Μπήκαμε επισήμως σε προεκλογική περίοδο και ο χρόνος άρχισε να μετρά αντίστροφα για τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Το επόμενο διάστημα τα κόμματα θα αναπτύξουν τις θέσεις τους, θα προβάλουν στον ελληνικό λαό προγράμματα και θα θέσουν διλλήματα. Τα λεγόμενα κόμματα εξουσίας πάντα έχουν ψηλά στην ατζέντα της πολιτικής κουβέντας την ερώτηση «ποιος θα κυβερνήσει;» και η ερώτηση αυτή διαχρονικά επαναλαμβάνεται συχνά κατά την προεκλογική περίοδο. Προφανής στόχος αυτής της ερώτησης είναι η πόλωση που προκαλεί ένα τέτοιο δίλλημα προς όφελος και των δυο πόλων.
Έτσι το επόμενο διάστημα θα τεθεί πολλές φορές από τα δυο μεγαλύτερα κόμματα το ερώτημα αυτό σε διάφορες εκδοχές με προφανή στόχο κάθε ένας από τους δυο να κερδίσει εκείνους τους ψηφοφόρους που δεν θέλουν τον άλλο. Είναι σαν να λένε «ξέρω ότι δεν με θες, αλλά για να μην βγει ο άλλος ψήφισε εμένα». Δεν είναι κάτι νέο αυτό, πάντα γινόταν και η λογική «το μη χείρον βέλτιστον» είναι σίγουρα καλύτερη επιλογή από την αποχή.
Για 30 χρόνια (1980-2010) τα δυο κόμματα εξουσίας είχαν μεγάλα ποσοστά και οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις ήταν ως ένα βαθμό αυτονόητη συνέπεια του γεγονότος ότι το πρώτο κόμμα είχε πάνω από 40%. Μάλιστα το ποσοστό αυτό πολλές φορές το ξεπερνούσε τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο κόμμα. Το δεδομένο αυτό των υψηλών ποσοστών των δυο μεγάλων κομμάτων, σε συνδυασμό με την έλλειψη κουλτούρας συνεργασιών, είχε σαν συνέπεια την εναλλαγή στην εξουσία αυτοδύναμων κυβερνήσεων.
Από το 2012 και μετά, το πρώτο κόμμα παίρνει λιγότερο από 40% και αυτό οδήγησε σε κυβερνήσεις συνεργασίας με εξαίρεση τις τελευταίες εκλογές του 2019 που με ποσοστό 39,85% προέκυψε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Αυτή τη φορά βέβαια δεν υπάρχει καμία περίπτωση αυτοδυναμίας λόγω του εκλογικού νόμου της «απλής αναλογικής». Έτσι υπάρχουν δυο ενδεχόμενα την επομένη των εκλογών. Να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας ή να πάμε σε «δεύτερες» εκλογές, όπου θα εφαρμοστεί άλλος εκλογικός νόμος ενισχυμένης αναλογικής.
Οι υποστηρικτές της απλής αναλογικής, οι οποίοι δικαίως την θεωρούν δικαιότερο εκλογικό σύστημα από αυτό της ενισχυμένης αναλογικής θα επέλεγαν τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας και όχι δεύτερες κάλπες. Από την άλλη μεριά οι υποστηρικτές της ενισχυμένης αναλογικής έχουν σαν βασικό επιχείρημα τη δημιουργία σταθερών κυβερνήσεων. Από το 1980 έως το 2010 αυτό το επιχείρημα είχε βάση. Τώρα όμως;
Για να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση στις ενδεχόμενες «δεύτερες» εκλογές θα πρέπει το πρώτο κόμμα να πάρει τουλάχιστον 38% ενώ ανάλογα με το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός βουλής το απαιτούμενο ποσοστό για αυτοδυναμία μπορεί να είναι και μεγαλύτερο. Τα δημοκοπικά δεδομένα δείχνουν ότι απέχει πολύ η παρούσα δύναμη των κομμάτων από κάτι τέτοιο. Αλλά ας υποθέσουμε ότι γίνονται δεύτερες εκλογές και ένα ποσοστό 38% δίνει 151 έδρες στο πρώτο κόμμα. Γιατί αυτό θα αποτελούσε λύση σταθερότητας; Μήπως μια κυβέρνηση συνεργασίας είναι προτιμότερη;
Για να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας πρέπει να υπάρξουν προγραμματικές συμφωνίες. Δεδομένης όμως της μετατόπισης των δυο μεγαλύτερων κομμάτων προς το «κέντρο» κάτι τέτοιο είναι πιο εύκολο από ποτέ και οι εκλογικές σκοπιμότητες προσπαθούν να αποκρύψουν το γεγονός αυτό. Μάλιστα μια κυβέρνηση συνεργασίας που θα αποτελείται από δυο ή τρία κόμματα που θα αθροίζουν 48% θα είναι σαφώς πιο σταθερή από μια κυβέρνηση του 38% και 151 βουλευτών. Σε κάθε περίπτωση θα δοθούν οι διερευνητικές εντολές όπως ορίζει το Σύνταγμα και είναι πρόωρη η κουβέντα για «δεύτερες» εκλογές πριν «μιλήσει» ο ελληνικός λαός.
* Ο Νίκος Καστόρας είναι εκπαιδευτικός
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News