Οι πρόσφατες εκλογές είχαν ένα ξεκάθαρο αποτέλεσμα, το οποίο δεν προσφέρει μόνο μια εικόνα για νικητές και ηττημένους, αλλά κατά προφανή τρόπο μεταβάλλει ορμητικά τους όρους των πολιτικών συσχετισμών.
Υπό κανονικές συνθήκες, δηλαδή δίχως το θεσμικό σαμποτάζ της απλής αναλογικής, η χώρα σήμερα θα είχε κυβέρνηση και τα υπόλοιπα θα ήταν δευτερεύουσας σημασίας.
Ως γνωστόν, όμως, με τα «αν» και τα «εφόσον» δεν γράφεται Ιστορία και οι κανόνες του παιχνιδιού είναι δεδομένοι, με αυτούς οφείλουν να παίζουν όσοι σέβονται και τηρούν το «ευ αγωνίζεσθαι». Αν μιλάμε, δε, για την πολιτική και τις δημοκρατικά οργανωμένες Πολιτείες, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το «ευ αγωνίζεσθαι». Ακόμη και όσοι διανοήθηκαν ή επιχείρησαν κάτι διαφορετικό στην Ελλάδα μετά το 1974, φάνηκε ότι ήταν από χέρι χαμένοι απέναντι στην ανθεκτική δημοκρατική συγκρότηση της Πολιτείας.
Το ζήτημα πλέον είναι ότι έχουμε έναν σαφή πολιτικό συσχετισμό, ο οποίος εξαιτίας μιας καιροσκοπικής στρέβλωσης δεν προσφέρει κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κυβέρνηση στη χώρα.
Το αν είναι θετικό στοιχείο η πολιτική μονοκρατορία και η κατάρρευση ενός αντιπολιτευτικού πόλου είναι ένα ζήτημα που σηκώνει συζήτηση. Πάντως, η επίλυση του όποιου προβλήματος σε αυτό το πεδίο είναι ευθύνη όσων τιμήθηκαν με την ψήφο των πολιτών για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, δηλαδή να ασκήσουν αντιπολίτευση.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και για τον έναν ή τον άλλον λόγο, η χώρα οδηγείται πλέον σε μια δεύτερη εκλογική διαδικασία, με ένα κυρίαρχο ζητούμενο: Να εκλεγεί κυβέρνηση και να είναι αυτοδύναμη. Αυτό δείχνουν οι σαφείς συσχετισμοί της 21ης Μαΐου. Η απλή αναλογική αποδείχθηκε ότι δεν έχει ούτε αριθμητική ούτε πολιτική ούτε κοινωνική αντιστοίχιση, και η συνεργασία πολιτικών δυνάμεων, είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση, δεν είναι το επίδικο.
Οτιδήποτε άλλο μπορεί να συζητείται από όσους έχουν όρεξη, χρόνο και υπομονή. Στα καφενεία.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το ερώτημα που όλοι πρέπει να αναλογιστούν είναι τι θα συμβεί αν για κάποιους μαθηματικούς και όχι πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους δεν υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις 25 Ιουνίου.
Αν αυτό συμβεί και με βάσιμη την υπόθεση ότι σε έναν μήνα δεν ανατρέπονται τέτοιοι ξεκάθαροι συσχετισμοί, θα έχει γίνει με τρόπο οριακό και επειδή θα λείπει μία έδρα, άντε δύο. Είτε επειδή θα έχουν μπει και άλλα κόμματα στη Βουλή (ως συνέπεια της συνθήκης που θα έχει διαμορφωθεί μετά τις πρώτες εκλογές), είτε επειδή θα έχει σημειωθεί κάποια οριακή αστοχία στο ποσοστό του νικητή.
Τι θα συμβεί σε μια τέτοια περίπτωση; Με τα σημερινά δεδομένα, θα αναζητήσει ο Μητσοτάκης συνεργασίες; Με ποιον; Με τον Ανδρουλάκη; Θα πρέπει να θέλουν να αυτοκτονήσουν πολιτικά και ο ίδιος και το ΠΑΣΟΚ, πάνω που βγήκε από την Eντατική, αφού μια τέτοια εξέλιξη θα προσέφερε στον ΣΥΡΙΖΑ το ευεργέτημα να παραμείνει στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε σε αυτό στη συνέντευξη του στον Alpha με τρόπο υπαινικτικό αλλά σαφή.
Είπε: «Προφανώς είναι πολύ πιο σημαντικό να υπάρχει αυτοδυναμία την επόμενη μέρα, από το να μπλέκουμε ξανά σε περιπέτειες που θα μπορούσαν να προκύψουν αν η ΝΔ δεν είναι αυτοδύναμη. Από τη στιγμή που και σήμερα ακόμα ο κ. Ανδρουλάκης λέει ευθέως ότι δεν θέλει εμένα για Πρωθυπουργό, το λέει ακόμα και σήμερα, δεν έχει αλλάξει τη θέση του».
Τι σημαίνει αυτό, όταν το λέει κάποιος που έχει λάβει το 40,8 και είναι 20 μονάδες μπροστά από τον δεύτερο και 28 από τον τρίτο; Και ποιες είναι οι «περιπέτειες»;
Δεν σηκώνει και μεγάλη αμφιβολία. Αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία στις 25 Ιουνίου, οι τρίτες εκλογές θα είναι πλέον μονόδρομος.
«Γιατί όχι;», θα πουν πολλοί. «Αλλά άσε καλύτερα», θα σκεφτούν μάλλον περισσότεροι. Και σε αυτό το τελευταίο μάλλον θα συμφωνήσουν όλοι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News