«Δεν ταυτίζομαι με τα λεγόμενα και τα πιστεύω της μητέρας μου. Εσύ δηλαδή συμφωνείς με ό,τι πιστεύουν ή λένε οι γονείς σου; Εγώ πάντως όχι. Ντροπή σου που έρχεσαι στο προσωπικό μου προφίλ να μου γράψεις για κάτι που δεν έχει να κάνει στο παραμικρό με εμένα ή τις δικές μου προσωπικές αντιλήψεις».
Η Κατερίνα Στεφανίδη, Ολυμπιονίκης στο άλμα επί κοντώ, «απάντησε» με αυτόν τον τρόπο σε χρήστη των social που την εγκάλεσε για την ανάρτηση της μητέρας της, Ζωής Βαρέλη-Στεφανίδη, υποψήφιας βουλευτού με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η υποψήφια βουλευτής ανάρτησε ένα πρωτοσέλιδο του «Μακελειού», για την υπόθεση Γεωργούλη, γραμμένο στο γνωστό χυδαίο ύφος της εφημερίδας, με την υποσημείωση: «Συγγνώμη, αλλά δεν είναι απίθανο να είναι έτσι»…
Η ίδια η Ζωή Βαρέλη-Στεφανίδη ζήτησε συγγνώμη –πολύ αργά και αφού είχε γίνει χαμός με την ανάρτησή της– και βρίσκεται από χθες στο στόχαστρο. Δικαίως και ορθώς. Πάμε παρακάτω.
Η κόρη της, σε τι ακριβώς φταίει, και πάει ο κάθε πικραμένος στα social και της ζητάει τον λόγο;
Είναι ένας αυτοματισμός στον οποίον πέφτουμε πολλοί, αν όχι όλοι ανά φάσεις —δηλώνω ένοχη, το έχω κάνει: «Ελα μωρέ, αυτός/η; Ξέρεις ποιανού γιος/κόρη είναι;». Ναι, και;
Δεν είναι καινούργιο αυτό φυσικά, η εντελώς στρεβλή μας αντίληψη ότι οι πράξεις, τα πιστεύω, τα λάθη των γονιών περνάνε «γονιδιακά» στα παιδιά τους. Κι έτσι, κάπως, αναγκάζονται τα παιδιά να ζητάνε συγγνώμες, να φορτώνονται ενοχές και να στιγματίζονται ή να παλεύουν να αποστασιοποιηθούν. Ενίοτε συμβαίνει και το αντίστροφο, όπως στην περίπτωση της οικογένειας του Βασίλη Τσάρτα (ή Τσιάρτα), που τον αποκήρυξε δημόσια πριν από λίγους μήνες, έπειτα από σωρεία δικών του ακροεθνικιστικών και κυρίως ομοφοβικών σχολίων. Και εντάξει, να το καταλάβω ότι η μαμά κάποιου μπορεί να έχει ενοχές (τι παιδί έβγαλα κ.λπ.) που και πάλι, δεν είναι απαραίτητο ότι το μεγάλωσες άσχημα και γι’ αυτό σου βγήκε ασυνάρτητο και ακροδεξιό. Συμβαίνουν αυτά και στις καλύτερες οικογένειες.
Αλλά να έχει το παιδί ενοχές και ευθύνες για όσα κάνει ο γονιός, από πού μπορεί να μας προκύψει; Εκτός περιπτώσεων όπου όντως υπάρχει οικογενειακή ευθύνη, δηλαδή περιπτώσεις κατά τις οποίες το παιδί ήξερε για παραπτώματα του γονιού και τα συγκάλυπτε, γιατί πρέπει να είναι, ας πούμε, υπόλογος ο υιός Πλεύρης που ο πατέρας του πάει και χαιρετάει ναζιστικά μέσα στα δικαστήρια;
Ο υιός Πλεύρης έχει τόσα άλλα για να είναι υπόλογος –στον τομέα της Υγείας για παράδειγμα–, που αν μη τι άλλο, είναι χάσιμο χρόνου και ενέργειας να του ζητάμε τον λόγο για κάτι το οποίο είναι προφανές ότι δεν ασπάζεται. Κι όμως, βγήκε και αποκήρυξε την πράξη του πατέρα του. «Ο χαιρετισμός με κάνει να αισθάνομαι πολύ άσχημα για δύο λόγους, ο πρώτος ότι έγινε μέσα στη δικαστική αίθουσα και ο δεύτερος μπροστά σε μια γυναίκα που το παιδί της δολοφονήθηκε από έναν ναζί» είχε πει και συμπλήρωσε: «Με συγχωρείτε αλλά αυτό είναι αποκτήνωση».
Θα πείτε, είναι και οι δύο στην πολιτική και αυτά πρέπει να γίνονται ξεκάθαρα. Τι να γίνει ξεκάθαρο, ότι ο Θάνος Πλεύρης δεν είναι ναζί; Ε, δεν είναι, ήταν ξεκάθαρο και πριν από όλα αυτά.
Είναι άγνωστο τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις όταν τα παιδιά συναντιούνται με τους γονείς μετά στο σπίτι και ο ένας έχει αποκαλέσει τον άλλον «αποκτηνωμένο» δημόσια. Φαντάζομαι ότι δεν είναι μια πολύ ευχάριστη ατμόσφαιρα να βρεθεί κανείς.
Και γενικά ξέρουμε ότι οι πολιτικές οικογένειες δεν πέρασαν πάντα πολύ ευχάριστες στιγμές όταν οι γενιές τους συγκρούστηκαν. Και ο Ανδρέας τσακωνόταν με τον Γεώργιο Παπανδρέου και ο Κυριάκος διαφωνούσε με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, όσο κι αν φαινομενικά οι πολιτικές πορείες τους είναι ταυτόσημες ιδεολογικά.
Το θέμα είναι ότι, και πάλι, για πολλά μπορείς να κατηγορήσεις τον Ανδρέα, αλλά δεν μπορείς να προσάψεις στον ίδιον, ας πούμε, το γεγονός ότι ο μπαμπάς του με το αντικομμουνιστικό μένος του οδήγησε κι αυτός εν μέρει τη χώρα στον Εμφύλιο. Ο Ανδρέας, τουναντίον, ήταν ο μοναδικός πολιτικός που προσπάθησε να γεφυρώσει το μετεμφυλιακό χάσμα, αναγνωρίζοντας την Εθνική Αντίσταση. Ούτε μπορείς να κατηγορείς τον Κυριάκο που ο δικός του μπαμπάς πρωτοστάτησε στην Αποστασία. Καθένας μας κρίνεται από τις δικές του πράξεις. Που μπορεί να είναι και χειρότερες από των γονιών μας, όμως άλλο αυτό.
Είναι ένα «ευκολάκι» αυτό της δήθεν οικογενειακής ευθύνης, αλλά ταυτόχρονα είναι και εξαιρετικά παραπλανητικό. Διότι λειτουργεί και ανάποδα: Εγώ μπορεί να είμαι μια «αγία» και το παιδί μου να βγει σίριαλ κίλερ. Και να μην το πάρει χαμπάρι κανείς, επειδή «από τόσο καλούς γονείς, μόνο καλό παιδί μπορεί να βγει». Γεγονός που δεν ισχύει, οι περισσότεροι γονείς των σίριαλ κίλερ είναι κάτι ήσυχοι άνθρωποι που τους βλέπεις και τους λυπάται η ψυχή σου πιο πολύ και από τα θύματα. Και τα παιδιά των εγκληματιών επίσης. Αυτά δεν είναι θύματα; Θύματα που επιπλέον όλων όσων τράβηξαν, έχουν να αντιμετωπίσουν μια ζωή και την ερώτηση που σκοτώνει: «Πώς αισθάνεσαι που ο μπαμπάς σου/η μαμά σου έκανε το και το;».
Αισθάνονται μάλλον ότι θέλουν να τους αφήσεις στην ησυχία τους. Και, όπως έγραψε η ίδια η Κατερίνα Στεφανίδη στο Instagram, «η μητέρα μου, όπως και εγώ, δρούμε ως ανεξάρτητοι και ενήλικοι πολίτες. Δεν μπορώ και ούτε σκοπεύω να τη “μαζέψω”, όπως προτείνουν ή υπονοούν διάφοροι, καθώς δεν έχω κανένα τέτοιο δικαίωμα, όπως δεν έχω και καμία ευθύνη για όσα η ίδια υποστηρίζει»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News