Εδώ που φτάσαμε είναι αναμενόμενη η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία να αμφισβητεί ευθέως τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Και ας δείχνουν όλες, πάνω-κάτω, τις ίδιες τάσεις. Όταν τα προγνωστικά είναι εναντίον σου, δεν κάθεσαι με σταυρωμένα τα χέρια να περιμένεις να χάσεις. Αντιδράς. Και αν δεν μπορείς ή δεν έχεις πια χρόνο να αντιστρέψεις τα προγνωστικά, τα απορρίπτεις για να αλλάξεις την κουβέντα: δεν μας παίρνει να μιλάμε για τις μετρήσεις, ας μιλήσουμε πάλι για αυτούς που μετράνε – πόσο μάλλον που παλαιότερα «έπιασε». Και ας ελπίσουμε «να πάνε να ψηφίσουν οι νέοι».
«Το αποτέλεσμα των εκλογών αυτήν την ώρα που μιλάμε είναι απολύτως ανοιχτό. Εξαρτάται από το πόσοι και ποιοι θα πάνε να ψηφίσουν. Αν στην κάλπη πάνε οι 450.000 νέοι που ψηφίζουν για πρώτη φορά και αυτοί που θέλουν να ρίξουν ψήφο τιμωρίας για αυτά που έχει κάνει ο κ. Μητσοτάκης και δεν γυρίσουν την πλάτη στις εκλογές, τότε δεν θα του φτάσουν οι μέρες να πακετάρει», είπε τη Δευτέρα ο Αλέξης Τσίπρας.
Κατ’ αρχάς να συμφωνήσουμε ότι μια αθρόα συμμετοχή στις εκλογές είναι μόνο προς όφελος της δημοκρατίας μας και δίνει ισχυρή νομιμοποίηση στην όποια κυβέρνηση προκύψει. Πολύ περισσότερο όταν αυτή έρχεται από τις νεότερες γενιές ψηφοφόρων, που τις τελευταίες δεκαετίες «κατηγορούνται» ότι έχουν στρέψει την πλάτη τους στο πολιτικό σύστημα (όπως τόνισε και ο κ. Τσίπρας).
Στις δημοκρατίες, ωστόσο, οι κυβερνήσεις βγαίνουν από αυτούς που ψηφίζουν, όχι από όσες και όσους απέχουν, δεν μπορούν ή δεν θέλουν να συμμετέχουν. Συνήθως, μάλιστα, εκείνοι που επιθυμούν να ανατρέψουν το όποιο κυβερνητικό καθεστώς (εν προκειμένω «να τιμωρήσουν τον Μητσοτάκη»), σπεύδουν πρώτοι στις κάλπες. Αν, λοιπόν, υποθέσουμε ότι υπάρχει όντως αυτή τη στιγμή ένα αντιμητσοτακικό – αντικυβερνητικό ρεύμα στους 18άρηδες, γιατί να μη θεωρήσουμε βέβαιο ότι θα πάνε να ψηφίσουν και να χρειάζεται η έμμεση παραίνεση του κ. Τσίπρα, που περισσότερο με ευχή μοιάζει;
Ακόμη, όμως, και αν υποθέσουμε ότι οι 450.000 νέοι που έχουν δικαίωμα ψήφου για πρώτη φορά συρρεύσουν στα εκλογικά κέντρα, ποιος εγγυάται ότι θα υπερψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. και μάλιστα σε τέτοιο ποσοστό, που θα καλύψει τις απώλειες από άλλες ομάδες και τη δημοσκοπική διαφορά; Θυμίζουμε ότι το 2019 οι νέοι 17 έως 24 ετών ψήφισαν (σύμφωνα με την εκτίμηση του exit poll) κατά 30,4% τη Νέα Δημοκρατία και κατά 38% τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το τελικό αποτέλεσμα ήταν… τούμπα.
Πολλά τα «αν», αλλά έτσι γίνεται με αυτά, το ένα φέρνει το άλλο. Τουλάχιστον έρχονται πριν από τις εκλογές, όταν μπορείς ακόμη να υποθέσεις χωρίς κόστος. Σαν να μοιάζει όμως και με (προκατα)βολικό άλλοθι: δεν θα φταίμε εμείς αν δεν πέσει ο Μητσοτάκης, αυτοί που δεν θα έχουν πάει να ψηφίσουν θα φταίνε.
Να συμφωνήσουμε, για να κερδίσουμε χρόνο. Αν, όμως, δεν πάνε (ή αν πάνε λιγότεροι από όσοι θα αρκούσαν για να «ανατρέψουν» τα προγνωστικά), ποιος θα φταίει; Βλέπει ο κ. Τσίπρας ευθύνη δική του και του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο;
Γιατί δεν είναι μόνο οι 18άρηδες νέοι, είναι και οι 25άρηδες και οι 30άρηδες. Είναι όσοι και όσες έχουν κυβερνηθεί για ένα σημαντικό μέρος της ενήλικης ζωής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά». Την οποία σε μεγάλα ποσοστά στήριξαν, στην ελπίδα που ερχόταν πίστεψαν και τη μία ματαίωση πίσω από την άλλη έζησαν. Αν, λοιπόν, σήμερα δεν θέλουν να ψηφίσουν, είναι γιατί δεν βλέπουν ελπίδα για ουσιαστική αλλαγή. Και γιατί, ακόμη και μετά το 2019, δεν τους έχει κάποιος πείσει ότι αξίζει να τον εμπιστευθούν. Και σ’ αυτό δεν φταίει μόνο (ή τόσο) ο Μητσοτάκης…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News