Στις κλασικές ερμηνείες της Κάθριν Χέπμπορν συγκαταλέγονται η «Βασίλισσα της Αφρικής», η οποία της έφερε την πέμπτη της υποψηφιότητα για Οσκαρ, το έχασε όμως από τη Βίβιαν Λι στο «Λεωφορείον ο Πόθος», αλλά και τα «Κοινωνικά σκάνδαλα», ένα έργο γραμμένο ειδικά για εκείνη από τον Φίλιπ Μπάρι, το οποίο είχε παίξει στο Μπρόντγουεϊ πριν γίνει ταινία, και της έφερε επίσης μια υποψηφιότητα για Οσκαρ.
Στη μακρόχρονη καριέρα της, ωστόσο, η θρυλική ηθοποιός κέρδισε 12 υποψηφιότητες και τέσσερα Οσκαρ για τις ερμηνείες της στις ταινίες «Το ξημέρωμα της δόξας» (1933), «Μάντεψε ποιος θα έρθει το βράδυ» (1967), «Λιοντάρι του χειμώνα» (1968, το μοιράστηκε με την Μπάρμπρα Στρέιζαντ για το «Ενα αστείο κορίτσι») και «Χρυσή λίμνη» (1981).
Εξακολουθεί, μάλιστα, να διατηρεί το ρεκόρ των περισσότερων Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, αποδεικνύοντας ότι ήταν μία από τις κορυφαίες ηθοποιούς της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Παρά την επιτυχία της, όμως, έβλεπε το κοινό ως «φυσικό εχθρό της» και αναζητούσε επανειλημμένα τη διαβεβαίωση για το ταλέντο της από τους πιο κοντινούς της, γράφει στον Guardian η Ντάλια Αλμπεργκε.
Ο ανιψιός της, Μάντι Χέπμπορν, θυμάται ότι το άγχος της ήταν ακραίο όταν πήγαινε στα παρασκήνια μετά τις ζωντανές εμφανίσεις της στο θέατρο: «Μερικές φορές, έκανε εμετό στο καλάθι των αχρήστων γιατί ήταν σε μεγάλη ένταση και φοβισμένη και “Ω Θεέ μου, τι θα σκεφτούν; Πρέπει να κάνω καλή δουλειά”… Μετά έβγαινε πάλι στη σκηνή και ήταν απόλυτα υπέροχη… Με έπιανε από τους ώμους. “Ήμουν καλή; Ημουν καλή;”»
Ο Χέπμπορν συμμετέχει μεταξύ άλλων σε ένα νέο ντοκιμαντέρ για την αμερικανίδα σταρ, το οποίο βασίζεται επίσης σε ηχογραφήσεις που δεν είχαν ακουστεί ποτέ στο παρελθόν, άγνωστες φωτογραφίες και ερασιτεχνικά βίντεο – υλικό στο οποίο δόθηκε πρόσβαση σε μια βρετανίδα κινηματογραφίστρια. Το ντοκιμαντέρ έχει τίτλο «Call Me Kate» και θα προβληθεί από το βρετανικό κανάλι Sky Arts στις 29 Μαΐου, 20 χρόνια μετά τον θάνατό της, στις 29 Ιουνίου 2003 σε ηλικία 96 ετών.
Η δημιουργός του, Λόρνα Τάκερ, είπε στον Observer ότι αιφνιδιάστηκε από τον όγκο του μέχρι τώρα άγνωστου υλικού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται πολύωρες συνεντεύξεις που ηχογραφήθηκαν από τον Γκλεν Πλάσκιν, συγγραφέα και στενό φίλο της Κάθριν Χέπμπορν, στις οποίες η ηθοποιός ακούγεται να μιλάει μεταξύ άλλων για τη μεγάλη αγάπη της ζωής της, τον Σπένσερ Τρέισι, λέγοντας ότι τον ερωτεύτηκε «σχεδόν αμέσως».
«Σχεδόν κανένα μέρος του υλικού δεν είχε προβληθεί ή χρησιμοποιηθεί, μόνο ένα μικρό κομμάτι από τα ερασιτεχνικά βίντεο… όπου διασκέδαζε με φίλους, έκανε ανοησίες, καταδύσεις… Υπήρχαν σύντομα βίντεο που δεν είχαν ψηφιοποιηθεί ακόμα, οπότε ήταν απίστευτο να είσαι ο πρώτος άνθρωπος που τα έβλεπε. Ο Γκλεν Πλάσκιν δεν έχει αφήσει ποτέ κανέναν να ακούσει αυτές τις κασέτες», είπε η Τάκερ.
Στο ντοκιμαντέρ, ο Μάντι Χέπμπορν θυμάται ακόμη τη φρίκη της θείας του όταν ανακάλυψε το νεκρό σώμα του Τομ, του αγαπημένου της μεγαλύτερου αδελφού, ο οποίος ήταν μόλις 16 ετών όταν πήγε στο δωμάτιό του για να τον φέρει στην τραπεζαρία για το πρωινό και τον βρήκε κρεμασμένο. Ξάπλωσε το κρύο σώμα του στο κρεβάτι και ένιωσε συντριβή.
Το πιο δύσκολο κομμάτι, είχε πει, ήταν ότι της είπαν «να συμπεριφέρεται σαν να μην είχε ζήσει ποτέ» ο Τομ, καθώς αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε ο πατέρας της τη θλίψη της οικογένειας. Ο Μάντι Χέπμπορν λέει στο ντοκιμαντέρ ότι ο πατέρας της, που ήταν γιατρός, αγαπούσε μεν τα παιδιά του, αλλά ήταν τόσο σκληρός ώστε με τα σημερινά πρότυπα θα χαρακτηριζόταν «μάλλον κακοποιητικός».
Στις κασέτες, η Χέπμπορν ακούγεται να σχολιάζει τον θάνατο του αδελφού της: «Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ήταν ατύχημα». Το περιγράφει σαν ένα παιχνίδι που είχε πάει στραβά.
Στις προηγούμενες παραγωγές της Τάκερ, γράφει η Αλμπεργκε στον Guardian, περιλαμβάνεται ένα τρομακτικό ντοκιμαντέρ για τους αστέγους· για να το γυρίσει επισκέφτηκε ξανά μέρη στα οποία είχε ζήσει και η ίδια για 18μήνες περίπου 25 χρόνια πριν, όταν ήταν έφηβη και το είχε σκάσει από το σπίτι της. Είχε τίτλο «Someone’s Daughter, Someone’s Son» και αφηγητής ήταν ο Κόλιν Φερθ.
Η Τάκερ είπε για τη Χέπμπορν: «Θεωρητικά, είμαστε εντελώς διαφορετικές γυναίκες, αλλά οι δυσκολίες που έπρεπε να υπομείνει και το τραύμα που υπέστη ως παιδί με έκαναν να συνδεθώ μαζί της. Με ενέπνευσε επίσης η ανθεκτικότητά της και το ό,τι συνέχιζε να προχωράει όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά». Και πρόσθεσε: «Ηταν πολύ ανασφαλής και μισούσε την εμφάνισή της, αλλά ήξερε ότι έπρεπε απλώς να υπακούει στους κανόνες. Ηταν μια αυθεντική εμβληματική προσωπικότητα και πρωτοπόρος. Ηταν, για παράδειγμα, μια από τις πρώτες ηθοποιούς που έκανε τις δικές της ταινίες».
Η Χέπμπορν περιέγραψε κάποτε τη διαπραγμάτευση που έκανε με δύο από τα μεγαλύτερα «κεφάλια» του Χόλιγουντ, τον Λούις Μπ. Μάγερ, παραγωγό και συνιδρυτή της Metro-Goldwyn-Mayer, και τον σκηνοθέτη Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς για το σενάριο της ταινίας «Κοινωνικά σκάνδαλα» («The Philadelphia Story», 1940): «Μέσα μου ήμουν νευρική, αλλά έμεινα σταθερή και τους είπα τι ήθελα: 100.000 δολάρια για το στόρι και το σενάριο, 100.000 για να πρωταγωνιστήσω στην ταινία και 10.000 ως προμήθειά μου. Επικράτησε ησυχία. Προσπάθησαν να μου προσφέρουν 175.000 δολάρια, αλλά αρνήθηκα. Παρέμεινα ήρεμη».
Και πράγματι, τα κατάφερε! Η ταινία ήταν υποψήφια για έξι Οσκαρ· ο Τζέιμς Στιούαρτ κέρδισε το Οσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, και ο Ντόναλντ Ογκντεν Στιούαρτ το Οσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου για τη μεταφορά στον κινηματογράφο του πρωτότυπου έργου του Φίλιπ Μπάρι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News