Πριν από περίπου έξι μήνες, ο σεναριογράφος Μάικα Φίτζερμαν-Μπλου ξύριζε τα γένια του όταν, φτάνοντας στην περιοχή μεταξύ μύτης και άνω χείλους, σκέφτηκε: «Κι αν σταματούσα;» «Συνειδητοποίησα ότι δεν είχα ποτέ μόνο μουστάκι» είπε στη Σίρα Τελούσκιν των New York Times. Αλλά αφού βεβαιώθηκε ότι η γυναίκα του δεν το απεχθανόταν και διαπίστωσε επίσης πόσο συνηθισμένο ήταν πια στο Εκο Παρκ, τη γειτονιά του στο Λος Αντζελες, αγκάλιασε γρήγορα το νέο look: «Φέτος έγινα 40, έχω δύο μικρά παιδιά, και με κάνει να νιώθω περισσότερο μπαμπάς, αλλά διασκεδαστικός μπαμπάς».
Δεν είναι ο μόνος. Το μουστάκι, ικανό να συμβολίσει τα πάντα, από την τραχιά αρρενωπότητα μέχρι την παιχνιδιάρικη ειρωνεία και τη γεμάτη θέρμη πατρική ευθυμία, απολαμβάνει μια από τις περιοδικές αναγεννήσεις του. Αν και είναι δύσκολο να διαχωριστούν τα δεδομένα για το μουστάκι από εκείνα που σχετίζονται γενικότερα με τις τάσεις των τριχών στο πρόσωπο, άνθρωποι του κλάδου της κομμωτικής λένε ότι η πρόσφατη άνοδος είναι σαφής. Κάποτε έμβλημα του υποκόσμου, της υποκουλτούρας και των πορνοστάρ ή του ντεμοντέ θείου, το μουστάκι στις μέρες μας είναι απλώς άλλη μια επιλογή αναφορικά με τις τρίχες στο πρόσωπο.
Οι λόγοι της επανεμφάνισής του είναι πολλοί. Το μουστάκι είναι αρρενωπό αλλά και παιχνιδιάρικο σε έναν κόσμο που απολαμβάνει νέους τρόπους ενασχόλησης με έμφυλα στυλ. Ηταν ούτως ή άλλως έτοιμο να επιστρέψει μετά από μια δεκαετία που όλοι είχαν γένια, απλώς η καραντίνα επέτρεψε σε μερικούς άνδρες να το δοκιμάσουν και να συνειδητοποιήσουν ότι τους άρεσε.
«Αρχισε να κερδίζει πολύ περισσότερη δυναμική τον τελευταίο χρόνο, ειδικά από τότε που κυκλοφόρησε το “Top Gun”» λέει στους New York Times ο Μάτι Κόνραντ, ο οποίος διευθύνει πολλά κουρεία στο Βανκούβερ και ένα δημοφιλές κανάλι στο YouTube αφιερωμένο στην περιποίηση των τριχών του προσώπου: «Νομίζω ότι το μουστάκι είναι σήμερα αυτό που ήταν τα γένια το 2010. Αλλά αν καταλήξει να έχει τη δική τους δυναμική, τότε οι άνθρωποι που στράφηκαν σε αυτό για λόγους εντυπωσιασμού θα αρχίσουν να αναζητούν κάτι άλλο» παρατηρεί.
Η Νίκι Οστιν, η στιλίστρια και μακιγιέζ που είναι υπεύθυνη για τη φροντίδα του εμβληματικού μουστακιού του Τεντ Λάσο, δηλαδή του Τζέισον Σουντέικις, ο οποίος πρωταγωνιστεί στην ομώνυμη κωμική σειρά της Apple TV, αποδίδει την αύξηση των μουστακιών μεταξύ των πελατών της στο Λος Αντζελες στη διάχυση της κουλτούρας της γενειάδας, καθώς και στο νέο άνοιγμα των ανδρών στην περιποίηση: «Ξέρω άνδρες που πηγαίνουν στον κουρέα τους κάθε Σάββατο για φρεσκάρισμα, κάτι ανήκουστο πριν από 20 χρόνια» λέει η Οστιν στους New York Times, προσθέτοντας ότι όσοι έχουν φαλάκρα συχνά βρίσκουν πως το μουστάκι αλλάζει εντυπωσιακά την εμφάνισή τους.
Θες να σε προσέξουν; Ασε μουστάκι
Η προσοχή είναι επίσης μέρος της διασκέδασης. Ο Κρίστιαν Ιλούτσι, ένας καλλιτέχνης που ζει στο Κουίνς, δηλώνει σοκαρισμένος από το ενδιαφέρον που προκαλεί το μουστάκι του. Είχε μούσι από τη δεκαετία του 2010, όταν ήταν φοιτητής στο Fashion Institute of Technology, και υιοθέτησε το μουστάκι μόλις τις τελευταίες εβδομάδες: «Εχω εισπράξει κομπλιμέντα και στο παρελθόν, αλλά ποτέ τόσα πολλά όσα τώρα για το μουστάκι μου» λέει, πράγμα που συμβαίνει και σε άλλους: «Μου λένε στον δρόμο “Τι φοβερό μουστάκι!”».
Περί τα τέλη της δεκαετίας του 2010 το μουστάκι ήταν διαδεδομένο σε queer χώρους, ειδικά εκείνο που συμπλήρωνε τη στιλιζαρισμένη, άκρως ομοερωτική αισθητική, με τα δερμάτινα παντελόνια και μπουφάν του φινλανδού καλλιτέχνη Τόουκο Λάκσονεν (πιο γνωστού με το ψευδώνυμο Tom of Finland). Και θα μπορούσε να είχε παραμείνει στο περιθώριο της mainstream δημοτικότητας αν δεν είχε χτυπήσει η πανδημία. Στα lockdown οι άνδρες, ο ένας μετά τον άλλον, άρχισαν να περνάνε από τα γένια στο μουστάκι.
«Η καραντίνα σίγουρα με απελευθέρωσε, έτσι ώστε να αντιμετωπίσω αυτή τη δύσκολη ενδιάμεση φάση που πάντα με εμπόδιζε να ενηλικιωθώ» λέει ο Λούκας Τζόνσον, καθηγητής Αγγλικών στο Μπρούκλιν, ο οποίος πριν από δύο χρόνια άφησε ένα μουστάκι στο κλασικό στυλ chevron, αυτό το παχύ, πυκνό και καλοσχηματισμένο μουστάκι που έκανε μόδα ο Τομ Σέλεκ τη δεκαετία του 1980 στη σειρά «Magnum P.I.» και επανέφερε θεαματικά ο Τζέισον Σουντέικις στο «Ted Lasso». Πλησιάζοντας τα 30, λοιπόν, ο Τζόνσον ένιωσε ότι «ήταν ένας ωραίος τρόπος να νιώθω μοντέρνος, ενώ επίσης περνάω σε μια πιο ώριμη ενήλικη ζωή».
Ακόμη, εκτιμά τους διαφορετικούς συνειρμούς που προκαλεί: «Το μουστάκι υποδηλώνει αυθεντία, αλλά και ένα ορισμένο ποσό ανοησίας. Είναι πολύ αρρενωπό αλλά και πολύ επιδεικτικό και, αθόρυβα, ένα είδος queer κώδικα. Ολο το φάσμα των φύλων έχει εμμονή με το μουστάκι μου, όπως και εγώ».
Η δημοτικότητα που αποκτούσε κατά καιρούς το μουστάκι επηρεαζόταν πάντα από εμβληματικές προσωπικότητες της εποχής και τις τάσεις της στιγμής. Στις αρχές του 1900, συχνά τα μουστάκια ήταν περίτεχνα, όπως εκείνο το ατίθασο θαμνώδες μουστάκι –που θύμιζε θαλάσσιο ίππο– του προέδρου των ΗΠΑ Θεόδωρου Ρούσβελτ, ή το τσιγκελωτό με τις κερωμένες άκρες του Φραγκίσκου Φερδινάνδου, αρχιδούκα της Αυστρίας, τα οποία επανέφεραν εντυπωσιακά, αν και για μικρό διάστημα, οι απανταχού χίπστερ με τις τιράντες.
Να σημειωθεί ότι μέχρι το 1916 απαγορευόταν στους βρετανούς στρατιώτες να ξυρίζουν το άνω χείλος τους, ίσως γιατί το μουστάκι είχε συνδεθεί με την ανδρεία και τη δύναμη. Τα πιο περίτεχνα στυλ, ωστόσο, ήταν ένας εύκολος στόχος για κοροϊδία. Το μουστάκι-οδοντόβουρτσα του Τσάρλι Τσάπλιν, για παράδειγμα, υιοθετήθηκε ειδικά για το χιούμορ του, πριν συνδεθεί με τον Αδόλφο Χίτλερ και χάσει για πάντα τη θέση του στους κύκλους που κάνει η μόδα.
Μετά την «καλοξυρισμένη» δεκαετία του 1950, το μουστάκι έγινε σύμβολο αντικουλτούρας πολλών ανατρεπτικών ομάδων, από τους μακρυμάλληδες χίπις και τους μαρξιστές μέχρι τους γκέι∙ και ο Φρέντι Μέρκιουρι καθιέρωσε αυτό που παραμένει ένα από τα πιο εμβληματικά μουστάκια του περασμένου αιώνα.
Καθώς η έντονη διαχωριστική γραμμή των στυλ μεταξύ mainstream και αντικουλτούρας άρχισε να θολώνει, στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, το μουστάκι –των Μπαρτ Ρέινολντς, Τομ Σέλεκ, Σαμ Ελιοτ και άλλων- συνδέθηκε με μια αρρενωπή αλαζονεία. Δεν μπορούσαν όλοι να το πετύχουν, αλλά αυτοί οι συνειρμοί υπεραρρενωπότητας ήταν ανοιχτοί για υπερβολές, οπότε το μουστάκι υιοθετήθηκε παιχνιδιάρικα από την queer κουλτούρα, ενώ διαδόθηκε ευρέως και στη βιομηχανία του πορνό, προσδίδοντάς του ένα «άρωμα» διαφθοράς και εκφυλισμού.
Φυσικά, σε πολλά μέρη, όπως η Μέση Ανατολή και το Μεξικό, το μουστάκι απορρόφησε ένα πλούσιο σύνολο άλλων συνειρμών, που συχνά μεταφέρονταν στις ΗΠΑ, δίνοντάς του διαφορετικό νόημα ανάλογα με την πολιτισμική ομάδα που το υιοθετούσε. Την εποχή των αγώνων των μαύρων Αμερικανών για τα Πολιτικά Δικαιώματα το μουστάκι ήταν επίσης ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των ηγετών τους, όπως ο Θέργκουντ Μάρσαλ και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τζούνιορ, προτού χάσει την εύνοιά τους τη δεκαετία του 1970. (Παραμένει, ωστόσο, ένας ζωντανός τρόπος ενασχόλησης με τη μαύρη ταυτότητα).
Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990 το μουστάκι είχε ξεπέσει πλέον τόσο πολύ ώστε λίγοι πίστευαν ότι θα γινόταν και πάλι της μόδας. Αλλά σιγά σιγά επέστρεψε και, απελευθερωμένο από τις υποκουλτούρες της δεκαετίας του 1980, προκάλεσε περισσότερους ανθρώπους να το φανταστούν στο πρόσωπό τους.
Σήμερα δύο στυλ έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα δημοφιλή: το chevron του Ρον Σουάνσον στην κωμική σειρά «Parks and Recreation» (τον υποδύεται ο Νικ Οφερμαν) και το beardstache, που δεν είναι ακριβώς μουστάκι, αλλά ένα αξύριστο look, όπου ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι το μουστάκι του Χένρι Καβίλ ή του Weeknd.
Οι πιο προσεκτικά περιποιημένες επιλογές, όπως το pencil (είχε υιοθετηθεί από τον Κλαρκ Γκέιμπλ και τον Ερολ Φλιν), το μουστάκι με επιμελημένη χωρίστρα στη μέση ή με κερωμένες άκρες, παραμένουν στην ευχέρεια μόνο των πολύ ικανών…
Κάθε επιλογή, ωστόσο, που αλλάζει σημαντικά το πρόσωπό κάποιου είναι κάπως αστεία, ειρωνική και, οπωσδήποτε, παιχνιδιάρικη. Και σε έναν κόσμο που επανεξετάζει τον πυρήνα της αρρενωπότητας, αυτές οι συσχετίσεις μπορούν επίσης να είναι ευπρόσδεκτες.
Το μουστάκι, εξάλλου, που απαιτεί έναν –μίνιμουμ έστω– βαθμό περιποίησης υποδηλώνει επίσης ότι ο χρήστης είναι κάποιος που υπερηφανεύεται για το στυλ του. «Με κάνει να φαίνομαι πιο προσιτός και φιλικός» λέει στους New York Times ο Αρι Γκόλντσταϊν, φοιτητής στη Νομική Σχολή Carey του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια. «Είναι επίσης ένας τρόπος να δείχνεις μοναδικός χωρίς να χρειάζεται να φοράς στολή».
Καθώς, όμως, το μουστάκι γίνεται όλο και πιο δημοφιλές, πολλοί άνδρες συνειδητοποιούν ότι γνωρίζουν ελάχιστα για τη συντήρησή του. Ποιο στυλ ταιριάζει στο πρόσωπό τους; Πώς πρέπει να κοπεί; Πόσο καιρό χρειάζεται για να αναπτυχθεί;
«Μπορεί κάποιος να θέλει ένα συγκεκριμένο στυλ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι οπωσδήποτε κατάλληλο για το σχήμα του προσώπου του, την υφή των τριχών του ή το πόσο γρήγορα μακραίνουν» σημειώνει ο Κόνραντ, ο κουρέας στο Βανκούβερ. «Μέρος αυτού είναι να δουλεύεις με ό,τι έχεις». Αλλά μικρές προσαρμογές μπορεί να έχουν μεγάλο αντίκτυπο. Η μόνη διαφορά, λέει, ανάμεσα στο «μπαμπαδίστικο» μουστάκι στυλ Τεντ Λάσο και σε εκείνο του «σκληρού» Μπαρτ Ρέινολντς οφείλεται σε μια πολύ διακριτική διαμόρφωση του σχήματος…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News