Υπήρξε το κατεξοχήν σύμβολο του βρετανικού κράτους πρόνοιας, το πάλαι ποτέ περίφημο και υποδειγματικό NHS, το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας, το οποίο, όμως, εδώ και καιρό, περνάει τη χειρότερη κρίση στην πολυετή ιστορία του, σχεδόν φυλλορροεί. Τουλάχιστον αυτό συμπεραίνει ο Μαρκ Λάντνερ, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στην πρωτεύουσα της Βρετανίας, έπειτα από πολύμηνη έρευνα που πραγματοποίησε, εστιάζοντας την προσοχή του στο Queen’s Hospital, ένα νοσοκομείο στο Ανατολικό Λονδίνο.
«Δεκαπέντε ώρες αφότου την έβγαλαν από το ασθενοφόρο με πόνους στο στήθος και πνευμονία, η Μέριαν Πάτεν βρισκόταν ακόμα στα επείγοντα, περιμένοντας για ένα κρεβάτι σε έναν θάλαμο. Η κυρία Πάτεν, 78 ετών, ήταν πιο τυχερή από άλλους που έφτασαν σε αυτό το πλήρες νοσοκομείο: δεν την είχαν πάει ακόμη σε κάποιον διάδρομο», αναφέρει ενδεικτικά, σημειώνοντας πως, εδώ και μήνες, οι γιατροί στο Queen’s Hospital αναγκάζονται να περιθάλπουν ασθενείς στους διαδρόμους του νοσοκομείου τους λόγω έλλειψης κλινών.
«Ετσι λειτουργούμε καθημερινά, πλέον, επειδή το NHS δεν μπορεί να εξυπηρετήσει όλους τους ασθενείς», είπε ο δρ. Ντάριλ Γουντ. Ωστόσο η κυρία Πάτεν, παρά τη δοκιμασία της, δείχνει κατανόηση, υπερβολική ενδεχομένως, το οποίο οφείλεται στο γεγονός πως πριν από δεκαετίες, το ΕΣΥ της Βρετανίας, κράτησε στη ζωή τον σύζυγό της, αφού υπέστη καρδιακή προσβολή. «Πρέπει να αντεπεξέλθουν σε πολλούς περισσότερους ανθρώπους. Δεν γίνεται να γκρινιάζουμε για αυτό», είπε.
«Η στωικότητά της αποτυπώνει τον σεβασμό που τρέφουν οι Βρετανοί για το σύστημα υγείας τους που τους φροντίζει από την κούνια μέχρι τον τάφο, αλλά και τη θλιβερή αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά», συνοψίζει ο αμερικανός ανταποκριτής στο Λονδίνο. «Καθώς κλείνει τα 75 του χρόνια αυτόν τον μήνα, το NHS, ένα περήφανο σύμβολο του κράτους πρόνοιας της Βρετανίας, περνάει τη βαθύτερη κρίση της ιστορίας του: πλημμυρισμένο από ηλικιωμένους, εξασθενημένους ασθενείς, διψασμένο για επενδύσεις σε εξοπλισμό και εγκαταστάσεις και υποστελεχωμένο από γιατρούς και νοσηλευτές, πολλοί από τους οποίους έχουν εξαντληθεί τόσο πολύ που είτε συμμετέχουν στις απεργίες είτε φεύγουν για να εργαστούν στο εξωτερικό».
Γιατροί, νοσηλευτές, ασθενείς, διοικητές νοσοκομείων και αναλυτές ειδικοί στην υγεία, με τους οποίους ο Μαρκ Λάντνερ ερχόταν καθημερινά σε επαφή επί τρεις μήνες, κάνουν λόγο για ένα σύστημα υγείας στα πρόθυρα της κατάρρευσης. «Γιατροί και νοσηλευτές αντιμετωπίζουν μία ατελείωτη ροή ασθενών που γεμίζουν κρεβάτια», δήλωσε ο Μάθιου Τρέινερ, διευθύνων σύμβουλος του ταμείου του NHS που διευθύνει το Queen’s και ένα άλλο κοντινό νοσοκομείο, το King George. «Αυτό στερεί μια αίσθηση ελπίδας από το ιατρικό προσωπικό – την αίσθηση ότι αυτό που κάνουν έχει σημασία».
Σήμερα στην Βρετανία σχεδόν 7,5 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται σε λίστα αναμονής, άλλοι για αντικατάσταση ισχίου και άλλη για χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου. Ο δημοσιογράφος των New York Times αναφέρει συγκριτικά ότι πριν από την εμφάνιση του κορονοϊού και το ξέσπασμα της πανδημίας σε λίστα αναμονής βρίσκονταν 4,1 εκατομμύρια άνθρωποι. Τα ποσοστά θνησιμότητας που επιδεινώνονται λόγω του χρόνου που αναγκάζονται να περιμένουν οι εκατομμύρια ασθενείς, έως ότου να λάβουν τη φροντίδα που χρειάζονται, δίνουν μια ζοφερή εικόνα, με τον αριθμό των υπερβολικών θανάτων να φτάνει το 2022 σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 50 ετών (παρά την υποχώρηση της πανδημίας).
Το πρώτο τρίμηνο του 2023, περισσότεροι από τους μισούς υπερβάλλοντες θανάτους (δηλαδή θάνατοι πάνω από τον μέσο όρο θνησιμότητας της πενταετίας πριν από την πανδημία) δεν προκλήθηκαν από τον κορονοϊό. Οι θάνατοι που σχετίζονται με καρδιαγγειακά νοσήματα που μπορεί να συνδέονται με καθυστερήσεις στην αντιμετώπισή τους, αυξήθηκαν ιδιαίτερα απότομα, όπως ανέφερε ο Στιούαρτ Μακντόναλντ, ειδικός σε δεδομένα θνησιμότητας στην LCP, μια λονδρέζικη εταιρεία παροχής συμβουλών για συνταξιοδοτικά προγράμματα και επενδύσεις.
Οι εργαζόμενοι στο NHS αντιδρούν, ωστόσο, η ολοένα αυξανόμενη αναταραχή που επικρατεί μεταξύ τους, απλώς εντείνει την κρίση, φέρνοντας τα νοσοκομεία που ήδη δυσκολεύονταν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, στα πρόθυρα της παράλυσης. Ενώ η κυρία Πάτεν, η 78χρονη κυρία με τους πόνους στο στήθος και την πνευμονία, περίμενε για ένα κρεβάτι στο Queen’s Hospital, οι γιατροί έκαναν πικετοφορία, διαμαρτυρόμενοι για τους αρχικούς μισθούς που είναι συγκρίσιμοι με τους μισθούς των υπαλλήλων που εργάζονται στο Pret-a-Manger, μια αλυσίδα ταχυφαγείων που διαχειρίζεται το κυλικείο του νοσοκομείου.
Επιδιώκοντας να λύσει το πρόβλημα, ο Ρίσι Σούνακ, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας ανακοίνωσε τον προηγούμενο μήνα ένα 15ετές σχέδιο για την πρόσληψη και την εκπαίδευση 300.000 νοσοκόμων και γιατρών, με προϋπολογισμό 2,4 δισεκατομμύρια λίρες (2,8 δισεκατομμύρια ευρώ) για τα πρώτα πέντε χρόνια. Ομως οι επικριτές επισημαίνουν ότι στο σχέδιο δεν προβλέπονται αυξήσεις μισθών, παρότι αποτελούν τον μοναδικό σίγουρο τρόπο ανάσχεσης του κύματος αποχώρησης εργαζομένων από το NHS. Αλλά η τύχη του βρετανικού ΣΥ δεν αφορά μόνον τη Βρετανία, δεδομένου ότι το αυξανόμενο κόστος της δημόσιας υγείας αποτελεί ζήτημα για όλες σχεδόν τις χώρες, ανεξάρτητα από τα πολιτικά τους συστήματα.
«Το NHS πάντα κατάφερνε να προσφέρει ένα επίπεδο φροντίδας που δικαιολογούσε το τεράστιο αποτύπωμά του στη βρετανική δημόσια ζωή και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια ζωντανή Βρετανία εάν η υπηρεσία δεν σταθεροποιηθεί», γράφει ο Μαρκ Λάντνερ. «Πολιτικά, ωστόσο, η δημοσιονομική λιτότητα επιδείνωσε τα λάθη του συστήματος. Η πανδημία ανέδειξε μια σειρά προβλημάτων – περιλαμβανομένων της κακής διαχείρισης και των απαρχαιωμένων εγκαταστάσεων – που επωάζονταν εντός της υπηρεσίας από τότε που οι κυβερνήσεις υπό την ηγεσία των Συντηρητικών άρχισαν να περιορίζουν τις αυξήσεις στις δαπάνες το 2010». Οι δαπάνες για την υγεία αυξήθηκαν κατά μέσο όρο λιγότερο από 2% από το 2010 έως το 2019 (σε σύγκριση με 5,1% από το 1998 έως το 2008) ενώ σήμερα η Βρετανία έχει λιγότερους γιατρούς και νοσοκομειακές κλίνες κατά κεφαλήν από τους ευρωπαίους γείτονές της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News