Ηταν Πέμπτη, τρεις τα ξημερώματα τοπική ώρα, όταν μια ριπή πυροβολισμών διέκοψε τη νυκτερινή ησυχία σε μια γειτονιά του Ροζάριο. Ο συγκεκριμένος ήχος είναι πολύ συνηθισμένος σε αυτή την πόλη, την τρίτη μεγαλύτερη της Αργεντινής, όπου η εγκληματικότητα είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από τον εθνικό μέσο όρο. Το περιστατικό θα ήταν ανάξιο αναφοράς, αν το κατάστημα που «γάζωσαν» οι 14 σφαίρες δεν ανήκε στην αλυσίδα σούπερ-μάρκετ Unico του Ζοσέ Ροκούτσο, πεθερού του Λιονέλ Μέσι.
Οι άγνωστοι -προς το παρόν- δράστες δεν το διάλεξαν τυχαία. Δεν είχαν σκοπό να σκοτώσουν, ούτε να κλέψουν. Ηθελαν μόνο να αφήσουν στον τόπο της επίθεσης ένα μήνυμα: «Μέσι, σε περιμένουμε…». Παρότι η ανατριχιαστική απειλή εναντίον του αργεντινού σούπερ-σταρ των γηπέδων έκανε τον γύρο του Κόσμου, σήμερα, 11 μέρες μετά, οι έρευνες της αστυνομίας είναι, ακόμη, στο σκοτάδι. Και, μάλλον, εκεί θα παραμείνουν.
Γιατί κάποιος να θέλει να βλάψει τον «ήρωα» που χάρισε στην Αργεντινή το τρίτο της παγκόσμιο τρόπαιο, και μάλιστα στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέχρι τα 13 του; Είναι μυστήριο, μεγαλύτερο και από εκείνο της ταυτότητας των δραστών. Κάποια στιγμή ο Μέσι είχε εκφράσει την επιθυμία να κλείσει τη μυθική του καριέρα στη Νιούελς Ολντ Μπόις, το πιο δημοφιλές club της περιοχής μαζί με τη Ροζάριο Σεντράλ. Από τις παιδικές της ομάδες άρχισε το μεγάλο ποδοσφαιρικό του ταξίδι, όταν ήταν έξι ετών, και θεωρεί πως εκεί πρέπει να κλείσει τον κύκλο του. Αλλά είναι πολύ «τραβηγμένο» το σενάριο ότι η Σεντράλ προσπάθησε να τον τρομάξει, για να μην τον βρει μπροστά της ως αντίπαλο.
Ισως, το κίνητρο των δραστών να κρύβεται στη δεύτερη πρόταση του μηνύματος: «Ο Χαβκίν είναι κι αυτός έμπορος ναρκωτικών, και δεν θα σε προστατεύσει». Αλλά είναι, πράγματι; Αμέσως μετά την επίθεση ο Πάμπλο Χαβκίν, ο κεντροαριστερός δήμαρχος του Ροζάριο, στάθηκε έξω από το σούπερ-μάρκετ και, μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, ζήτησε από τον Πρόεδρο της Αργεντινής, Αλμπέρτο Φερνάντες, να αυξήσει τα κρατικά κονδύλια που διατίθενται στον πόλεμο εναντίον των συμμοριών που διακινούν κοκαΐνη.
Το πιθανότερο είναι, γράφει το The Athletic, πίσω από την επίθεση -και το απειλητικό μήνυμα για τον Μέσι- να κρύβονται διακινητές ναρκωτικών, οι οποίοι είχαν διπλό στόχο: να τραβήξουν την προσοχή και να κάνουν επίδειξη δύναμης. Μόλις τον περασμένο μήνα είχαν απαγάγει τον Λορέντσο Αλταμιράνο, έναν 28χρονο καθηγητή μουσικής, καθώς περπατούσε στο δρόμο. Λίγα λεπτά αργότερα ο άτυχος νέος, ο οποίος δεν είχε παρελθόν χρήσης ναρκωτικών ή βίας, βρέθηκε νεκρός στην είσοδο του γηπέδου της Νιούελς με ένα γράμμα δίπλα στο πτώμα του. Τι έγραφε; Αγνωστο. Πάντως, ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας της Αργεντινής, Ανιμπαλ Φερνάντες, είχε κάνει μια σοκαριστική δήλωση: «Οι έμποροι ναρκωτικών νίκησαν». Στοχοποιώντας τον Μέσι, ένα από τα πέντε πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα παγκοσμίως, είναι σαν να λένε ότι «στο Ροζάριο, κανείς δεν είναι πάνω από εμάς».
Μπορεί η επίθεση να έχει και πολιτικές προεκτάσεις. Τον περασμένο Δεκέμβριο, επιστρέφοντας στο Μπουένος Αϊρες από το Κατάρ με το τρόπαιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου στα χέρια, ο Μέσι αποφάσισε -και οι συμπαίκτες του συμφώνησαν- να μην πραγματοποιηθεί η εθιμοτυπική επίσκεψη της εθνικής ομάδας της Αργεντινής στο Προεδρικό Μέγαρο, και ο Πρόεδρος Φερνάντες δεν είχε την ευκαιρία να φωτογραφηθεί με την Κούπα. Αλλά δυο μήνες μετά, στην απονομή των βραβείων «The Best» της FIFA, κυκλοφόρησε φωτογραφία του «Λίο» με τον κεντροδεξιό πρώην Πρόεδρο της χώρας, Μαουρίσιο Μάκρι.
Είναι ο μόνος αργεντινός πολιτικός που έχει αυτό το προνόμιο. Ισως, επειδή είναι άνθρωπος του αθλητισμού – υπήρξε πρόεδρος της Μπόκα Τζούνιορς επί 12 χρόνια. Αλλωστε, ο Μέσι δεν (φαίνεται να) ασχολείται με την πολιτική. Παρόλα αυτά, η επιρροή του στον κόσμο είναι τόσο μεγάλη, που κάθε του κίνηση ερμηνεύεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Προσφάτως, ακολούθησε τον Μάκρι στον λογαριασμό του στο Instagram, κάτι που ισοδυναμεί με… την ευλογία του Πάπα, τονίζει το Athletic.
Ο Μέσι έφυγε από την Αργεντινή για την Ευρώπη το 2000, στα 13, όμως ποτέ δεν έβγαλε το Ροζάριο από την καρδιά του. Η προφορά του δεν είναι ισπανική, ούτε αργεντίνικη. Μιλάει όπως όλοι οι άνθρωποι στον τόπο που γεννήθηκε. Κάθε χρόνο επισκέπτεται τη Λα Μπαχάδα, την εργατική συνοικία στην οποία μεγάλωσε, και κυκλοφορεί χωρίς σωματοφύλακες. Δεν έκανε το παραμικρό σχόλιο για την επίθεση και το απειλητικό μήνυμα, όμως είναι σίγουρο ότι τρόμαξε. Εχει και τρία παιδιά…
Τη ρομαντική του σκέψη, η καριέρα του να τελειώσει εκεί που άρχισε, μάλλον τη… σκότωσαν αυτές οι 14 σφαίρες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News