Οι Times του Λονδίνου, σε εκτενές άρθρο γνώμης που υπογράφει ο Σάιμον Νίξον αναφέρονται στον κίνδυνο «η σκληρή δουλειά της Ελλάδας για το χρέος να ανατραπεί από μια αριστερή κυβέρνηση».
Πριν φτάσει στην πολιτική διάσταση και στις εκλογές της Κυριακής, ο Νίξον αναφέρεται στην πορεία της Ελλάδας, «από μια χώρα που βρισκόταν στα πρόθυρα μιας δραματικής χρεοκοπίας σε μια χώρα που έχει φτάσει στο κατώφλι της επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα», μιλώντας για «μια από τις πιο αξιοσημείωτες ιστορίες οικονομικής ανάκαμψης της σύγχρονης εποχής».
Το 2015 η Ελλάδα ουσιαστικά χρεοκόπησε
«Πριν από οκτώ χρόνια, η Ελλάδα ουσιαστικά χρεοκόπησε, οι τράπεζές της έκλεισαν και μια νεοεκλεγείσα ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση μπήκε σε μια απερίσκεπτη σύγκρουση με τους διεθνείς δανειστές της χώρας, εν μέσω συζητήσεων για έξοδο ή εκδίωξή της από την ευρωζώνη. Σήμερα είναι μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες χώρες της ευρωζώνης, το επίπεδο του χρέους της πέφτει με γρήγορο ρυθμό και, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα διατηρήσει την τρέχουσα οικονομική της πορεία, η πιστοληπτική της ικανότητα είναι πιθανό να αναβαθμιστεί σε BBB, ανακτώντας την επενδυτική βαθμίδα. Το αν η Ελλάδα θα διατηρήσει την τρέχουσα πορεία της είναι το ερώτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο των γενικών εκλογών της Κυριακής» αναφέρει το άρθρο των Times.
«Πολλά από τα εύσημα για την ανάκαμψη της οικονομικής πορείας της χώρας πρέπει να πάνε στον Κυριάκο Μητσοτάκη, πρωθυπουργό από το 2019. Ηταν ένας από τους πρώτους μέσα στο βαθιά πελατειακό πολιτικό σύστημα της Ελλάδας που αναγνώρισε ότι μόνο οι εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της προσφοράς (για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας), η μείωση της γραφειοκρατίας και η ενίσχυση της παραγωγικότητας θα μπορούσαν να την βγάλουν από το οικονομικό τέλμα. Αλλά το εντυπωσιακό ιστορικό του σε ό,τι αφορά την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς, θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο εάν οι εκλογές οδηγήσουν στην επιστροφή μιας αριστερής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα, τον πρώην πρωθυπουργό» τονίζει ο Νίξον, που υπογράφει το κείμενο της εφημερίδας.
Στην ανάλυση που ακολουθεί, ο αρθρογράφος αναφέρει ότι «τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων μιλούν από μόνα τους». Από το 2019, οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί κατά 44,2% σε πραγματικούς όρους, αντανακλώντας την εμπιστοσύνη των ξένων και των εγχώριων επιχειρήσεων στην ατζέντα της κυβέρνησης υπέρ της ανάπτυξης, σημείωσε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank.
«Εν τω μεταξύ, το ελληνικό ΑΕΠ βρίσκεται τώρα 6,4% πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα, πολύ μπροστά δηλαδή από τον μέσο όρο της ευρωζώνης του 1,3%, πόσω μάλλον συγκριτικά με τη Βρετανία, η οποία δεν έχει καν φτάσει σε αυτά τα επίπεδα» σχολιάζουν οι Times.
Μεγάλο μέρος της οικονομικής ανάπτυξης αποδίδεται από την εφημερίδα στην αύξηση των εξαγωγών από 19% του ΑΕΠ το 2009, σε 49% πέρυσι. Ενώ παρά την αύξηση των δαπανών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σημειώνεται ότι το χρέος έχει μειωθεί από το 206% του ΑΕΠ στο 171% και προβλέπεται ότι θα μειώνεται κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες ετησίως για τα επόμενα τρία χρόνια. «Κάτι τέτοιο θα έφερνε τον δείκτη του χρέους της κάτω από τα σημερινά επίπεδα του ιταλικού χρέους» σημειώνεται.
Brexit, Grexit και ευρωσκεπτικιστές
«Αυτή η ανάκαμψη μπορεί να αποτέλεσε έκπληξη για πολλούς από εκείνους που θυμούνται τις ατελείωτες προβλέψεις ότι η Ελλάδα ήταν καταδικασμένη, όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τα προβλήματα του χρέους της το 2009. Αυτό συμβαίνει επειδή μεγάλο μέρος της κάλυψης των τότε εξελίξεων παραμορφώθηκε, μερικές φορές εσκεμμένα, από εκείνους που έδιναν τις δικές τους ιδεολογικές μάχες. Πολλοί βρετανοί ευρωσκεπτικιστές είδαν την ελληνική κρίση ως απόδειξη της πεποίθησής τους ότι το ευρώ επρόκειτο να καταρρεύσει και ουσιαστικά επιζητούσαν αυτή την εξέλιξη. Πολλοί άλλοι οικονομολόγοι και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού είδαν την κρίση μέσα από το πρίσμα της έντονης παγκόσμιας συζήτησης για τη λιτότητα, λες και οι χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσαν να είχαν θεραπευθεί εάν η Αθήνα ξόδευε μερικές επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ της παραπάνω» σχολιάζει ο Νίξον.
Ο αρθρογράφος των Times διατυπώνει την άποψη ότι η Ελλάδα δεν επρόκειτο ποτέ να βγει από το ευρώ γιατί το κόστος μιας εξόδου, πρώτα απ’ όλα για τους ίδιους τους Ελληνες, θα ήταν πολύ υψηλό, κάτι που όπως επισημαίνει αντιλήφθηκε και ο Α. Τσίπρας «όταν τελικά αποδέχθηκε ένα πρόγραμμα διάσωσης».
«Η αντιπαράθεση (σ.σ.: εννοεί του 2015) αφορούσε μόνο το ποιες μεταρρυθμίσεις θα έπρεπε να αναλάβει η Ελλάδα με αντάλλαγμα χαμηλότοκα δάνεια από την υπόλοιπη ευρωζώνη. Αυτές περιελάμβαναν επώδυνες περικοπές δαπανών, ωστόσο οι μεγαλύτερες μάχες αφορούσαν τις ριζικές μεταρρυθμίσεις στο μη βιώσιμο συνταξιοδοτικό της σύστημα, την ανελαστική εργατική της νομοθεσία, το ετοιμοθάνατο τραπεζικό της σύστημα που ήταν επιβαρυμένο από επισφαλή χρέη, έναν υπερδιογκωμένο δημόσιο τομέα όπου κυριαρχούσε η ευνοιοκρατία και έναν ιδιωτικό τομέα που πνιγόταν από κάθε λογής εμπόδια. Ολα αυτά απαιτούσαν από την Αθήνα να συγκρουστεί με ισχυρά κεκτημένα συμφέροντα» σημειώνεται στο άρθρο.
Ο κατώτατος μισθός πάνω από τα προ της κρίσης επίπεδα
Οι Times υπογραμμίζουν ότι η πολιτική κρίση που συνόδευσε την οικονομική είχε τεράστιο κόστος για τη χώρα το οποίο είναι αισθητό και σήμερα. Σε σύγκριση με το 2008 η οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 26% ενώ «ο κατώτατος μισθός μόλις πρόσφατα αυξήθηκε πάνω από το επίπεδο που ήταν πριν από την κρίση».
Η εφημερίδα ωστόσο προειδοποιεί ότι «η επιτυχία δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη. Η Ελλάδα πρέπει να κλείσει ένα μακροχρόνιο επενδυτικό κενό περίπου 7% του ΑΕΠ ετησίως, όπως εκτιμά η Goldman Sachs. Αυτό θα πρέπει να καλυφθεί εν μέρει από κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ μετά την πανδημία, που ισοδυναμούν με 3% του ΑΕΠ ετησίως, εάν η κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάσει βιώσιμα έργα και να τα υλοποιήσει. Αλλά το κλειδί είναι οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις».
Ο Τσίπρας υπόσχεται εθνικοποιήσεις, αυξήσεις δαπανών
Στο σημείο αυτό, ο αρθρογράφος της κορυφαίας βρετανικής εφημερίδας κάνει μια αναφορά για τις εκλογές της Κυριακής, συνδέοντας τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων -που θεωρεί αναγκαία για τη συνέχιση της θετικής οικονομικής πορείας της Ελλάδας- με το εκλογικό αποτέλεσμα. «Αυτό μπορεί να εξαρτάται από το αποτέλεσμα των εκλογών» γράφει.
Στο άρθρο σημειώνεται ότι η Νέα Δημοκρατία προηγείται στις δημοσκοπήσεις, παρότι η δημοτικότητα του κόμματος «έχει μειωθεί από πολιτικά σκάνδαλα», αλλά μπορεί να μην εξασφαλίσει αρκετές έδρες για να κερδίσει την πλειοψηφία και «ίσως δυσκολευτεί να βρει έναν εταίρο για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνεργασίας».
«Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για την επιστροφή του Τσίπρα, είτε τώρα, είτε μετά από δεύτερες εκλογές τον Ιούλιο. Ο τελευταίος, αν και έχει ρίξει τους τόνους, εξακολουθεί να υπόσχεται μεγάλες αυξήσεις στις κοινωνικές δαπάνες, την ανατροπή ορισμένων εργασιακών μεταρρυθμίσεων και μια σειρά εθνικοποιήσεων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια περίοδο αβεβαιότητας, καθυστερώντας την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας» υπογραμμίζει ο Νίξον.
«Μαθήματα από την Ελλάδα για τη Βρετανία»
Ο αρθρογράφος τονίζει ότι «μπορούν να αντληθούν διδάγματα από την ανάκαμψη της Ελλάδας. Το πρώτο είναι ότι το ευρώ είναι πιο ανθεκτικό από ό,τι πολλοί είχαν προβλέψει. Μετά την ελληνική κρίση, το ενιαίο νόμισμα δοκιμάστηκε από μια πανδημία, την κρίση της Ουκρανίας, την εκλογή μιας σκληρής δεξιάς κυβέρνησης στην Ιταλία και το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης, χωρίς όμως να υπάρξουν αναταράξεις στις αγορές ομολόγων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η ευρωζώνη μπόρεσε να σχεδιάσει νέους μηχανισμούς καταπολέμησης της κρίσης, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο χρηματοδοτήθηκε με την έκδοση χρέους από πλευράς ΕΕ. Αλλά και εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο η ένταξη στο ευρώ στερεί τη δυνατότητα μιας υποτίμησης, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να προβούν σε μεταρρυθμίσεις».
«Είναι εντυπωσιακό ότι πολλές από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρώπη είναι χώρες που βίωσαν κρίση, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και ακόμη και η Ιταλία. Αυτό όμως δεν είναι τυχαίο» σχολιάζει ο Νίξον.
Προσθέτει τα εξής: «Η σύγκρουση με τα κατεστημένα συμφέροντα αποτελεί δύσκολη υπόθεση και οι πολιτικοί τείνουν να αντιστέκονται, εκτός εάν υποστούν εξωτερική πίεση. Υπάρχει ένα μάθημα εδώ για τη Βρετανία, η οποία έχει υποχωρήσει στον πάτο του ευρωπαϊκού πίνακα κατάταξης με βάση την ανάπτυξη. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Βρετανία υποβάλλεται στη δική της αυτο-επιβεβλημένη εκδοχή ενός προγράμματος του ΔΝΤ στον απόηχο της καταστροφικής πολιτικής της Λιζ Τρας. Ωστόσο, ενώ η κυβέρνηση ακολουθεί μια αυτο-τιμωρητική προσέγγιση στα δημοσιονομικά, δεν έχει κάνει καμία σοβαρή προσπάθεια μεταρρύθμισης από την πλευρά της προσφοράς».
Ο αρθρογράφος κλείνει το άρθρο-παρέμβαση με μια ασυνήθιστα κολακευτική για τη χώρα μας σύγκριση Ελλάδας – Βρετανίας: «Μια αναγέννηση ελληνικού στιλ μπορεί να είναι κάπως μακριά»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News