Στο στάδιο της επεξεργασίας βρίσκεται το σχέδιο των τραπεζών για το «πάγωμα» (εδώ), για έναν χρόνο, του επιτοκίου Euribor, με βάση το οποίο διαμορφώνονται τα κυμαινόμενα επιτόκια στη στεγαστική πίστη και το οποίο έχει αυξηθεί κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες από το περασμένο καλοκαίρι (μετά τις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που έχουν ως συνέπεια την υπέρμετρη αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων).
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει το προσεχές διάστημα σε δύο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης συνολικά. Οι ίδιες εκτιμήσεις ανεβάζουν το euribor τριμήνου στο 3,60% έως τα τέλη του χρόνου, ενώ εάν επαληθευθούν αυτές για δύο ακόμη αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ (0,25 έκαστη), το βασικό επιτόκιο της Κεντρικής Τράπεζας θα διαμορφωθεί τους προσεχείς μήνες στο 4%.
Εφόσον η ημερομηνία αναφοράς για το «πάγωμα» είναι η 31η Μαρτίου, το Εuribor 3μήνου θα σταθεροποιηθεί κοντά στο 3,030%, ενώ στις περιπτώσεις που το δάνειο είναι συνδεδεμένο με το επιτόκιο της ΕΚΤ, αυτό θα σταθεροποιηθεί στο 3,50%. Πάνω στο εκάστοτε επιτόκιο κάθε τράπεζα θα υπολογίζει το περιθώριο (spread) που έχει συμφωνηθεί με τον δανειολήπτη και έτσι θα προκύπτει η δόση του δανείου.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές τις οποίες επικαλείται το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το σχέδιο θα περιλαμβάνει όλα τα στεγαστικά δάνεια, τόσο εκείνα που αφορούν στην πρώτη κατοικία όσο και τα δάνεια για δευτερεύουσα κατοικία, με την προϋπόθεση ότι πρόκειται για δάνεια που έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο και εξυπηρετούνται κανονικά.
Η παρέμβαση αφορά συνολικά περίπου 500.000 συνεπείς δανειολήπτες, ενώ εκτιμάται ότι η σταθεροποίηση του κυμαινόμενου επιτοκίου για 12 μήνες θα ανακουφίσει τα περισσότερα νοικοκυριά με στεγαστικό δάνειο. Οι σχετικές ανακοινώσεις θα πρέπει να αναμένονται μετά το Πάσχα.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία των τραπεζών, η συντριπτική πλειονότητα των στεγαστικών δανείων, άνω του 90%, που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους, είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η στροφή προς τα σταθερά επιτόκια έγινε στη διάρκεια της τελευταίας διετίας.
Το κόστος του μέτρου θα βαρύνει τις τράπεζες και σύμφωνα με υπολογισμούς θα φθάσει περί τα 100 εκατ. ευρώ, εφόσον οι προσεχείς αυξήσεις επιτοκίων περιοριστούν περίπου στη μισή μονάδα. Αν τελικά δεν τιθασευτεί ο πληθωρισμός και η ΕΚΤ προχωρήσει σε αυξήσεις πέραν της μισής μονάδας, το κόστος θα είναι μεγαλύτερο.
Ο σχεδιασμός της εξειδίκευσης γίνεται χωριστά από κάθε τράπεζα, με κεντρικό όμως στόχευση το πάγωμα των αυξήσεων στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων από τις αυξήσεις στο Euribor, ώστε να δοθεί ανάσα στους δανειολήπτες και να αποφευχθεί το οποιοδήποτε ενδεχόμενο δημιουργίας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, σε μια στιγμή μάλιστα που οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν τα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφια νούμερα, προσεγγίζοντας σταδιακά το μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Οπως επισημαίνεται από όλες τις πλευρές το σχέδιο θα λαμβάνει υπόψη και θα ακολουθεί αυστηρά τους εποπτικούς κανόνες από έχουν τεθεί από πλευράς SSM και Επιτροπής Ανταγωνισμού, όπως άλλωστε γίνεται κάθε φορά που αναλαμβάνονται τέτοιου είδους δράσεις και πρωτοβουλίες.
Ο ξεχωριστός σχεδιασμός ανά τράπεζα θα μπορεί επίσης να περιλαμβάνει για κάποιες τράπεζες και επισκευαστικά δάνεια που χορηγήθηκαν συμπληρωματικά στεγαστικών δανείων, μια πρακτική που ήταν διαδεδομένη στο παρελθόν όταν η χρηματοδότηση για αγορά ακινήτων ήταν ακόμη και με μηδενική ίδια συμμετοχή του δανειολήπτη. Κάτι που σήμερα έχει αλλάξει καθώς οι τράπεζες χορηγούν δάνεια για αγορά ακινήτου σε ποσοστό μεταξύ 70%-80% με το υπόλοιπο να καλύπτεται από ιδία κεφάλαια του δανειολήπτη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News