Μπορεί να μην είναι γνωστός στο ευρύ κοινό, όμως ο Τζον Γκούντιναφ, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 100 ετών την περασμένη Κυριακή, βοήθησε στην ανάπτυξη της τεχνολογίας που σήμερα χρησιμοποιείται στις περισσότερες από τις ηλεκτρονικές συσκευές μας.
Ο Γκούντιναφ έλαβε το βραβείο Νομπέλ Χημείας το 2019, σε ηλικία 97 ετών, για την πρωτοπόρο έρευνά του στην ανάπτυξη της μπαταρίας ιόντων λιθίου. Η μπαταρία αυτή ήταν ένα γιγαντιαίο βήμα για την τεχνολογία, καθώς χρησιμοποιείται από τα κινητά και τους υπολογιστές, έως τους βηματοδότες και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Η μπαταρία ιόντων λιθίου (lithium-ion battery, Li-ion battery ή LIB) είναι ένας τύπος επαναφορτιζόμενης μπαταρίας στην οποία τα ιόντα λιθίου κινούνται από το αρνητικό ηλεκτρόδιο προς το θετικό κατά τη διάρκεια της εκφόρτισης και αντιστρόφως κατά τη φόρτιση. Οι μπαταρίες ιόντων λιθίου χρησιμοποιούν μια παρεμβαλλόμενη ένωση του λιθίου ως υλικό του ενός ηλεκτροδίου και χρησιμοποιούνται ευρέως στις οικιακές ηλεκτρονικές συσκευές. Είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς τύπους επαναφορτιζομένων μπαταριών για φορητά ηλεκτρονικά, με υψηλή ενεργειακή πυκνότητα, πολύ μικρό φαινόμενο μνήμης και χαμηλή αυτοεκφόρτιση.
Ο Γκούντιναφ πέθανε την Κυριακή 25 Ιουνίου σε μια μονάδα υποβοηθούμενης διαβίωσης στο Οστιν του Τέξας. Δεν ανακοινώθηκε η αιτία του θανάτου του, σύμφωνα με τον Guardian.
Ο αμερικανός επιστήμονας ήταν «πρωτοπόρος στην επιστημονική έρευνα αιχμής σε όλες τις δεκαετίες της καριέρας του», είπε ο Τζέι Χάρτζελ, πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Οστιν, στο οποίο ο Γκούντιναφ υπήρξε καθηγητής επί 37 χρόνια.
Ο Γκούντιναφ ήταν ο πιο ηλικιωμένος άνθρωπος που κέρδισε Νομπέλ, όταν μοιράστηκε το βραβείο με το βρετανό επιστήμονα Στάνλεϊ Γουίτονγχαμ και τον Ιάπωνα Ακίρα Γιοσίνο.
«Η επαναφορτιζόμενη αυτή μπαταρία έβαλε τα θεμέλια για τις ασύρματες ηλεκτρονικές συσκευές, όπως τα κινητά τηλέφωνα και οι φορητοί υπολογιστές», είχε πει η Σουηδική Ακαδημία κατά τη διάρκεια της απονομής.
Τα τελευταία χρόνια ο Γκούντιναφ και η ομάδα του εργάζονταν επάνω σε νέες κατευθύνσεις και δυνατότητες αποθήκευσης ενέργειας, όπως μια μπαταρία από «γυαλί» με ηλεκτρολύτη στερεάς κατάστασης και ηλεκτρόδια μετάλλου λιθίου ή νατρίου.
«Ζήσε μέχρι τα 97 σου και θα μπορείς να κάνεις οτιδήποτε», είχε πει ο Γκούντιναφ παραλαμβάνοντας το βραβείο, προσθέτοντας ότι ήταν ευτυχής που δεν αναγκάστηκε να βγει στη σύνταξη στα 65 του.
Οι μπαταρίες ιόντων λιθίου ήταν οι πρώτες πραγματικά φορητές και επαναφορτιζόμενες μπαταρίες και πήρε περισσότερο από μια δεκαετία για να ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στη δημιουργία τους. Ο ίδιος ο Γκούντιναφ είπε ότι δεν περίμενε πως η δουλειά του θα είχε τόσο σημαντικό αντίκτυπο στον κόσμο.
«Πιστεύαμε ότι θα ήταν ωραίο να βοηθήσουμε με μερικά πράγματα», είχε πει, «αλλά ούτε που ονειρευόμουν ότι θα έφερνα επανάσταση στα ηλεκτρονικά».
Οι Γκούντιναφ, Γουίτινγχαμ και Γιοσίνο έκαναν ο καθένας μοναδικές ανακαλύψεις που έθεσαν τα θεμέλια για την ανάπτυξη μιας εμπορικής επαναφορτιζόμενης μπαταρίας και μοιράστηκαν το βραβείο Νομπέλ των 900.000 δολαρίων.
Το έργο του Γουίτινγχαμ, στη δεκαετία του 1970, αξιοποίησε την τάση του λιθίου –του ελαφρύτερου μετάλλου– να προσφέρει τα ηλεκτρόνια του για να φτιάξει μια μπαταρία ικανή να παράγει λίγο περισσότερο από 2 βολτ.
Μέχρι το 1980, ο Γκούντιναφ είχε βασιστεί στο έργο του Γουίτινγχαμ και διπλασίασε τη χωρητικότητα της μπαταρίας στα 4 βολτ, χρησιμοποιώντας οξείδιο του κοβαλτίου σε ένα από τα δύο ηλεκτρόδια που αποτελούν τα άκρα μιας μπαταρίας.
Αυτή η μπαταρία ήταν, όμως, πολύ ευαίσθητη για γενική εμπορική χρήση. Η δουλειά του Γιοσίντο, στη δεκαετία του 1980, εξάλειψε το πτητικό καθαρό λίθιο από την μπαταρία και αντ’ αυτού επέλεξε τα ιόντα λιθίου, τα οποία είναι ασφαλέστερα. Οι πρώτες ελαφριές, ασφαλείς, ανθεκτικές και επαναφορτιζόμενες εμπορικές μπαταρίες εισήλθαν στην αγορά το 1991.
Γεννημένος στην Ιένα της Γερμανίας το 1922, ο Γκούντιναφ μεγάλωσε στις ΗΠΑ και απέκτησε διδακτορικό στη Xημεία από το Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Ξεκίνησε την καριέρα του στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης, όπου η έρευνά του έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη μνήμης τυχαίας πρόσβασης για τους ψηφιακούς υπολογιστές.
Ο Γκούντιναφ ήταν επικεφαλής του εργαστηρίου ανόργανης χημείας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στην Αγγλία όταν έκανε την ανακάλυψη ιόντων λιθίου. Εγινε καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τέξας το 1986, και ακόμη δίδασκε και ερευνούσε υλικά μπαταριών και προβλήματα επιστήμης και μηχανικής στερεάς κατάστασης όταν κέρδισε το βραβείο Νομπέλ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News