Η πρόσληψη του Γκρέιαμ Πότερ στην Τσέλσι ανακοινώθηκε στις 8 του περασμένου Σεπτεμβρίου: την ημέρα που δεν υπήρχε άλλη είδηση για τους Βρετανούς πέρα από τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ. Η επιλογή του νέου ιδιοκτήτη των «Μπλε», Τοντ Μπόελι, δεν έτυχε της προσοχής που της άξιζε, επειδή το τάιμινγκ ήταν εντελώς ακατάλληλο για ποδοσφαιρικές αναλύσεις.
Ο Τόμας Τούχελ, ένας από τους πιο διάσημους τεχνικούς του κόσμου, ο οποίος τον Μάιο του 2021 οδήγησε την Τσέλσι στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ, είχε απολυθεί. Τα έχει αυτά το επάγγελμα του προπονητή. Η μεγάλη έκπληξη ήταν το όνομα του διαδόχου του. Ο Πότερ είχε εργαστεί στην Πρέμιερ Λιγκ για πρώτη φορά το 2019. Τρεις σεζόν στην Μπράιτον έκανε εξαιρετική δουλειά, όμως οι προηγούμενες ομάδες του ήταν πολύ χαμηλού επιπέδου: η σουηδική Οστερσουντς και η Σουόνσι.
Κανείς από τους προκατόχους του στην Τσέλσι δεν είχε στο παλμαρέ του μόνον ένα Κύπελλο Σουηδίας ή κάποιο ισότιμο τρόπαιο. Για τον Μπόελι και τους συνεταίρους του, όμως, αρκούσε για να του προσφέρουν τη θέση που όλοι οι προπονητές της Γης ονειρεύονται. Τους είχε εντυπωσιάσει, γράφουν οι Times, ο τρόπος με τον οποίο σκαρφάλωσε από την 9η κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου (τα τοπικά πρωταθλήματα δηλαδή) στην κορυφή της πυραμίδας. Τους άρεσε, επίσης, ότι έπαιρνε ρίσκα στις δουλειές του, αλλά και η πληροφορία ότι συνεργαζόταν πρόθυμα με τις διοικήσεις των συλλόγων του – ο Τούχελ δεν σήκωνε κουβέντα.
Δεν δίστασαν να καταβάλουν στην Μπράιτον 24 εκατ. ευρώ για να τον αποδεσμεύσει. Στον ίδιο προσέφεραν πενταετές συμβόλαιο συνεργασίας –τέτοια σιγουριά!– με ετήσιες αποδοχές ύψους 14 εκατ. ευρώ. Ελάχιστοι είναι οι προπονητές που κερδίζουν τόσα χρήματα. Ισως το πιο σημαντικό: τον διαβεβαίωσαν ότι θα του έδιναν πίστωση χρόνου. Για να τον πείσουν για την υπομονή τους, του ανέφεραν το παράδειγμα του Ντέιβ Ρόμπερτς, που κατέχει τη θέση του μάνατζερ στους Λος Αντζελες Ντότζερς (ομάδα του μπέιζμπολ στην οποία είναι μέτοχος και ο Μπόελι) από το 2015. Τον κράτησαν στη θέση του, αν και χρειάστηκε μια πενταετία για να φέρει ένα τρόπαιο.
Ο Πότερ πείστηκε να αφήσει το Μπράιτον, όπου ζούσε τον μύθο του, και να αναλάβει την Τσέλσι. Δεν είναι αμαρτία η φιλοδοξία. Επρεπε, όμως, να έχει αντιληφθεί ότι για εκείνον δεν ήταν απλώς ένα βήμα παραπάνω. Ηταν ένα τεράστιο άλμα, το οποίο, όπως αποδείχθηκε, βιάστηκε να κάνει. «Τα πράγματα στην Τσέλσι θα είναι ευκολότερα (από ό,τι στην Μπράιτον) επειδή η ποιότητα της ομάδας είναι πάρα πολύ υψηλή» είχε δηλώσει τη μέρα που έφτασε στο Λονδίνο για να υπογράψει το συμβόλαιό του. Τέσσερις μήνες μετά, ο 47χρονος προπονητής είχε αντιληφθεί πως έκανε λάθος. «Είναι η πιο απαιτητική δουλειά που υπάρχει στο ποδόσφαιρο» είχε τονίσει τον περασμένο Ιανουάριο.
Στην Μπράιτον δεν είχε τόσο μεγάλο μπάτζετ στη διάθεσή του, όμως κατά τα άλλα οι συνθήκες εργασίας ήταν ιδανικές. Εκείνος αποφάσιζε ποιος παίκτης θα έρθει και ποιος θα φύγει, ο χρόνος ήταν σύμμαχος, και με προσεκτικές κινήσεις δημιούργησε σταδιακά μια υπέροχη ομάδα, που βίωσε τις κορυφαίες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της. Το τελευταίο του παιχνίδι στον πάγκο της, το 5-2 επί της Λέστερ στο «Αμεξ», αποτελεί τη μεγαλύτερη σε έκταση εντός έδρας νίκη των «γλάρων» στην Πρέμιερ Λιγκ. Πάνω απ’ όλα, η Μπράιτον έπαιζε εξαιρετικό ποδόσφαιρο.
Στην Τσέλσι είχε να αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες καταστάσεις. Στη μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου η διοίκηση δαπάνησε 323 εκατ. ευρώ για να τον στηρίξει, όμως αυτό το ατελείωτο πήγαιν’-έλα των ποδοσφαιριστών, κοντά σε εκείνους που είχαν αποκτηθεί το περασμένο καλοκαίρι με μόνα κριτήρια τον ενθουσιασμό και τον πλούτο των νέων ιδιοκτητών, ήταν μια ποδοσφαιρική παράνοια. Ο Πότερ δεν διέθετε ούτε την πείρα ούτε το προπονητικό ανάστημα που χρειαζόταν για να βάλει το χάος σε τάξη.
Είναι και θέμα χαρακτήρα. Ενας από τους λόγους που οι οπαδοί δεν τον συμπάθησαν ποτέ ήταν ότι τον έβρισκαν υπερβολικά σεμνό, ταπεινό και χαμηλών τόνων. Ηθελαν έναν μάνατζερ αυστηρό, με αυτοπεποίθηση, ακόμη και αλαζόνα σαν τον Ζοσέ Μουρίνιο – αυτό είναι το πρότυπο του προπονητή της Τσέλσι που έχουν στο μυαλό τους.
Στα αποδυτήρια ο Πότερ είχε γύρω του ακριβοπληρωμένες φίρμες, φιλόδοξους νέους που δέχθηκαν να μετακομίσουν στο Λονδίνο επειδή κάποιοι (αυτοί που τους έφεραν) τους υποσχέθηκαν ότι θα παίζουν, και «κομμένους» από τον προκάτοχό του, στους οποίους ήθελε να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία. Αμαθος σε τέτοιες καταστάσεις, ίσως πιο συγκαταβατικός από όσο θα έπρεπε, δεν κατάφερε να βρει τις ισορροπίες.
Απέτυχε παταγωδώς. Οι επιτυχίες ήταν περιστασιακές (π.χ. η πρόκριση στα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ), η ομάδα δεν έδειξε την παραμικρή βελτίωση, κανένας από τους παίκτες δεν σημείωσε κάποια εξέλιξη. Με μόλις 12 νίκες σε 31 παιχνίδια, ο Πότερ κατέγραψε την πιο φτωχή βαθμολογική συγκομιδή από όλους τους προπονητές της Τσέλσι τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Απολύθηκε 206 μέρες μετά την πρόσληψή του, με αφορμή την ήττα από την Αστον Βίλα στο «Στάμφορντ Μπριτζ», αφήνοντας τους «Μπλε» στην 11η θέση της κατάταξης στην Πρέμιερ Λιγκ.
Η υπομονή που του είχε υποσχεθεί ο Μπόελι εξατμίστηκε μπροστά στον κίνδυνο μιας τεράστιας οικονομικής ζημιάς. Εχοντας ξοδέψει πάνω από 600 εκατ. ευρώ στις δυο τελευταίες μεταγραφικές περιόδους, η Τσέλσι έχει απόλυτη ανάγκη τα έσοδα από το προσεχές Τσάμπιονς Λιγκ. Διαφορετικά, θα μπλέξει και με το Financial Fair Play της UEFA. Ενας άλλος προπονητής θα μπορούσε, ίσως, να οδηγήσει την ομάδα στην κατάκτηση του τροπαίου – φαίνεται ως ο μόνος τρόπος για να συμμετάσχει στην επόμενη διοργάνωση. Οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος της (έχει κληρωθεί αντίπαλος της Ρεάλ Μαδρίτης), όμως ο Μπόελι αποφάσισε να παίξει το τελευταίο του χαρτί.
Αυτό το πανάκριβο λάθος ήταν ένα μάθημα για τον νεόκοπο ιδιοκτήτη. Τα ποδοσφαιρικά club δεν είναι επιχειρήσεις σαν όλες τις άλλες που… παίζει στα δάχτυλα. Εχουν τους δικούς τους κανόνες.
Ο επόμενος προπονητής της Τσέλσι θα είναι, σίγουρα, ένα μεγάλο όνομα. Που, ασφαλώς, μετά τις απολύσεις του Τούχελ και του Πότερ, θα ζητήσει ένα σωρό εγγυήσεις για να αναλάβει. Γιατί, όπως τονίζει το Athletic, ούτε ο… προπονητοφάγος Αμπράμοβιτς δεν είχε διώξει δύο τεχνικούς την ίδια σεζόν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News