Εγώ αριστερός δεν είμαι. Ετσι, ο θρήνος και ο κοπετός και τα πύρινα δάκρυα που χύνουν οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ για την πρωτοφανή συντριβή δεν με αγγίζουν. Ιδίως όταν συνδυάζονται με κωμικοτραγική αλαζονεία κι έναν πονεμένο λυρικό ελιτισμό. Εύχομαι καλή επιτυχία στον φίλο μου τον Νίκο Μαραντζίδη που έκανε βουτιά στον λάκκο των λεόντων. Ισως τα καταφέρει να τους συμμαζέψει λίγο γιατί κάθε μέρα που περνάει γελοιοποιούνται περισσότερο. Αλλά αν ο ΣΥΡΙΖΑ άκουγε ανθρώπους σαν τον Μαραντζίδη δεν θα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως δεν είμαι ούτε δεξιός. Ετσι, ομολογώ ότι ενώ ικανοποιήθηκα με το στραπάτσο που έφαγε ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί απεχθάνομαι πολλές (αλλά όχι όλες) από τις πτυχές της συμπεριφοράς και των ιδεών του, δεν πανηγυρίζω κιόλας. Ο λόγος που δεν πανηγυρίζω είναι ο προφανής για κάθε δημοκρατικό πολίτη – αλλά θα τον εξηγήσω σε μελλοντικό άρθρο μου.
Ως φιλελεύθερος, λοιπόν, που είμαι, έχω άλλες προτεραιότητες. Κι αυτές δεν είναι το σκιάχτρο του ΣΥΡΙΖΑ (που δεν υπάρχει πια, εξατμίστηκε, να ’ταν κι άλλο) αλλά κάτι σοβαρό, πολύ σοβαρό μεσοπρόθεσμα. Τώρα, λοιπόν, που ασχοληθήκαμε όλοι (φίλοι και εχθροί) με την τύχη του ΣΥΡΙΖΑ ας δούμε και τον ελέφαντα στο δωμάτιο: την άνοδο της Ακρας Δεξιάς.
Τέσσερις παρατηρήσεις:
α) Η Ακρα Δεξιά στην Ελλάδα βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο σημείο. Στο σημείο που έχει καταφέρει να ξεπεράσει το 10% των ψηφοφόρων. Δηλαδή ο ένας στους δέκα ψηφίζει ακροδεξιό κόμμα (θεωρώντας ότι ψηφίζει κάτι γνήσια αντισυστημικό) χωρίς να διστάζει πια ή να ντρέπεται. Unapologetically, που λένε οι Αγγλοσάξονες. Δεν σας λέω κάτι νέο, είχε ήδη συμβεί. Η Χρυσή Αυγή φλέρταρε με το 10% και ήταν θέμα χρόνου να το πιάσει. Οταν ο ένας στους δέκα ψηφοφόρους σκεπτόταν σοβαρά να ψηφίσει Χρυσή Αυγή, γνωρίζοντας ότι είναι ένα νεοναζιστικό κόμμα και πιθανόν συμμορία, μη σας εντυπωσιάσει εάν σύντομα η Ακρα Δεξιά αρχίζει να πλησιάζει το 15%. Πιστεύω, λοιπόν, ότι από το 2012 και μετά, η Ακροδεξιά δεν έχει το ταβάνι του 7%-8% που υποτίθεται την περιόριζε.
β) Από τις πρόσφατες εκλογές προκύπτει σαφώς πως αν δεν υπήρχε αυτή η μεγάλη πολυδιάσπαση στον χώρο, ένα ακροδεξιό κόμμα θα πλησίαζε το 10%. Ευτυχώς αυτό που υπήρχε και ξαναμπήκε στη Βουλή είναι μια λάιτ εκδοχή. Αλλά είναι προφανές πως η ζήτηση είναι μεγάλη, πως ο ένας στους δέκα ψηφοφόρους έχει περάσει τον Ρουβίκωνα, το ταβάνι φαίνεται να μετακινείται και το μόνο που απομένει είναι αυτή η ζήτηση να προκαλέσει όχι απλώς μεγάλη πολυδιασπασμένη προσφορά κακής ποιότητας, όπως τώρα, αλλά να δώσει το κίνητρο σε ένα ικανό άτομο, τύπου Μαρίν Λεπέν, να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, να ενοποιήσει τον χώρο και να διεκδικήσει ακόμα και την αξιωματική αντιπολίτευση, ιδίως αν η πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος οξυνθεί. Το σενάριο αυτό είναι εφιαλτικό, το βλέπουμε σε όλη την Ευρώπη· στις ΗΠΑ η ακροδεξιά συμμαχία κατέκτησε πρώτα το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και έπειτα κέρδισε τις προεδρικές εκλογές τo 2016 και απειλεί να τις ξανακερδίσει το 2024.
γ) Βάλτε στην εξίσωση και το εξής: καθώς θα φθίνει η αντισυστημική Αριστερά και οι ελάχιστοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν απομείνει να πιστεύουν ότι το κόμμα τους είναι αντισυστημικό, συνειδητοποιήσουν τη σκληρή πραγματικότητα, η Ακρα Δεξιά θα αποκτήσει άλλη μια μεγάλη δεξαμενή που όπως γνωρίζουμε από τη διεθνή εμπειρία, αποδίδει σταθερά.
δ) Και τότε θα συμβεί το χειρότερο: όλο το πολιτικό σύστημα θα μετακινηθεί προς τα Δεξιά. Οχι μόνο η ρητορική αλλά και οι πολιτικές. Εχει συμβεί και στις καλύτερες οικογένειες, σε χώρες με ισχυρότατη φιλελεύθερη παράδοση, όπως η Ολλανδία. Στην Ελλάδα ένα «ιταλικό» σενάριο δεν μου φαίνεται πια καθόλου απίθανο.
* Ο Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το βιβλίο του «Ο Ενδοξότερος Αγώνας: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News