Ενα παλιό, αιρετικό γνωμικό της αριστερής διανόησης έλεγε το εξής: «όσο πιο ανοργάνωτο ένα κράτος, τόσο πιο οργανωμένος ο στρατός του» –προφανώς, κατά το περίφημο «όσο πιο αδύναμη είναι η κυβέρνηση, τόσο πιο δυνατή η γραφειοκρατία» του Γουστάβου λε Μπον, συγγραφέα μεταξύ άλλων της «Ψυχολογίας των Μαζών» (1895).
Και να που, χρόνια μετά, στην τρίτη πια δεκαετία του 21ου αιώνα και με την Ελλάδα τάχα μου να «ηγείται στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση» πέσαμε στην περίπτωση. Στις πλημμύρες στη Θεσσαλία, το ελληνικό κράτος, τόσο στις δύο βασικές πολιτικές εκφάνσεις του, κεντρική εξουσία και τοπική αυτοδιοίκηση, όσο και σε επίπεδο κρατικού μηχανισμού, αποδείχτηκε ανοργάνωτο, αν όχι απόν –για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, αρχικά, η μοναδική παρουσία ελληνικού κράτους ήταν ο Μπέος να φωνάζει στους κατοίκους του Βόλου «πού πάτε ρε» και μετά να μοιράζει εμφιαλωμένα καβάλα σε έναν εκσκαφέα.
Σύμφωνοι, δεν είναι πάντα τόσο ανοργάνωτο το ελληνικό κράτος, αλλά εδώ η μετεωρολογική βόμβα το ανατίναξε. Στις τρομακτικές καταστροφές σε βασικές υποδομές –δρόμους, γέφυρες, σιδηροδρομικό δίκτυο, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες–, προσθέστε τους χιλιάδες ανθρώπους που έπρεπε να απεγκλωβιστούν, τη δραματική έλλειψη πόσιμου νερού, τα αμέτρητα νεκρά ζώα που έπρεπε και πρέπει να μαζευτούν, τις μολυσματικές ασθένειες από τα λιμνάζοντα νερά, ή ακόμα και την αναρχία –ένας τύπος με μια «φαγάνα» και κάποιοι αιρετοί φέρονται να έκαναν την επίμαχη ρωγμή στο φράγμα του Καλέντζη και πλημμύρισε το σύμπαν.
Ο στρατός μοιάζει όντως να είναι το πιο οργανωμένο κομμάτι ενός δυστυχώς ανοργάνωτου κρατικού μηχανισμού. Και πολύ σωστά ενεργοποιείται –άλλωστε η βασική διαφωνία δεν είναι γιατί παρενέβησαν οι Ενοπλες Δυνάμεις αλλά γιατί άργησαν να παρέμβουν.
Και εδώ αρχίζει μια άλλη κουβέντα. Πρέπει γενικά ο στρατός να σπεύδει με συνοπτικές και αυτοματοποιημένες διαδικασίες να λειτουργεί συμπληρωματικά της Πολιτικής Προστασίας (για να μην πούμε να την καπελώνει και θυμώσει ο Βασίλης Κικίλιας) όπως θέλει το κυβερνητικό ρεπορτάζ να είναι το σχέδιο; Με μία λέξη: Πρέπει. Και αυτό για δύο βασικούς λόγους:
Ο πρώτος αποδείχτηκε στη Θεσσαλία. Ο στρατός παραμένει το μοναδικό οργανωμένο κομμάτι όταν ο πολιτικός κρατικός μηχανισμός, είτε λόγω συνθηκών που τον υπερβαίνουν είτε λόγω εγγενών αδυναμιών, εμφανίζεται ξεχαρβαλωμένος. Και είναι το μοναδικό οργανωμένο κομμάτι για να αντιμετωπίσει καταστροφές που υπερβαίνουν την κανονικότητα: ο στρατός θα σου φτιάξει τις γέφυρες και τους δρόμους γιατί και αυτή είναι η δουλειά του, ο στρατός μπορεί να προσφέρει την απαραίτητη επιμελητεία ώστε να φροντίσεις αμέτρητους πλημμυροπαθείς, ή σεισμοπαθείς, ή πυρόπληκτους γιατί και αυτό ξέρει και πρέπει να κάνει, ο στρατός θα αποκαταστήσει τις επικοινωνίες γιατί οι επικοινωνίες αποτελούν όρο επιβίωσής του, ο στρατός θα προσεγγίσει περιοχές που κανείς άλλος δεν μπορεί. Ο στρατός κατέχει το know how στην αντιμετώπιση κρίσεων στο πεδίο της μάχης –και εδώ έχουμε να κάνουμε με συνθήκες μάχης, ασχέτως αν δεν υπάρχει αντίπαλο στρατόπεδο. Ο στρατός, η στολή, παρέχει και μια αίσθηση ασφάλειας σε πληθυσμούς που έχουν βιώσει το τραύμα και το ψυχολογικό σοκ αρχικά της καταστροφής και έπειτα της απουσίας άλλων κρατικών δομών.
Ο δεύτερος είναι οι διαθέσιμοι πόροι. Παρά τα δακρύβρεχτα ρεπορτάζ περί υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης των Ενόπλων Δυνάμεων, οι τελευταίες διαθέτουν πόρους που κανένα άλλο κομμάτι του ελληνικού κράτους δεν διαθέτει. Και οικονομικούς και τεχνολογικούς αλλά, αν θέλετε, και ανθρώπινους πόρους –κανείς άλλος τομέας του ελληνικού κράτους δεν απολαμβάνει την πολύμηνη καταναγκαστική και φθηνή εργασία του μισού ελληνικού πληθυσμού, όπως την απολαμβάνουν οι Ενοπλες Δυνάμεις. Είναι κρίμα αυτοί οι πόροι να παραμένουν άπραγοι, σε συνθήκες μη κανονικότητας, σε συνθήκες όπου ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορούν να ανταποκριθούν με τις ταχύτητες ή στην κλίμακα που απαιτούνται. Και μην πάτε μακριά. Οι δρόμοι και τα γεφύρια από τους οποίους περάσαμε και εφέτος στα ελληνικά νησιά –από τα πλέον ακριτικά έως τα πιο δημοφιλή– ανοίχτηκαν και κατασκευάστηκαν οι περισσότεροι από τα θρυλικά ΜΟΜΑ (Μεικτές Ομάδες Μηχανημάτων Ανασυγκροτήσεως) που είχαμε ως και τη δεκαετία του 1990 (ναι, φίλτατοι, ο στρατός έφτιαχνε δρόμους και στη Μεταπολίτευση).
Φυσικά η ελληνική Αριστερά δεν κρατιέται, έσπευσε αμέσως να διατυπώσει τις επιφυλάξεις της. «Εγείρονται ερωτήματα για το ποια είναι η αποστολή του στρατού», είπε ο Σωκράτης Φάμελλος, πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, στη ΔΕΘ, σχολιάζοντας τα σχέδια για άμεση εμπλοκή των Ενόπλων Δυνάμεων στην Πολιτική Προστασία. Τα αριστερά αντανακλαστικά –στρατός ίσον κακό πράγμα– ενεργοποιήθηκαν άμεσα και είναι βέβαιο πως θα μας απασχολήσουν με διάφορους τρόπους: η «ομολογία αποτυχίας της κυβέρνησης» θα είναι το πιο πολιτικά ορθό σχόλιο, οι έμμεσες αναφορές σε πιο «σκοτεινές εποχές» σίγουρα το πιο δημοφιλές, η ανησυχία για τους καραβανάδες που θα διατάσσουν πολίτες, κάπου ανάμεσα.
Είναι βέβαια να απορείς με αυτή την επίμονη αριστερή δυσανεξία για τον ρόλο του στρατού και τη με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κυριαρχία αυτής στη δημόσια σφαίρα. Τουλάχιστον να απορείς για τη νέας γενιάς αριστερή δυσανεξία, καθώς δεν μπορεί, όλοι θυμόμαστε την Πρώτη Φορά Αριστερά. Τότε που σε εντελώς διαφορετικό πλαίσιο, με τη χώρα αντιμέτωπη όχι με μια φυσική καταστροφή όπως τώρα, αλλά μπροστά σε μια οικονομική και διπλωματική καταστροφή από επιλογή και βιώνοντας μια θεσμική εκπτωση με λαϊκά δικαστήρια, κλειστές τράπεζες και προγραφές πολιτικών αντιπάλων και πάσης φύσεως «διαφωνούντων», ο τότε υπουργός Αμυνας Πάνος Καμμένος έβγαινε και δήλωνε ότι ο στρατός εγγυάται την εσωτερική ασφάλεια· και δεν άνοιγε ρουθούνι από τον Αλέξη –πάω στην Καισαριανή να καταθέσω ένα λουλούδι πριν αναλάβω Πρωθυπουργός– Τσίπρα και τους συν αυτώ.
Σύμφωνοι, κανείς δεν θέλει έναν λοχία να του λέει τι να κάνει έξω από το σπίτι του. Υπό κανονικές συνθήκες, η θέση όλων αυτών είναι σε ένα στρατόπεδο, να σκοτώνουν την ώρα τους ανάμεσα σε υπηρεσίες και σε σουαρέ στη λέσχη υπαξιωματικών –άλλη κουβέντα αυτή. Αλλά μέχρι να αποκτήσουμε οργανωμένο κράτος και όταν δεν έχουμε κανονικές συνθήκες καλός είναι και ο στρατός.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News