Το κάστρο Νόισβανσταϊν, το παραμυθένιο παλάτι που έχτισε ο «τρελός» βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Β’, πρόκειται να γίνει μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, σύμφωνα με ένα κυβερνητικό σχέδιο που έχει αναστατώσει τους κατοίκους της περιοχής.
Εδώ και περίπου δύο δεκαετίες η Βαυαρία προετοιμάζει την εκστρατεία της για να εξυψώσει το κάστρο του 19ου αιώνα, που βρίσκεται σε έναν λόφο πάνω από το χωριό Σβάνγκαου, κοντά στην πόλη Φίσεν, στη νοτιοδυτική πλευρά του γερμανικού κρατιδίου. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα τουριστικά αξιοθέατα της Γερμανίας, ανάλογο με τις πυραμίδες της Αιγύπτου, την Ακρόπολη των Αθηνών και το Αβαείο του Γουέστμινστερ, γράφει στους Times ο ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας στο Βερολίνο, Ντέιβιντ Κρόσλαντ.
Το γραφείο διοίκησης κάστρων, κήπων και λιμνών της Βαυαρίας υποστηρίζει ότι ο Λουδοβίκος Β’ ήταν ένας από τους λίγους μονάρχες του 19ου αιώνα που εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν παγκόσμια δημοτικότητα και είχαν δημιουργήσει μοναδικά έργα τέχνης, τα οποία συνδύαζαν τη δεξιοτεχνία των παραδοσιακών τεχνητών με την καινοτόμο τεχνολογία. Τα ανάκτορά του έγιναν δημοφιλή σε ανθρώπους από πολλούς πολιτισμούς, που «εκτός από την καθημερινότητά τους, έχουν την ευκαιρία για μια στιγμή στη ζωή τους να μεταφερθούν στον τέλειο ονειρικό κόσμο ενός επίγειου παραδείσου».
Η Βαυαρία σχεδιάζει να καταθέσει του χρόνου την αίτησή της, η οποία εκτός από το Νόισβανσταϊν περιλαμβάνει επίσης τα άλλα δύο ανάκτορα του Λουδοβίκου Β’, το Χέρενχιμζεε, που σχεδιάστηκε στα πρότυπα των Βερσαλλιών, το Λίντερχοφ, το μικρότερο από τα τρία παλάτια που έχτισε ο βασιλιάς και το μόνο που αξιώθηκε να δει τελειωμένο όσο ζούσε, και τη Βασιλική Κατοικία στο Σάχεν, μια μικρή βίλα 10 χλμ. νότια του Γκάρμις-Πάρτενκιρχεν, στη Βαυαρία.
Στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης, η βαυαρική κυβέρνηση πρέπει να διεξαγάγει τοπικά δημοψηφίσματα. Εχει τη δυνατότητα να καταθέσει την αίτηση ακόμα και αν οι ντόπιοι καταψηφίσουν την πρόταση, ωστόσο η έλλειψη υποστήριξης θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την απόφαση της UNESCO, αναφέρουν οι Times.
Ελάχιστοι αμφιβάλλουν ότι ο ίδιος ο εκκεντρικός μονάρχης θα ήταν σθεναρά υπέρ της ευλογίας της UNESCO για το πολυτελές δημιούργημά του, που είναι σκαρφαλωμένο ψηλά σε έναν βράχο, με θέα στις εντυπωσιακές πλαγιές των Αλπεων και σε ποιμενικά τοπία με καταπράσινα λιβάδια.
Να σημειωθεί ότι ο Λουδοβίκος Β’ εκθρονίστηκε με την κατηγορία ότι ήταν ψυχικά άρρωστος και δεν μπορούσε να κυβερνήσει μετά από τα μεγάλα χρέη που προκάλεσαν τα πολυτελή έργα του. Τελικά, με την κατηγορία του «τρελού», ο ρομαντικός βασιλιάς που ενέπνευσε σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως ο Πολ Βερλέν, ο Λουκίνο Βισκόντι και ο Χανς Γιούργκεν Ζίμπερμπεργκ, θα βρεθεί έγκλειστος πίσω από ένα «σιδερόφραχτο παράθυρο» στα ανάκτορα του Μπεργκ, έξω από το Μόναχο.
«Η ειδυλλιακή μοναξιά και η ρομαντική φύση, της οποίας η γραφική ομορφιά είναι ακόμη μεγαλύτερη τον χειμώνα από ό,τι το καλοκαίρι, δεν πρέπει να διαταραχθεί από σιδηροδρομικές γραμμές ή εργοστάσια» είχε δηλώσει ο βασιλιάς το 1878, όταν το πνευματικό τέκνο του ήταν υπό κατασκευή.
Αλλά κάποιοι στο χωριό Σβάνγκαου, στους πρόποδες του κάστρου Νόισβανσταϊν, ανησυχούν ότι το καθεστώς της UNESCO στην πραγματικότητα θα παγώσει τις νέες κατασκευές και θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη εισροή τουριστών, που ήδη ανέρχονται σε περίπου 1,4 εκατ. ετησίως.
Ο δήμαρχος του Σβάνγκαου, Στέφαν Ρίνκε, δήλωσε ότι υποστήριξε την εκστρατεία επειδή το Νόισβανσταϊν είναι ένα «μνημείο παγκόσμιας κλάσης» και η πολιτιστική κληρονομιά θα έχει μικρό αντίκτυπο. Αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να βοηθήσει στον περιορισμό του αριθμού των τουριστών, προτρέποντας την κυβέρνηση να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στις ανάγκες συντήρησης του κτιρίου, είπε.
«Στο παρελθόν, άνοδος του τουρισμού παρατηρήθηκε μόνο σε μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς που δεν ήταν τόσο γνωστά πριν από την απονομή του τίτλου. Δεν θα έχουμε αυτό το αποτέλεσμα» είπε ο Ρίνκε, προσθέτοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι το Νόισβανσταϊν είναι ήδη στη λίστα της UNESCO.
Εξάλλου, το παλάτι είναι ήδη καταχωρημένο ως διατηρητέο μνημείο και η συγκεκριμένη έγκριση της UNESCO για τοπικά κατασκευαστικά έργα θα χρειαζόταν μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Αν αποδοκίμαζε οποιοδήποτε έργο στο χωριό ή στη γύρω περιοχή, το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν η απώλεια του τίτλου, είπε ο Ρίνκε. Οι κάτοικοι του χωριού έχουν προσκληθεί σε συνεδριάσεις του δημαρχείου αυτή την εβδομάδα και στα τέλη Μαΐου, και το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί στις 18 Ιουνίου.
Σήμερα, ο Λουδοβίκος Β’ –μια από τις πιο δημοφιλείς ρήσεις του οποίου ήταν: «Επιθυμώ να παραμείνω ένα αιώνιο αίνιγμα για τον εαυτό μου και για τους άλλους»– χαιρετίζεται ως ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της Βαυαρίας. Εζησε μόνο 172 ημέρες στο Νόισβανσταϊν, ένα μείγμα ιλιγγιωδώς περίτεχνων θαλάμων και σύγχρονων –για την εποχή τους– υποδομών, που περιελάμβαναν τρεχούμενο νερό, κεντρική θέρμανση, τουαλέτες με καζανάκι, ανελκυστήρες τροφίμων, χαλύβδινα κουφώματα παραθύρων και σύστημα ενδοεπικοινωνίας.
Μεγάλος θαυμαστής και προστάτης του Ρίχαρντ Βάγκνερ –προόριζε άλλωστε το ανάκτορό του για την ανάπαυση του συνθέτη–, ο Λουδοβίκος συμμετείχε στενά σε όλη την κατασκευή και τη διακόσμηση του κάστρου. Κοιμόταν τη μέρα και τη νύχτα περπατούσε στις πολεμίστρες του, συνομιλούσε με φανταστικούς καλεσμένους στο δείπνο και έβλεπε τον εαυτό του ως μετενσάρκωση θρυλικών ιπποτών όπως ο Λόενγκριν.
Η επιχρυσωμένη Αίθουσα του Θρόνου απέκτησε και πάλι την παλιά της αίγλη μετά από μια πενταετή αποκατάσταση που ολοκληρώθηκε το περασμένο καλοκαίρι και κόστισε 20 εκατ. ευρώ. Διαμορφωμένη σε στυλ βυζαντινής εκκλησίας, είναι το επίκεντρο του παλατιού και εκφράζει την αντίληψη του Λουδοβίκου για τη βασιλεία με τη χάρη του Θεού.
Ο θρόνος, ωστόσο, δεν εγκαταστάθηκε ποτέ. Τον Ιούνιο του 1886, πριν ολοκληρωθεί το Νόισβανσταϊν, ο Λουδοβίκος Β’ βρέθηκε πνιγμένος στη λίμνη του Στάρνμπεργκ, κοντά στο Μόναχο, με ορισμένους ιστορικούς να μιλούν για ύποπτες συνθήκες θανάτου.
Μισό αιώνα αργότερα, στη νουβέλα «Λούντβιχ, Σιδερόφρακτο Παράθυρο» (εκδ. Αγρα, μτφρ. Αλέξανδρος Ισαρης), ο Κλάους Μαν, πριν εγκαταλείψει την παραδομένη στους ναζιστές Γερμανία, θα μιλήσει για τον τραγικό αυτόχειρα βασιλιά που θαυμάστηκε, αγαπήθηκε, μισήθηκε, χλευάστηκε και μυθοποιήθηκε όσο κανείς από τους εστεμμένους του 19ου αιώνα.
«Εγώ ήμουν προορισμένος να δείξω και να αποδείξω στον κόσμο το μεγαλείο του βασιλείου μου (…) Εγώ έπρεπε να οικοδομήσω πύργους (…) Η αληθινή μου αποστολή ήταν να οικοδομώ…» έγραψε ο Κλάους Μαν στη νουβέλα του που κυκλοφόρησε το 1937 και στην οποία θα βασιζόταν η κλασική πλέον ταινία του Λουκίνο Βισκόντι «Το Λυκόφως των Θεών» (1972). Αυτοί οι πύργοι, όμως, στους οποίους ο βασιλιάς ξόδευε απερίσκεπτα τον προϋπολογισμό του βαυαρικού κράτους, χωρίς μάλιστα να καταφέρει να τους ολοκληρώσει, θα μετατρέπονταν για τον ίδιο σε πύργους κολάσεως. (Δείτε το trailer της ταινίας)
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News