Η ταινία «The Old Oak» θα είναι και η τελευταία του 87χρονου βρετανού κινηματογραφιστή Κεν Λόουτς. Το δήλωσε ο ίδιος στην Corriere della Sera: «Νομίζω ότι θα σταματήσω, τουλάχιστον όσον αφορά τη μυθοπλασία». Η συζήτηση έγινε με αφορμή ακριβώς αυτό το τελευταίο φιλμ του Λόουτς, το οποίο προβάλλεται αυτές τις ημέρες στην ιταλική κινηματογραφική εκδήλωση Fuoricinema, που προβάλλει το ζήτημα των δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας, η «Γερασμένη Δρυς» είναι η τελευταία παμπ που απέμεινε σε ένα χωριό της βορειοανατολικής Αγγλίας το οποίο εγκαταλείπουν μαζικά οι ντόπιοι εξαιτίας της αναδουλειάς που επέφερε το κλείσιμο των ορυχείων. Τα σπίτια τους είναι φθηνά και διαθέσιμα, ιδανικά για τους μετανάστες και πρόσφυγες που κατέφθασαν από τη Συρία.
Ωραία όλα αυτά και εξόχως προοδευτικά, διότι ο Λόουτς τυγχάνει και μέλος του αριστερίστικου «πανευρωπαϊκού κινήματος» του Βαρουφάκη, του DiEM25. Ωστόσο, η παμπ ηχεί παράδοξα για τίτλο φιλμ με φιλομεταναστευτική πρόθεση. Διότι καμία «δρυς» του είδους, είτε γέρικη είτε νέα, δεν είναι τόπος κατάλληλος για τους πιστούς του Αλλάχ, αφού δεν ακουμπάνε καν το μπουκάλι με το απόσταγμα – στα φανερά τουλάχιστον.
Πρόκειται για εύρημα που «γαργαλάει» τον υποψήφιο θεατή και συγχρόνως, σε δεύτερη ανάγνωση, για κεκαλυμμένη ειρωνεία, αφού το μπαρ σταματάει να σερβίρει ποτά, μετατρέπεται σε χώρο εστίασης των φτωχών μεταναστών, σε κέντρο υποδοχής και ένταξης και, συνεπώς, σε σύμβολο του καλωσορίσματός τους στο Νησί και γενικότερα.
Οι Ιταλοί τού έπλεξαν το εγκώμιο για το συνολικό έργο του στο σινεμά: «Ανθρώπινες σχέσεις και κοινωνικές μάχες. Επισφαλείς εργαζόμενοι, οικογένειες σε κρίση. Φτωχές κοινότητες. Για περισσότερο από μισόν αιώνα ο Λόουτς μιλάει για τις λιγότερο εύπορες τάξεις. Συνδέει παγκόσμια θέματα. Οι χαρακτήρες του υποφέρουν και κυνηγούν την ισότητα, την ελευθερία, ακόμη και την ευτυχία, αν γίνεται».
Τον ρώτησε η Corriere, μάλλον με ελαφρά διάθεση: «Ποιος θα μας σώσει από το παγκόσμιο χάος;» Ο Λόουτς φαίνεται ότι κατάλαβε το ύφος του συντάκτη και απάντησε αναλόγως: «Η εργατική τάξη, perbacco!» Αυτό το νόστιμο ιταλικό perbacco είναι εξόχως διφορούμενη έκφραση. Δηλώνει είτε θαυμασμό είτε απογοήτευση – διαλέγετε, λοιπόν, και παίρνετε.
Το πιθανότερο νόημά του εδώ μπορεί να είναι το εξής: η εργατική τάξη των άγγλων ανθρακωρύχων γέρασε σαν τη βαλανιδιά, αν δεν πέθανε κιόλας, αντικαταστάθηκε όμως από τους νεαρούς Σύρους – προς το παρόν, βέβαια, αυτοί είναι ο ορισμός τού εκτός παραγωγής υποπρολεταριακού στρώματος, με αμφίβολη τη μελλοντική ένταξή τους στην όποια εργατική τάξη. Perbacco, λοιπόν, οπωσδήποτε, αφού η Αριστερά ελπίζει ότι δεν θα απογοητευθεί…
Είπε ο Λόουτς στην Corriere: «Η Δυτική κοινωνία επιμένει στα λάθη. Μας μένει μόνο μία ευκαιρία για καλύτερο αύριο, να ακολουθήσουμε τις θετικές αντιλήψεις που προέρχονται από τους εσχάτους, από αυτούς που παλεύουν για δουλειά, για να υπερασπιστούν το σπίτι τους, για να κρατήσουν ζωντανή την οικογένειά τους. Χωρίς ελπίδα δεν μπορεί να υπάρξει αλλαγή».
Η Corriere, πάντως, σημείωσε ότι ο Λόουτς, αν και είπε πως «όπου δεν υπάρχει ελπίδα κερδίζει έδαφος η Δεξιά», παραδέχθηκε, για λογαριασμό της Αριστεράς προφανώς, ότι «εδώ και κάμποσο καιρό δεν ξέρουμε πώς να παλεύουμε για το σωστό». Είναι ζήτημα, εννοείται, τι εννοεί ο καθένας μιλώντας περί Αριστεράς, αφού η σαφής απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει αυτομάτως και τη λύση όσον αφορά τον τρόπο της πάλης «για το σωστό».
Πέρα από την πολιτικολογία περί δικαιωμάτων και αλληλεγγύης, ο Λόουτς είπε ότι είναι πεπεισμένος πως ο κινηματογράφος εξακολουθεί να είναι το μέσο της απαραίτητης συλλογικής τελετουργίας, αν όχι στις αίθουσες, τουλάχιστον στα φεστιβάλ. Φυσικά, πιστεύει πάντα στη σημασία της ιδεολογίας και στην επανάσταση μέσω της Τέχνης, μέσω του σινεμά εν προκειμένω.
Δείτε το επίσημο τρέιλερ της… πεσούσης «Δρυός»:
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News