλούν για έναν παίκτη με ενθουσιασμό εικοσάρη και μυαλό τριαντάρη. Που, στον ελεύθερο χρόνο του, αντί να ασχολείται με βιντεοπαιχνίδια και να αναζητεί τρόπους να διασκεδάσει, μελετά κοινωνιολογία και διαβάζει κλασική λογοτεχνία.
Σύντομα θα τιμηθεί με το πρώτο του βραβείο: του «Golden Boy 2023», που έχει θεσμοθετήσει η Tuttosport. Κι αν είναι τυχερός με τους τραυματισμούς, δεν θα αργήσει να γίνει ο πρώτος Αγγλος μετά τον Μάικλ Οουεν (2001) που θα κατακτήσει τη «Χρυσή Μπάλα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News