Τα κεντρικά γραφεία του εκδοτικού οίκου D’Oro Collection στη Ρώμη στεγάζονται σε μια βίλα στο χρώμα της άμμου, κρυμμένη πίσω από μια δενδροστοιχία με κυπαρίσσια στην Αππία Οδό. Εδώ, μια ομάδα τεχνιτών παράγει βιβλία κατά παραγγελία συνδυάζοντας αιωνόβιες παραδόσεις βιβλιοδεσίας με πολύτιμα και υψηλής τεχνολογίας υλικά.
Οπως υποδηλώνει, μάλιστα, το όνομά της, η εταιρεία ειδικεύεται στη δημιουργία βιβλίων με εξώφυλλα από χρυσό, γράφει στη βρετανική εφημερίδα The Times η δρ Λουίζα ΜακΚένζι. Σε αυτά περιλαμβάνονται αντίγραφα της «Αινειάδας» του Βιργιλίου, η αυτοβιογραφία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη (προέρχεται από ημερολόγια και άλλα κείμενα) και ένα βιβλίο για τα άλογα και τον ιππικό κόσμο. Οι τιμές τους κυμαίνονται μεταξύ 5.500 και 16.500 ευρώ.
«Τα πολύτιμα υλικά δεν είναι μόνο για να κάνουν τα βιβλία πολύτιμα. Αυτά τα βιβλία είναι “κοσμηματοθήκες” που προστατεύουν την πραγματική αξία: την ιστορία που είναι γραμμένη μέσα» εξηγεί στους Times ο ιδρυτής του οίκου D’Oro, Σαλβατόρε Τζόρτζο Ντίνο.
Με τα ίδια λόγια θα μπορούσε εξίσου εύκολα να περιγραφεί η φιλοσοφία των ανθρώπων που συλλέγουν και φυλάσσουν βιβλία του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης. Πρόκειται για σημαντικά βιβλία, που διακοσμήθηκαν πλουσιοπάροχα και δέθηκαν περίτεχνα για να καταδείξουν την αξία των κειμένων τους.
Ο χρυσός ήταν βασικό μέρος της βιβλιοδεσία, και χρησιμοποιήθηκε σε μορφή φύλλου, είτε στη διακόσμηση του εξωφύλλου είτε για να τονιστούν τμήματα του κειμένου. Μερικά χειρόγραφα, μάλιστα, γράφτηκαν εξ ολοκλήρου με χρυσό, όπως η Χάρτα του Νιου Μίνστερ (Βασιλικό Αβαείο Βενεδικτίνων) στο Γουίντσεστερ, που χρονολογείται στο 966 και τώρα φυλάσσεται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη.
Πολύτιμα υλικά και παραδοσιακές τεχνικές
Σε ορισμένα βιβλία, συνήθως εκείνα που περιείχαν χριστιανικά κείμενα, προστέθηκαν επιχρυσωμένα εξώφυλλα με κοσμήματα, γνωστά ως βιβλιοδεσίες-θησαυροί, δείχνοντας την αγάπη του ιδιοκτήτη για τον Θεό και για τα βιβλία, αλλά επίσης την κοινωνική και οικονομική του θέση, γράφει στους Times η δρ ΜακΚένζι. Μετά τον θάνατό της, το 1094 ή το 1095 (σύμφωνα με τη Βρετανική Βιβλιοθήκη), η δούκισσα της Βαυαρίας Ιουδίθ της Φλάνδρας άφησε τη συλλογή των βιβλίων της στους μοναχούς του Αβαείου Βάινγκαρτεν.
Ανάμεσά τους ήταν και ένα Ευαγγέλιο που δημιουργήθηκε στα τέλη του 9ου αιώνα και τώρα φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη Μόργκαν της Νέας Υόρκης. Με λαμπερό εξώφυλλο από χρυσό και ασήμι, επικαλυμμένο με πολύχρωμους κρυστάλλους, μαργαριτάρια, τοπάζια, γρανάτες και τιρκουάζ, ήταν ένα εξαιρετικά πολυτελές αντικείμενο, σε μια εποχή κατά την οποία η κατοχή οποιουδήποτε βιβλίου ήταν ούτως ή άλλως πολυτέλεια.
Τα πρώτα βιβλία ήταν πράγματι αντικείμενα κατά παραγγελία. Η κατασκευή τους μπορούσε να διαρκέσει έως και έξι μήνες και αντιπροσώπευε ένα σημαντικό κόστος. Παρομοίως, η δημιουργία των βιβλίων του οίκου D’Oro Collection διαρκεί από έξι έως εννέα μήνες: «Η διαδικασία περιλαμβάνει καλλιτέχνες, ζωγράφους, χαράκτες και βιβλιογράφους που εργάζονται σαν οικογένεια στη Ρώμη, χρησιμοποιώντας όλες τις δεξιότητές τους για να φτιάξουν το καλύτερο δυνατό βιβλίο» λέει στους Times ο Σαλβατόρε Τζόρτζο Ντίνο.
Χρησιμοποιούνται τεχνικές 400 ετών, συμπεριλαμβανομένης της ραφής των σελίδων και του δεσίματος με το χέρι, για τη δημιουργία βιβλίων κατά παραγγελία για πελάτες, μεταξύ των οποίων βασιλείς, αρχηγοί κρατών και πάπες. Πρόσφατα, η εταιρεία δημιούργησε και ένα βιβλίο –το πρώτο που έγινε ποτέ– με εξώφυλλο από ανθρακονήματα (σε συνδυασμό με μπρούντζο, χρυσό, δέρμα και χειροποίητο χαρτί) στο πλαίσιο μιας περιορισμένης έκδοσης 150 αντιτύπων για τον εορτασμό της 60ής επετείου της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας Lamborghini.
Από την περγαμηνή στα e-books
Στην Ευρώπη, μέχρι τον 12ο αιώνα, η περγαμηνή και το vellum (ημιδιαφανής περγαμηνή υψηλής ποιότητας) ήταν τα κύρια υλικά πάνω στα οποία έγραφαν. Και τα δύο ήταν κατασκευασμένα από επεξεργασμένο δέρμα ζώων, αλλά το vellum ήταν μια λεπτότερη μορφή που προερχόταν από το δέρμα νεότερων ζώων, συνήθως μόσχων. Τον 12ο αιώνα το χαρτί εισήχθη στην Ευρώπη από την Αραβία και τότε άρχισαν να εμφανίζονται εργοστάσια χαρτιού σε όλη την ήπειρο.
Αφού γραφόταν ένα κείμενο και, σε πολλές περιπτώσεις, γινόταν η λαμπερή εικονογράφησή του, ακολουθούσε το δέσιμο. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πραγματοποιούσαν την αρχαιότερη μορφή βιβλιοδεσίας, καλύπτοντας πλάκες από πολτό παπύρου με δέρμα. Παρόμοια ήταν και η μεσαιωνική διαδικασία. Ωστόσο, η ποιότητα του χρησιμοποιούμενου δέρματος αλλά και η ποσότητα της διακόσμησης καθορίζονταν από τον προϋπολογισμό. Η «τυφλή στάμπα» ήταν η πιο κοινή μορφή διακόσμησης με τη χρήση εργαλείων για τη δημιουργία κοιλοτήτων στην επιφάνεια του δέρματος στο απαιτούμενο σχέδιο.
Σήμερα, ο βιβλιοδέτης Γκάβιν Ράουτλετζ της εταιρείας Rook’s Books, στο Λονδίνο, ειδικεύεται σε δερμάτινες βιβλιοδεσίες για πελάτες, μεταξύ των οποίων και ο Μπιλ Γκέιτς. Κάθε δημιουργία του είναι μια κατά παραγγελία συνεργασία μεταξύ τεχνίτη και πελάτη και οι τιμές ποικίλλουν αναλόγως. Τα δείγματα περιλαμβάνουν γλυπτές λεπτομέρειες από μέταλλο, ξύλο, ύφασμα και άλλα υλικά. Η εξειδίκευση του Ράουτλετζ στο δέρμα οδήγησε, μάλιστα, σε μια ευτυχή δεύτερη καριέρα: τη δημιουργία ειδικών εσωτερικών χώρων για γιοτ, κατά παραγγελία.
Στα τέλη του Μεσαίωνα, όπως μας πληροφορεί το άρθρο της δρ ΜακΚένζι, μερικές φορές χρησιμοποιούσαν στο δέσιμο, αντί για δέρμα, ύφασμα το οποίο στη συνέχεια μπορούσε να διακοσμηθεί με κεντήματα. Το «Felbrigge Psalter», ένα εικονογραφημένο χειρόγραφο Ψαλτήρι των μέσων του 13ου αιώνα, που βρίσκεται τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη, υποδεικνύει πόσο μεγάλο έργο αγάπης και προσωπικής αφοσίωσης ήταν ένα τέτοιο κέντημα.
Εξώφυλλα του 14ου αιώνα που απεικονίζουν τον Ευαγγελισμό και τη Σταύρωση, και δυστυχώς είναι πια πολύ φθαρμένα, ήταν επεξεργασμένα με ασημένιες, επίχρυσες και χρωματιστές μεταξωτές κλωστές, σε ένα εξαιρετικό δείγμα τέχνης κεντήματος Opus Anglicanum.
Οι κεντημένες βιβλιοδεσίες αναβίωσαν και έγιναν δημοφιλείς κατά τη Βικτωριανή εποχή, ιδιαίτερα ως μέρος του κινήματος των Τεχνών και της Χειροτεχνίας του 19ου αιώνα. Αυτή την παράδοση συνεχίζει σήμερα η Χάνα Μπράουν: στο ατελιέ της στο Σόμερσετ δημιουργεί φανταστικά εξώφυλλα κατά παραγγελία, συνδυάζοντας κεντήματα και υφάσματα με διαφορετικές υφές, βαμμένα στο χέρι. Οι βιβλιοδεσίες της Μπράουν ξεκινούν από 2.000 λίρες (2.325 ευρώ), με την τιμή να εξαρτάται από το μέγεθος και την πολυπλοκότητα.
Στα πρόσφατα δείγματα δουλειάς της περιλαμβάνεται ένα αντίγραφο του παιδικού βιβλίου «Ματίλντα», του Ρόαλντ Νταλ, με την αναπαράσταση ενός μαυροπίνακα στο εξώφυλλο, που συμπληρώνεται με αθροίσματα και μηνύματα κλειδιά για την ιστορία, και ανοίγει αποκαλύπτοντας κεντημένες παιδικές ζωγραφιές.
Ακόμη, μια μινιατούρα, ειδική έκδοση του θεατρικού έργου του Σαίξπηρ «Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι», που κυκλοφόρησε από την Piccolo Press, καλύφθηκε με ροζ και βιολετί δέρμα κεντημένο με διαφορετικές τεχνικές, που δημιουργούν ένα αφηρημένο σχέδιο ομόκεντρων κύκλων όπου κάθε δαχτυλίδι μοιάζει με στήμονες λουλουδιών.
Στα μέσα του 15ου αιώνα, με την εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιου στο Μάιντς της Γερμανίας, τα βιβλία άρχισαν να γίνονται διαθέσιμα σε περισσότερους ανθρώπους και σε μεγαλύτερο αριθμό. Ωστόσο, μόνο η άφιξη των φθηνών paperback εκδόσεων (με μαλακό χάρτινο εξώφυλλο), πριν από σχεδόν έναν αιώνα, εκδημοκράτισε πραγματικά την αγορά των βιβλίων, ενώ τα σύγχρονα e-books την άνοιξαν ακόμη περισσότερο.
Παρ’ όλα αυτά, παραμένει αμείωτη η όρεξη για κατά παραγγελία, πολυτελή βιβλία περιορισμένης έκδοσης, των οποίων οι βιβλιοδεσίες είναι μοναδικά έργα τέχνης. Αυτό συμβαίνει επειδή ένα βιβλίο μπορεί να είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή συναρμολόγηση χαρτιού και μελανιού, υπογραμμίζει στους Times η δρ ΜακΚένζι. Ενα περίτεχνα δεμένο βιβλίο μπορεί να προσφέρει τη δημιουργική έκφραση ενός προσωπικού πάθους, που διοχετεύεται από τις δεξιότητες των τεχνιτών οι οποίοι κρατούν ζωντανές αυτές τις παραδόσεις.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News