Την περασμένη εβδομάδα ο Σόλομον Μουέντο έστειλε ένα παραληρηματικό μήνυμα στην αδελφή του: «Απάντησέ μου γρήγορα γιατί δεν έχω πολύ χρόνο. Αδερφή, το τέλος των καιρών είναι εδώ και οι άνθρωποι σταυρώνονται. Μετανοήστε για να μη μείνετε πίσω, Αμήν».
Ο Μουέντο πήρε την οικογένειά του –τη σύζυγό του και τα δυο παιδιά τους– το 2021 και ακολούθησαν τον Μακένζι στη Σακαχόλα, στη νοτιοανατολική Κένυα. Εκεί, ο Πολ Μακένζι, πρώην οδηγός ταξί που έγινε τηλεπάστορας, δημιούργησε ένα ευαγγελικό χριστιανικό καταφύγιο για τους οπαδούς του, στους οποίους έλεγε ότι το τέλος του κόσμου πλησιάζει.
Αντί για καταφύγιο, ωστόσο, το ακίνητο των 800 στρεμμάτων, μια ηλιοκαμένη έρημος με θάμνους, είναι τώρα το φρικιαστικό σκηνικό ενός μαζικού εγκλήματος, διάσπαρτο με τους ρηχούς τάφους των πιστών που πέθαναν από την πείνα, ή μάλλον, όπως λέει ο Μακένζι, «σταυρώθηκαν για να συναντήσουν τον Ιησού», σύμφωνα με τους New York Times.
Από την περασμένη εβδομάδα, 179 πτώματα έχουν εκταφεί και μεταφερθεί σε νεκροτομείο στην παραλιακή πόλη Μαλίντι, περίπου 160 χλμ. ανατολικά της Σακαχόλα, για ταυτοποίηση και νεκροψία. Οι παθολόγοι της κυβέρνησης ανέφεραν ότι ενώ η πείνα προκάλεσε πολλούς θανάτους, ορισμένα από τα πτώματα έδειχναν σημάδια θανάτου από ασφυξία ή στραγγαλισμό. Από κάποιους είχαν αφαιρεθεί όργανα, σύμφωνα με τις αναφορές της αστυνομίας.
Εκατοντάδες άνθρωποι εξακολουθούν να αγνοούνται, ίσως θαμμένοι σε άλλους τάφους. Αλλοι περιπλανιούνται στο «καταφύγιο» χωρίς φαγητό, όπως ο κύριος Μουέντο, του οποίου η σύζυγος και τα παιδιά είναι ανάμεσα στους αγνοούμενους, σύμφωνα με την αδερφή του.
Η αδιανόητη κλίμακα αυτού που τα ΜΜΕ της Κένυας ονόμασαν «Σφαγή της Σακαχόλα» κάνει την κυβέρνηση να αναρωτιέται πώς, σε μια χώρα που συγκαταλέγεται στα πιο σύγχρονα και σταθερά έθνη της Αφρικής, οι Αρχές επί τόσον καιρό δεν είχαν πάρει χαμπάρι τα μακάβρια γεγονότα, σε μια έκταση γης που βρίσκεται ανάμεσα σε δυο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, το Εθνικό Πάρκο Τσάβο και τις ακτές του Ινδικού Ωκεανού.
Το ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι αγνόησαν το πιο βασικό ανθρώπινο ένστικτο, της επιβίωσης, και επέλεξαν να πεθάνουν μέσω ασιτίας έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με τα όρια της θρησκευτικής ελευθερίας, δικαίωμα που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Κένυας.
Ο Ευαγγελικός Χριστιανισμός και οι ανεξάρτητοι κήρυκες έχουν αυξήσει τρομερά τη δημοφιλία τους σε όλη την Αφρική. Σε αντίθεση με τις Ρωμαιοκαθολικές ή Αγγλικανικές εκκλησίες, οι οποίες διέπονται από ιεραρχίες και κανόνες, πολλές ευαγγελικές εκκλησίες διοικούνται από ανεξάρτητους ιεροκήρυκες που δεν έχουν καμία επίβλεψη.
Ο πρόεδρος της Κένυας, Γουίλιαμ Ρούτο, ένας ένθερμος πιστός του οποίου η σύζυγος είναι ευαγγελική ιεροκήρυκας, ήταν επιφυλακτικός όσον αφορά την επιβολή περιορισμών στις θρησκευτικές δραστηριότητες, αν και την περασμένη εβδομάδα ζήτησε από μια ομάδα εκκλησιαστικών ηγετών και νομικών εμπειρογνωμόνων να προτείνουν τρόπους ρύθμισης του χαοτικού πεδίου της θρησκευτικής πίστης στην Κένυα.
Για τον Βίκτορ Καούντο, έναν ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα από το Μαλίντι, ο οποίος επισκέφθηκε τη Σακαχόλα τον Μάρτιο, η ελευθερία που χορηγείται σε ιεροκήρυκες όπως ο Μακένζι είναι υπερβολική. Ο Καούντο συνάντησε εκεί υπερβολικά αδύνατους πιστούς που, αν και βρίσκονταν στα πρόθυρα του θανάτου, τον καταράστηκαν ως «εχθρό του Ιησού» όταν προσπάθησε να βοηθήσει.
Μια λιμοκτονούσα γυναίκα πέταξε θυμωμένη στο έδαφος την τροφή που της προσέφερε ο ίδιος, όπως δείχνει ένα βίντεο που τράβηξε. «Ηθελα αυτοί οι πεινασμένοι άνθρωποι να επιβιώσουν, αλλά εκείνοι ήθελαν να πεθάνουν και να συναντήσουν τον Ιησού» θυμάται ο Καούντο. «“Τι κάνουμε;” αναρωτήθηκα. Η ελευθερία της λατρείας υπερισχύει του δικαιώματος στη ζωή;».
Ο Μακένζι είπε στην αστυνομία ότι ουδέποτε διέταξε τους οπαδούς του να μην τρώνε και απλώς κήρυξε το Βιβλίο της Αποκάλυψης, το τελευταίο κεφάλαιο της Καινής Διαθήκης. Συνελήφθη τον Απρίλιο, αφέθηκε ελεύθερος και στη συνέχεια συνελήφθη ξανά. Είναι υπό έρευνα για κατηγορίες για φόνο, τρομοκρατία και άλλα εγκλήματα. Ο δικηγόρος του δεν έχει κάνει κανένα σχόλιο.
Εμφανιζόμενος ενώπιον δικαστηρίου στη Μομπάσα πριν από λίγες μέρες, ο 50χρονος Μακένζι, φορώντας ένα ροζ σακάκι, προσπάθησε μέσα από ένα μεταλλικό κλουβί να τραβήξει την προσοχή του δικαστή. Ο δικαστής τον αγνόησε και παρέτεινε την κράτησή του.
«Ηταν μια κανονική εκκλησία στην αρχή»
Η πορεία του Μακένζι από φτωχό ταξιτζή σε αρχηγό λατρείας με το δικό του τηλεοπτικό κανάλι ξεκίνησε το 2002 σε μια πέτρινη αυλή απέναντι από ένα καθολικό δημοτικό σχολείο στο Μαλίντι. Το ακίνητο ανήκε στη Ρουθ Καχίντι, η οποία είχε γνωρίσει τον Μακένζι σε μια κοντινή εκκλησία και τον προσκάλεσε να κηρύξει στο σπίτι της.
Μαζί δημιούργησαν τη δική τους εκκλησία, τη Διεθνή Εκκλησία των Καλών Ειδήσεων (Good News International), χρησιμοποιώντας το σπίτι της Καχίντι ως βάση τους.
«Hταν μια κανονική εκκλησία στην αρχή» λέει η κόρη της Καχίντι, Ναόμι, η οποία θυμάται τον Μακένζι ως επιβλητικό ομιλητή, που αρχικά έμενε στο τυπικό ευαγγελικό μήνυμα της σωτηρίας μέσω της πίστης μόνο στον Χριστό και στη Βίβλο.
Μετά από χρόνια στενής συνεργασίας, το 2008 η Καχίντι και ο Μακένζι τράβηξαν χωριστούς δρόμους, καθώς εκείνος γινόταν όλο και πιο ακραίος στο κήρυγμά του. Υπήρχαν επίσης καβγάδες για τα χρήματα, είπε η κόρη της Καχίντι, προσθέτοντας ότι εκείνος «άρχισε να κατηγορεί τη μητέρα μου για μαγεία».
Αποκλεισμένος από το να χρησιμοποιήσει το σπίτι της Καχίντι για κήρυγμα, ο Μακένζι, που δεν ήταν πλέον φτωχός, έχτισε για τον εαυτό του μια μεγάλη τσιμεντένια αίθουσα προσευχής σε ένα οικόπεδο που είχε αγοράσει στο Φουρούνζι, στα περίχωρα του Μαλίντι.
Αν και αποξενωμένος από την Καχίντι, πήρε μαζί του μία από τις κόρες της, τη Μαίρη, η οποία είχε παντρευτεί έναν από τους πιο ένθερμους οπαδούς του Μακένζι, τον Σμαρτ Μουακαλάμα. Ο Μουακαλάμα είναι τώρα επίσης υπό κράτηση. Η σύζυγός του, Μαίρη, και τα έξι παιδιά τους έχουν εξαφανιστεί και εκφράζονται φόβοι ότι είναι μεταξύ των νεκρών που θάφτηκαν στη Σακαχόλα. Ο Μακένζι, είπε η Ναόμι, «είναι ένας δαίμονας» που «έχει καταστρέψει πάρα πολλές ζωές».
Μεταξύ αυτών που βρέθηκαν στη Σακαχόλα ήταν η Πρισίλα Ριζίκι, μια φτωχή χωρική που μύησε τη μεγαλύτερη κόρη της, Λορίν, στο κήρυγμα του Μακένζι πριν από μια δεκαετία. Συντετριμμένη από ενοχές και θλίψη, επισκέπτεται το νεκροτομείο του Μαλίντι κάθε μέρα για να αναζητήσει την κόρη και τα τρία εγγόνια της, τα οποία μετακόμισαν στο καταφύγιο του Μακένζι το 2021. «Η μόνη μου ελπίδα τώρα είναι να δω την κόρη μου, είτε νεκρή είτε ζωντανή» είπε η Ριζίκι.
Ενα πλήθος θυμωμένων κατοίκων, μερικοί από τους οποίους παρηγορούν συγγενείς αγνοουμένων μελών της λατρείας, λεηλάτησαν την πρώην εκκλησία του Μακένζι την περασμένη εβδομάδα, γκρεμίζοντας τη ροζ μπροστινή πύλη της και τον περιβάλλοντα τοίχο.
«Οι άνθρωποι είναι πολύ θυμωμένοι και κατηγορούν τον Μακένζι, αλλά εγώ κατηγορώ την κυβέρνηση» είπε ο Νταμάρις Μουτέτι, μέλος μιας αντίπαλης ευαγγελικής εκκλησίας και πλανόδιος ιεροκήρυκας. «Ο Μακένζι είναι καλός άνθρωπος, αλλά ο Διάβολος τον χρησιμοποίησε. Κάτι πήγε στραβά» προσέθεσε
Πρώτα θα πεθάνουν τα παιδιά
Ενας πωλητής φιστικιών ονόματι Τίτους Κατάνα, ο οποίος εντάχθηκε στην Εκκλησία των Καλών Ειδήσεων το 2015 και έγινε αναπληρωτής πάστορας, είπε ότι στην αρχή έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον Μακένζι και το κήρυγμά του. «Αλλαξε όμως» είπε. «Το κύριο ενδιαφέρον του ήταν να βγάζει χρήματα, όχι να κηρύττει στον κόσμο».
Μέχρι το 2017 ο Μακένζι είχε αρχίσει να λέει στους πιστούς να μη βλέπουν γιατρούς και να μη στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Ιδρυσε το δικό του μη εγγεγραμμένο, επί πληρωμή σχολείο στην εκκλησία του. Ελεγε επίσης ότι κατείχε θεϊκές θεραπευτικές δυνάμεις, για τις οποίες και πληρωνόταν.
«Μου είπε ότι η εκπαίδευση και η ιατρική είναι αμαρτωλές» θυμάται ο Κατάνα. Ο Μακένζι είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή επεκτείνει την εμβέλειά του πολύ πέρα από τις ακτές της Κένυας, χάρη στην ίδρυση του Times TV, ενός καναλιού τηλε-ευαγγελίου που μετέδιδε τα ολοένα και πιο φλογερά κηρύγματά του στο διαδίκτυο και σε ολόκληρη την Αφρική.
Η Ελίζαμπεθ Σιομπούα, αδερφή ενός άνδρα που περιφέρεται πεινασμένος στην έρημο, είπε ότι αυτή και ο αδερφός της είχαν ενθουσιαστεί από τις τηλεοπτικές εκπομπές του Μακένζι. «Εθίζεσαι με αυτά που λέει» είπε και θυμήθηκε πως έτρεχε στο σπίτι από τη δουλειά της σε ένα εργοστάσιο ραπτικής στη Μομπάσα για να μπορέσει να πάει μαζί με τον αδερφό της να τον παρακολουθήσουν. «Είναι σαν ένα κακό πνεύμα με μια παράξενη δύναμη να παρασύρει τους ανθρώπους στην παγίδα του» είπε.
Η αυξανόμενη δημοτικότητα του Μακένζι τράβηξε και την προσοχή των Αρχών. Συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2017 με τέσσερις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης της ριζοσπαστικοποίησης και της προώθησης εξτρεμιστικών πεποιθήσεων, αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται κυρίως μουσουλμάνοι που ευθύνονται για μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων στην Κένυα. Ο Μακένζι δήλωσε αθώος και πράγματι αθωώθηκε.
Κρατήθηκε ξανά το 2019 και αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Κλιμάκωσε την αντιπαράθεσή του με την κυβέρνηση, καταγγέλλοντας την εισαγωγή εθνικών αριθμών ταυτοποίησης για τους πολίτες ως «το σημάδι του θηρίου» και ακόμη ένα σημάδι ότι πλησιάζει η Αποκάλυψη.
Απειλούμενος με περαιτέρω δίωξη, ο Μακένζι κατέπληξε τους οπαδούς του το 2019 ανακοινώνοντας ότι έκλεινε την εκκλησία, πουλούσε την περιουσία της και πήγαινε στη Σακαχόλα. Κάλεσε τους οπαδούς του να ενωθούν μαζί του και να αγοράσουν μικρά οικόπεδα σε αυτό που είπε ότι θα ήταν ένας νέος Αγιος Τόπος.
Ο Κατάνα είπε ότι αγόρασε ένα στρέμμα για 3.000 σελίνια Κένυας (περίπου 30 δολάρια τότε), μια πολύ χαμηλή τιμή, η οποία πήγαινε όμως ατόφια στην τσέπη του Μακένζι, ο οποίος δεν κατείχε νόμιμα τη γη που πουλούσε.
Η άφιξη της πανδημίας στην Κένυα το 2020 αύξησε την ελκυστικότητα της προσφοράς γης του Μακένζι και, για πολλούς, επιβεβαίωσε το μήνυμά του ότι ο κόσμος πλησιάζει στο τέλος του.
Ολο και πιο εμμονικός με την επερχόμενη Αποκάλυψη, ο Μακένζι, σύμφωνα με τον Κατάνα, έδωσε «νέες οδηγίες» τον Ιανουάριο στους εκατοντάδες ανθρώπους που είχαν μετακομίσει στη Σακαχόλα, την οποία ο τηλε-ευαγγελιστής χώρισε σε περιοχές με βιβλικά ονόματα, όπως Ιεριχώ και Ιερουσαλήμ.
Ο Μακένζι, πλασάροντας τον εαυτό του ως μια φιγούρα που μοιάζει με τον Χριστό, ζούσε σε ένα τμήμα που αποκαλούσε Γαλιλαία, την περιοχή της Παλαιστίνης όπου ο Ιησούς έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Οι οδηγίες, είπε ο Κατάνα, περιείχαν ένα μεθοδικό σχέδιο για μαζική αυτοκτονία μέσω της πείνας. Τα πρώτα που θα χάνονταν θα ήταν τα παιδιά, τα οποία έπρεπε «να νηστέψουν στον ήλιο για να πεθάνουν πιο γρήγορα». Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο θα ήταν η σειρά των γυναικών και θα ακολουθούσαν οι άνδρες.
Ο Μακένζι, σύμφωνα με τον Κατάνα, είπε ότι θα έμενε ζωντανός για να βοηθήσει τους οπαδούς του να «συναντήσουν τον Ιησού», αλλά ότι μόλις ολοκληρωνόταν ο στόχος του, θα πέθαινε και αυτός από την πείνα.
Σε μια ανάρτηση στο διαδίκτυο τον Μάρτιο, ο Μακένζι είπε ότι «άκουσε τη φωνή του Χριστού να του λέει ότι “το έργο που σου έδωσα, να κηρύξεις για εννέα χρόνια, έχει τελειώσει”».
Ο Κατάνα είπε πως είχε έρθει ήδη σε ρήξη με τον Μακένζι και δεν βρισκόταν στη Σακαχόλα όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα αυτοκτονίας, αλλά το άκουσε από πιστούς. Πήγε στην αστυνομία για να αναφέρει ότι «παιδιά πεθαίνουν» στο καταφύγιο. «Ποτέ δεν έκαναν καμία ενέργεια, μέχρι που ήταν πια πολύ αργά» τόνισε.
Τον Απρίλιο ο Μουέντο τηλεφώνησε στην αδερφή του στη Μομπάσα και της είπε ότι «ξεκινάμε νηστεία για να πάμε να δούμε τον Χριστό στον Γολγοθά». «Του είπα: “Προσεύχομαι για σένα, αλλά σε χρειαζόμαστε, οπότε μην σταυρωθείς”», είπε η αδερφή του.
Ο κύριος Μουέντο, σύμφωνα με την αδερφή του, της ζήτησε να καταλάβει ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το «να πάει μέχρι το τέλος». «Ηταν χαρούμενος γιατί πίστευε ότι θα πέθαινε σύντομα για τον Ιησού» λέει τώρα εκείνη. Οσο για τον Μακένζι, τον χαρακτήρισε απλώς «δολοφόνο».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News