Και οι δύο γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και ζούν στη Θεσσαλονίκη. Η Τέση Γιαννακίνα σπούδασε Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Α.Π.Θ., Ξένες Γλώσσες και Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Καλλιτεχνική και Πολιτιστική Διαχείριση στη Βαρκελώνη. Αφού γύρισε τον κόσμο δουλεύοντας επάνω σε διάφορα αντικείμενα, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και ίδρυσε μαζί με την Ανδριάνα Αχιτζάνοβα Πεταλά, τον Μάκη Μπακλατζή και την Ελενα Μουδίρη Χασιώτου την ΑΜΚΕ olipoli, η οποία εστιάζει στον σχεδιασμό και τη διαχείριση πολιτιστικών δράσεων.
Ο Βαγγέλης Βραχνός ασχολήθηκε με τη μουσική από πολύ νεαρή ηλικία και παίζει διάφορα μουσικά όργανα. Σπούδασε στην Codarts Academy στην Ολλανδία, ασχολείται με το κοντραμπάσο και τη σύνθεση και είναι ιδρυτικό μέλος των σχημάτων Yako Trio και Mordana. Παράλληλα, εργάζεται ως ειδικευόμενος παιδοψυχίατρος, καθώς το 2019 ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική του Α.Π.Θ.
Η ιδέα να οργανώνουν συναυλίες σε σπίτια προέκυψε όταν παρευρέθηκαν σε βραδιά περσικής μουσικής που οργάνωσε ένας φίλος σε κάποιο σπίτι: «Τη θυμόμασταν για μέρες. Και οι δύο είχαμε παρακολουθήσει αντίστοιχες συναυλίες σε σπίτια κατά τη διαμονή μας στο εξωτερικό, οργανωμένες και ανοιχτές στο ευρύ κοινό. Και κάπως έτσι πήραμε την απόφαση να το ψάξουμε παραπάνω για να το δοκιμάσουμε και στη Θεσσαλονίκη» αναφέρει η Τέση Γιαννακίνα.
«Αρχικά, δεδομένων των ρίσκων που φανταζόμασταν ότι μπορεί να έχει αυτή η ιδιαίτερη συνθήκη, απευθυνθήκαμε σε μουσικούς του στενού μας κύκλου με τους οποίους νιώθαμε άνετα να μοιραστούμε και να συζητήσουμε τους προβληματισμούς που είχαμε. Το ίδιο και για τη διάθεση σπιτιών στα οποία θα γίνονταν τα live. Μιλήσαμε πρώτα με ανθρώπους που πιστεύαμε ότι θα ένιωθαν άνετα να φιλοξενήσουν μια τέτοιου είδους εκδήλωση, με γνωστούς και αγνώστους, στον πλέον προσωπικό τους χώρο. Η ανταπόκριση και από τις δύο πλευρές ήταν ενθαρρυντική και, αφήνοντας δεύτερες σκέψεις στην άκρη, ανακοινώσαμε την πρώτη συναυλία σε σπίτι, μέσω κοινωνικών δικτύων και της ιστοσελίδας της olipoli, που είναι τα κύρια κανάλια της επικοινωνίας μας» προσθέτει ο Βαγγέλης Βραχνός.
Η δράση τους επικεντρώνεται στη Θεσσαλονίκη. Αλλά θα το θεωρούσαν υπέροχο να αρχίσουν να γίνονται αντίστοιχες εκδηλώσεις και σε άλλες πόλεις: δηλώνουν ανοιχτοί να μοιραστούν την εμπειρία τους και να βοηθήσουν με όποιον τρόπο μπορούν.
Πόσο εξοικειωμένοι είμαστε στην Ελλάδα με μια συναυλία σε σπίτι;
Ρωτάω την Τέση και τον Βαγγέλη ποια είναι τα κυριότερα κολλήματα που βλέπουν στην κοινωνία μας, τα οποία πιθανόν περιορίζουν το κοινό τους, αλλά και ποιες ηλικίες είναι πιο εξοικειωμένες με τέτοιες δράσεις.
Η Τέση Γιαννακίνα απαντά: «Λόγω του σχετικά περιορισμένου χώρου που επιφέρει η συνθήκη συναυλιών σε σπίτια, το κοινό μας είναι εκ των πραγμάτων μικρό και, δεδομένου ότι η ανταπόκριση είναι μεγάλη και οι συναυλίες μέχρι τώρα sold-out, δεν υπάρχουν κολλήματα για την ώρα. Πραγματικά, έχει πάει τόσο καλά που δεν έχουμε μπει ακόμα στη διαδικασία να αναλύσουμε τυχόν δισταγμούς σε κοινωνικό επίπεδο, παρά θέματα δικής μας οργάνωσης, που τα δουλεύουμε από συναυλία σε συναυλία για να γίνονται τα πράγματα όσο καλύτερα γίνεται. Οσον αφορά τώρα στις ηλικίες, θα λέγαμε, όσο μπορούμε να υπολογίσουμε κάτι τέτοιο, ότι κυμαίνονται από 20-70 ετών, με ίσως μεγαλύτερη προσέλευση από αυτές των 25-40».
«Γενικά, φροντίζουμε πάντα να ενημερώνουμε τους ενοίκους από πριν, διασφαλίζοντας ότι κανένας δεν έχει πρόβλημα στην ιδέα. Οι αντιδράσεις όλων μέχρι στιγμής είναι γλυκύτατες, υποστηρικτικές, με κάποιους να έχουν παρευρεθεί και στη συναυλία του σπιτιού της οικοδομής. Καμία εχθρική στάση έως τώρα, το αντίθετο» συμπληρώνει ο Βαγγέλης.
Εκείνο που θυμούνται πάντα, ως απαύγασμα της εμπειρίας από τις συναυλίες, είναι η προσφορά ανθρώπων που έρχονται να παρακολουθήσουν και, είτε την ίδια μέρα είτε την επομένη, επικοινωνούν μαζί τους με την επιθυμία να διαθέσουν οι ίδιοι τα σπίτια τους κάποια επόμενη φορά.
Αλλη ιστορία που μου αναφέρουν είναι με έναν ταξιδιώτη που έμαθε για τη συναυλία μέσω κοινωνικών δικτύων και ήρθε κατευθείαν από το αεροδρόμιο: «Η αίσθηση συνύπαρξης γνωστών και αγνώστων σε έναν τόσο προσωπικό χώρο όπως αυτόν του σπιτιού, είναι σίγουρα από μόνη της μια ιστορία που θα θυμόμαστε» καταλήγουν.
Οι δυσκολίες τού να παίζεις μουσική σε σπίτια
«Μια συναυλία σε σπίτι έχει περιορισμένο κοινό, άρα η συνθήκη είναι ως επί το πλείστον ακουστική, χωρίς την ανάγκη ενίσχυσης ήχου. Από εκεί και πέρα, η εγγύτητα μεταξύ των μουσικών και του κοινού, που υπάρχει εκ των πραγμάτων λόγω περιορισμένου χώρου, μπορεί να προκαλέσει αμηχανία ή και συστολή σε κάποιους μουσικούς, οι οποίοι δεν είναι εξοικειωμένοι με τη συνθήκη. Αυτό, βέβαια, κατά την εξέλιξη της συναυλίας υποχωρεί και αντικαθίσταται από την αμεσότητα της επικοινωνίας» σημειώνει η Τέση Γιαννακίνα.
Ως προς το αν αποτελούν αυτού του είδους οι συναυλίες μια λύση χώρου για τους μουσικούς, με δεδομένο ότι μουσικές σκηνές και πίστες απαιτούν μεγαλύτερο μπάτζετ για να παίξει κανείς εκεί, οι δυο Θεσσαλονικείς απαντούν ότι δεν το σκέφτηκαν έτσι. Εκείνο που τους ώθησε ήταν η επιθυμία να αναπλάσουν μια συνθήκη που την έχουν βιώσει και τους άφησε ωραίες αναμνήσεις: «Είναι τόσο διαφορετικές οι συνθήκες της μιας και της άλλης κατάστασης που δεν υπάρχει λόγος σύγκρισης, πόσο μάλλον αντικατάστασης».
«Είναι μία συνθήκη ιδιαίτερα μικρής κλίμακας. Σε αυτό, πάντως, το ολιγάριθμο κοινό σίγουρα προσφέρει ποιοτική ακρόαση, έμπνευση, αλληλεπίδραση με τους μουσικούς πριν και μετά τη συναυλία, με λίγα λόγια επαφή με τη μουσική και τους μουσικούς, και ανταλλαγή» αναφέρουν.
Εφέτος, οι συναυλίες που διοργάνωσαν η Τέση Γιαννακίνα και ο Βαγγέλης Βραχνός πραγματοποιήθηκαν από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Μάιο. Το καλοκαίρι διακόπτουν και αρχίζουν πάλι με τα πρώτα κρύα, έχοντας ως προτεραιότητά την παρουσίαση πρωτότυπης μουσικής από δημιουργικούς καλλιτέχνες και σχήματα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News