Η συζήτηση για τους υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ στη Θράκη εξελίχθηκε μέχρι στιγμής άτσαλα και με προφανή εκλογική και όχι εθνική διάσταση. Με ευθύνη όλων.
Φαίνεται πως αυτό έγινε αντιληπτό και μάλλον θα επιχειρηθεί να πέσει η ένταση. Δεν είναι και πολύ αυθαίρετη η εκτίμηση ότι στην Αγκυρα θα χαμογελούν με μια κάποια ικανοποίηση, παρακολουθώντας τα ελληνικά κόμματα στην ουσία να επικυρώνουν την (ούτως ή άλλως γνωστή εδώ και δεκαετίες) αμφιλεγόμενη δράση του διαβόητου τουρκικού προξενείου στην Κομοτηνή.
Τα θέματα όμως είναι άλλα και θα έπρεπε να έχουν απαντηθεί διαφορετικά και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Αν, για παράδευγμα, η ελληνική πολιτεία γνωρίζει και παρακολουθεί τι κάνει το προξενείο (πώς, με ποιους και με ποιες επιδιώξεις), τι έχει πράξει για να εμποδίσει αυτή τη δραστηριότητα;
Εν πάση περιπτώσει, σε αυτό το πεδίο ό,τι γίνεται και λέγεται οφείλει να έχει εθνική διάσταση και να αντιμετωπίζεται με την αναγκαία σοβαρότητα, ευαισθησία και προσοχή. Εστω και έτσι, οφείλει όμως πλέον κανείς να γνωρίζει τι συμβαίνει στη Θράκη και ποιο καθεστώς διέπει την ύπαρξη και λειτουργία του προξενείου στην Κομοτηνή.
Οι όροι της αμοιβαιότητας που ισχύουν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας διέπουν τη λειτουργία των εξής διπλωματικών αρχών:
–Της ελληνικής πρεσβείας στην Αγκυρα και της αντίστοιχης πρεσβείας της Τουρκίας στην Αθήνα, με τα αντίστοιχα προξενικά γραφεία.
–Του γενικού προξενείου της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη και κατ’ αντιστοιχία του γενικού προξενείου της Τουρκίας στη Θεσσαλονίκη.
–Του γενικού προξενείου της Ελλάδας στη Σμύρνη και κατ’ αντιστοιχία του γενικού προξενείου της Τουρκίας στην Κομοτηνή.
–Του ελληνικού προξενείου στην Αδριανούπολη και του αντίστοιχου προξενείου της Τουρκίας στη Ρόδο.
Το γιατί και το πώς λειτουργεί τουρκικό γενικό προξενείο στην Κομοτηνή είναι ένα ζήτημα που θα όφειλε να έχει εξεταστεί και μελετηθεί εδώ και δεκαετίες. Πάντως, πρόκειται για ένα θέμα ενδεικτικό ελληνικών ολιγωριών και, ενδεχομένως, προχειροτήτων.
Η εκεί τουρκική αρχή ιδρύθηκε το 1923 ως προξενικό γραφείο, παρ’ όλο που στη συνθήκη της Λωζάνης η μειονότητα της Θράκης ορίζεται ως θρησκευτική και όχι ως εθνική. Για διαφόρους λόγους και βάσει επιλογών της εποχής αναβαθμίστηκε σταδιακά, αρχικά σε προξενείο το 1930 και σε γενικό προξενείο το 1950, με την ταυτόχρονη αναβάθμιση του ελληνικού προξενείου της Κωνσταντινούπολης σε γενικό.
Τότε δόθηκε στην ελληνική κυβέρνηση η ευκαιρία να ιδρύσει κατ’ αντιστοιχία ένα προξενείο στην Τουρκία. Για μάλλον ανεξήγητους λόγους επελέγη η Ανδριανούπολη αντί για την Ιμβρο, όπως οι πραγματικές συνθήκες θα ευνοούσαν ή και θα επέβαλλαν, λόγω της ύπαρξης ελληνικού στοιχείου. Το λάθος πληρώθηκε με τον αφελληνισμό της Ιμβρου και της Τενέδου, ενώ η δράση του γενικού προξενείου της Κομοτηνής εξελίχθηκε με τους γνωστούς τρόπους.
Η παράμετρος αυτή τέθηκε κομψά αλλά εύστοχα από τον Βαγγέλη Βενιζέλο στη συνέντευξη που έδωσε το βράδυ της Τρίτης στην ΕΡΤ: «Εχουμε αναρωτηθεί γιατί το ελληνικό κράτος εδώ και πολλές δεκαετίες, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης, δέχτηκε να λειτουργεί ένα τουρκικό προξενείο εγκατεστημένο στην Κομοτηνή; Γιατί στην Κομοτηνή το τουρκικό προξενείο;» είπε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην υπουργός Εξωτερικών, και συνέχισε: «Εν πάση περιπτώσει, ας πάρουμε ορισμένες βασικές αρχές για να ξέρουμε πώς πρέπει να χειριζόμαστε τέτοιου είδους λεπτά και, θα έλεγα, μακροχρόνιας εμβέλειας ζητήματα. Πρόκειται για έλληνες πολίτες οι οποίοι πρέπει να απολαμβάνουν όλων των συνταγματικών τους δικαιωμάτων, όλων των δικαιωμάτων τους κατά το Διεθνές Δίκαιο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και κατά το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Προφανώς και δεν υπάρχει πισωγύρισμα, ούτε και μπορεί να θεωρεί κανείς ρεαλιστικό να παύσει η λειτουργία του προξενείου στην Κομοτηνή. Επιβάλλεται, ωστόσο, έστω και τώρα ή ειδικά τώρα, μια άλλη προσέγγιση και συνολική διαχείριση από το ελληνικό κράτος και τις κομματικές ηγεσίες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News