Στη δεκαετία του 1980 ήταν το μοντέλο του κράτους Δικαίου στην Ευρώπη, με επίκεντρο τη δίκαιη ανάπτυξη και την υψηλού επιπέδου κοινωνική ασφάλιση. Κατάφερε να ξεπεράσει αλώβητη την οικονομική κρίση του 2008, με ρυθμούς ανάπτυξης διπλάσιους από εκείνους της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ολα αυτά κάνουν ακόμα πιο εντυπωσιακή τη διαπίστωση ότι το 2023 η Σουηδία αγγίζει τον οικονομικό πάτο της Ε.Ε.
Σε γενικές γραμμές, ένας σημαντικός παράγοντας πίσω από τα βάσανα της σουηδικής οικονομίας είναι η μεγάλη πτώση των κατασκευών, που προκλήθηκε από την αύξηση των επιτοκίων. Αλλά ο κυριότερος λόγος είναι η πτώση της κατανάλωσης. Τον περασμένο Νοέμβριο, ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας «Aftonbladet» προκάλεσε σοκ στη σουηδική κοινή γνώμη.
Σύμφωνα με το άρθρο, στο προάστιο Σοντερτάλιε, στη νότια Στοκχόλμη, παρατηρήθηκε ευρέως ότι τα παιδιά έτρωγαν «πολύ περισσότερο» στο σχολείο τις Δευτέρες από ό,τι στο παρελθόν. Ενας προμηθευτής τροφίμων μίλησε για επερχόμενη επισιτιστική κρίση που θυμίζει χιονοστιβάδα. Τέσσερις μήνες αργότερα, οι τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν ότι η Σουηδία θα έχει τη χειρότερη επίδοση από όλες τις οικονομίες της Ε.Ε. το 2023 – πρόβλεψη που είναι σύμφωνη με τις εκτιμήσεις της σουηδικής κυβέρνησης.
Μια προβληματική οικονομία δεν είναι κάτι που φαντάζονται για τη σκανδιναβική χώρα άνθρωποι είτε εντός είτε εκτός Σουηδίας, σημειώνει ο καθηγητής στο Ινστιτούτο Οικιστικής και Αστικής Ερευνας του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, Μπρετ Κρίστοφερς, στον Guardian. Μεταξύ 2008 και 2021 η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ της Σουηδίας (1,7%) ήταν διπλάσια από εκείνη της ΕΕ συνολικά (0,85%).
Πράγματι, για πολλούς η Σουηδία είναι εδώ και καιρό ό,τι κοντινότερο σε πρότυπο επιτυχημένης μακροοικονομικής διαχείρισης και απόδοσης. Το ερώτημα είναι τι πήγε στραβά. Παρών σε όλη την Ευρώπη, ο πληθωρισμός στις τιμές των καθημερινών αγαθών αποδεικνύεται ιδιαίτερα ισχυρός και επίμονος στη Σουηδία, όπου έχει επιδεινωθεί από την αδυναμία της σουηδικής κορόνας και την έλλειψη ανταγωνισμού σε βασικούς τομείς, όπως το λιανικό εμπόριο.
Το πιο πιεστικό πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση έχει κάνει ελάχιστα πράγματα για να προστατεύσει τα νοικοκυριά από τις υψηλές τιμές της ενέργειας. Σε σχέση με το ΑΕΠ, μόνο δύο από τις 28 άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν δεσμεύσει λιγότερα κονδύλια για τον σκοπό αυτόν από όσα η Σουηδία. Αλλά το σημαντικότερο ζήτημα, με διαφορά, είναι ο τομέας της στέγασης.
Οι τιμές των ακινήτων έχουν πέσει περισσότερο και ταχύτερα από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη, κλωνίζοντας αναπόφευκτα την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, σε μια χώρα όπου περίπου το 70% των κατοίκων είναι ιδιοκτήτες. Αυτά τα νοικοκυριά έχουν επίσης δει τα τακτικά έξοδα που σχετίζονται με τη στέγαση να αυξάνονται ταχύτερα και περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, πράγμα που σημαίνει ότι οι δαπάνες για άλλες ανάγκες τους έχουν μειωθεί δραματικά.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η οικιστική κρίση; Η Κεντρική Τράπεζα της Σουηδίας έχει αυξήσει τα επιτόκια, αν και με λιγότερο επιθετικό τρόπο από ό,τι η Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα (Fed) ή η Τράπεζα της Αγγλίας. Αυτό έχει επηρεάσει καθοριστικά την αγορά κατοικίας. Οπως παρατηρούν σχολιαστές, τόσο η ποσότητα όσο και το είδος του σουηδικού ενυπόθηκου δανείου έπαιξαν καθοριστικό ρόλο σε αυτό.
Σε σύγκριση με άλλες χώρες, το ύψος αυτού του χρέους σε σχέση με τα διαθέσιμα έσοδα των νοικοκυριών είναι υψηλό. Το ίδιο ισχύει και για το ποσοστό του χρέους που είναι πληρωτέο κυρίως με κυμαινόμενα, παρά με σταθερά επιτόκια. Πρόκειται για έναν καταστροφικό συνδυασμό. Καθώς οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια, μεγάλος αριθμός ενυπόθηκων νοικοκυριών νιώθουν τον αντίκτυπο αμέσως – ήδη από τις αρχές του 2023, περίπου το ήμισυ της συνολικής αύξησης των επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας έχει κυλίσει στα νοικοκυριά με υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δυσχερής για τους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων, οι οποίοι σε γενικές γραμμές κατέχουν την ιδιοκτησία τους έμμεσα, μέσω συνεταιρισμών που συχνά έχουν δικά τους δάνεια για εξυπηρέτηση – το αυξημένο κόστος των οποίων μετακυλίεται στους ιδιοκτήτες. Πού βρίσκεται λοιπόν η ευθύνη για όλη αυτή την κατάσταση; Αυτό που δεν μπορούμε να πούμε είναι ότι οι ιδιοκτήτες σπιτιών αιφνιδιάστηκαν.
Ο Στέφαν Ινγκβες, διοικητής της σουηδικής Κεντρικής Τράπεζας από το 2006 έως το 2022, εξέπεμψε επανειλημμένες προειδοποιήσεις σχετικά με τη συσσώρευση στεγαστικού χρέους σε όποιον ήταν πρόθυμος να ακούσει. Παρομοίασε, μάλιστα, κάποια στιγμή τη δουλειά της τράπεζάς του ως καθοριστή επιτοκίων, με το «να κάθεσαι στην κορυφή ενός ηφαιστείου».
Κάποιοι θα ήθελαν να πιστέψουμε ότι το πρόβλημα έγκειται στα φιλάργυρα, ανώριμα νοικοκυριά, που κυνηγούν κερδοσκοπικές κεφαλαιακές υπεραξίες σε μια αγορά κατοικίας που λίγοι θυμούνται να έχει καταρρεύσει ποτέ. Μια τέτοια άποψη φαίνεται ότι βρήκε υποστήριξη στο βιβλίο μπεστ-σέλερ του δημοσιογράφου Αντρέας Σερβένκα «Απληστη Σουηδία», που εκδόθηκε –άψογο το timing– το 2022.
Ισως αυτό αποτελεί ένα μέρος της αλήθειας. Αλλά αν οι αγοραστές κατοικιών της Σουηδίας ήταν άπληστοι, αυτό συνέβη εν μέρει, όπως παραδέχεται και ο Σερβένκα, επειδή έχουν πολιτικά ενθαρρυνθεί να το κάνουν. Αυτό που αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα η Σουηδία είναι η τεράστια, μακροπρόθεσμη αποτυχία της πολιτικής ηγεσίας της να διευθετήσει την αγορά κατοικίας.
Από τη μια πλευρά, η Σουηδία συνέχισε να επιδοτεί σημαντικά την ιδιοκτησία, ρίχνοντας περιττό καύσιμο στη φωτιά της οικιστικής φούσκας. Το πιο αξιοσημείωτο εδώ είναι η φορολογική ελάφρυνση στους τόκους στεγαστικών δανείων. Δεκαετίες αφότου τέτοιων ειδών ελαφρύνσεις απορρίφθηκαν παντού –ακόμη και το Ηνωμένο Βασίλειο, που ήταν πάντα φιλικό προς τους ιδιοκτήτες, το ξεφορτώθηκε το 2000, με τον πρώην πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν δικαίως να το περιγράφει ως προνόμιο της μεσαίας τάξης–, αυτές παραμένουν παράλογα ενεργές στη Σουηδία.
Από την άλλη, η Σουηδία έχει ένα θεμελιωδώς κατεστραμμένο σύστημα ενοικίασης ακινήτων, το οποίο για διάφορους λόγους αποτυγχάνει συνολικά να καταστήσει οικονομικώς προσιτά καταλύματα ευρέως και άμεσα διαθέσιμα στις μεγαλύτερες πόλεις – ειδικά για όσους έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες και τους λιγότερους πόρους.
Το αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης βιώσιμων ενοικιαζόμενων καταλυμάτων είναι η περαιτέρω διόγκωση της ζήτησης για ιδιοκατοίκηση, γεγονός που ασκεί πρόσθετη ανοδική πίεση στις τιμές των ακινήτων και στο χρέος των νοικοκυριών. Ετσι, εκτός από την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας και τις προκλήσεις της ένταξης στο NATO, η Σουηδία έχει αποκτήσει έναν ακόμα μόνιμο πονοκέφαλο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News