— Τι να πρωτοπρολάβει και η Πόπη, Λεωνίδα μου. Ούτε η Παναγία η Τριχερούσα. Βγήκε σε μια εκπομπή ο ξάδελφος Τσίπρα, Γιώργος, με αντίπαλον δέος τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Λάμψια. Και είπε ο δημοσιογράφος με δικά του λόγια, αυτό με το οποίο γελάμε όλοι. «Η αντιγραφή δεν είναι κακό, αρκεί να μη σε πιάσουν. Εδώ φόρα παρτίδα προσπαθεί ο κ. Τσίπρας να αντιγράψει τα συνθήματα του Ανδρέα Παπανδρέου. 40 χρόνια πριν. Μερικές φορές μιμείται και τη φωνή του. Πέθανε ο Χάρρυ Κλυν, τον έκανε καλύτερα από τον Τσίπρα»· και στη συνέχεια έθεσε και ακόμα ένα θέμα: «Ορισμένοι εκ των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν καθαροί υποστηρικτές εκτελεστών καταδικασθέντων για την υπόθεση της 17 Νοέμβρη»
— Μπροστά στη Σία τα είπε αυτά;
— Ναι, καλέ. Η οποία ελούσθη με κρύο ιδρώτα και είπε: «Πολύ σκληρό αυτό». Ελπίζοντας σε πιο μαλακό. Ωστόσο, φήμες αναφέρουν ότι τσίμπησε κάτω από το τραπέζι τον Λάμψια και του κουνούσε το κεφάλι της δεξιά-αριστερά ως ινδή χορεύτρια ή ως ελληνίδα μάνα, με νόημα: «Με σένα θα τα πούμε αργότερα». Αλλά ο Λάμψιας δεν καταλάβαινε Χριστό. Ηρθε και έσκασε ο άνθρωπος να πει αλήθειες.
— Και μετά;
— Ετρεξαν στην Πόπη οι συμμαθητές του Γιωργάκη Τσίπρα. «Κυρία Πόπη, κυρία Πόπη, τρέξτε. Χτυπάνε λεκτικά τον Γιωργάκη, τον ξάδελφο του Αλέξη». Και… ποιος είδε την Πόπη και δεν τη φοβήθηκε. Εσπευσε σιχτιρίζοντας την ώρα και τη στιγμή και ως άλλη παιδονόμος βγήκε στον αέρα: «Ζήτα αμέσως συγγνώμη γιατί θα σε βάλω τιμωρία στην αυλή να περάσουν όλα τα παιδάκια μπροστά σου». Τίποτα ο Λάμψιας.
— Και μετά;
— Μετά είχαμε άλλο θέμα! Τρέξε Πόπη, τρέξε! Τη φώναξε ο Αλέξης, επείγον. Θυμάσαι, Λεωνίδα μου, ότι το Πάσχα μας είχε υποσχεθεί «Υπόσχομαι στον ελληνικό λαό ότι αυτό θα είναι το τελευταίο φτωχικό Πάσχα της ζωής σας». Νιώθει τη φτώχεια, παιδί μου. Τον χτυπάει στα ξαφνικά η μνήμη της φτώχειας που τον έδερνε από μικρό παιδί. Και με το που το είπε, άδειασε το σύμπαν των Ελλήνων για εκδρομή. Εμπιστεύτηκαν ότι έρχεται πλούτος οσονούπω και ξεχύθηκαν έναντι μελλοντικών κερδών. Τώρα, φαίνεται, ξαναβγήκε ο Καΐλας από μέσα του. Και είπε στην Πόπη ότι προβάριζε μια φράση να πει στον κόσμο για την παράσταση «Ο Φτωχός και ο Πλούσιος» (όπου πλούσιος ο Κ.Μ). «Για να σ’ ακούσω», είπε η Πόπη. «Πόπη, σκέφτομαι να καθυστερήσω σε μια ομιλία και να πω στον κόσμο: Συγχωρέστε με που καθυστέρησα να έρθω, αλλά δεν ταξιδεύω με κρατικό αεροπλάνο και με τα λεφτά των ελλήνων φορολογουμένων»…
Ωπ! Ωπ! Αλέξη! «Εδώ, έχουμε πρόβλημα», τόνισε η Πόπη. «Είναι πολύ πρόσφατη η μνήμη, τόσο η δική σου με το αεροσκάφος, όσο και του Καμένου, που είχε ντέρτι το ελικόπτερο και το τερμάτιζε μέχρι Πεντάγωνο – σπίτι Βάρη. Καθώς επίσης και η συμφωνία για το μενού του κρατικού αεροσκάφους που είχατε υπογράψει λίγο πριν την παράδοση εξουσίας, κάπως ως άρον άρον, για τέσσερα χρόνια. Αν θυμάμαι καλά, 60.000 ευρώ τον χρόνο, ήτοι 240.000 ευρώ για τέσσερα χρόνια, αν και δεν θα ήσασταν κυβέρνηση. Θα τα θυμούνται αυτά οι πολίτες». «Ποιος, μωρέ, θα τα θυμάται αυτά; Πας καλά; Αυτοί ξεχνάνε τα πάντα! Εγώ θα πω αυτό που προετοιμάζω. Τελεία και παύλα. Και θα πω κι άλλα». «Ο,τι πεις εσύ, Αλέξη. Σίγουρα ξέρεις καλύτερα» σήκωσε τα χέρια η Πόπη.
— Και συνέχισε;
-Ναι, Λεωνίδα μου. Αφησε για το τέλος τα καλύτερα. Είπε: «Κάποιοι έχουν γεννηθεί πρίγκιπες και έχουν το αίσθημα ότι η χώρα τους ανήκει. Εγώ πάλι κατάγομαι από το ταπεινό ορεινό χωριό στα Τζουμέρκα. Μπορεί να μην είμαι από τζάκι, αλλά είχαμε τζάκι στο πατρικό και ξέρω να το ανάβω».
— Το αγοράκι με τα σπίρτα. Τουρτούριζαν και τα χεράκια του; Καλέ είπε τέτοιο πράγμα; Και η Πόπη, πώς τα είδε αυτά;
— Η Πόπη μπήκε στο νόημα και το ενίσχυσε. Είπε ότι θα έβλεπε θετικά ένα μπαγλαμαδάκι να παίζει στο βάθος. Και η φωνή του Νταλάρα να σκίζει τον αέρα «Ααααααχ! Αχ ο μπαγλαμάς». Επίσης, τον προέτρεψε, κάποια στιγμή να βγάλει, λέει, τις καλτσούλες του, ότι δήθεν είναι μούσκεμα, να μοιάζει ανθρώπινος και να του έχουν επίτηδες φορέσει τρύπιες κάλτσες. Να δει ο λαός ότι είναι ένας από εμάς, όλους. Αλλά ο Αλέξης είπε: «Πόπη το παράχεσες! Φτάνει, μόνο αυτά που θα πω εγώ». Κι έτσι έγινε.
Αυτά που λες, Λεωνίδα μου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News