Το κλίμα στο Ισραήλ και στα παλαιστινιακά εδάφη είναι απόλυτα εκρηκτικό και η κατάσταση κινδυνεύει να βρεθεί εκτός ελέγχου. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δείχνει να μην μπορεί να ελέγξει «το τέρας που δημιούργησε», γράφει ο Τζανλούκα Μερκούρι της Corriere della Sera, αναφερόμενος στην ακροδεξιά και ρατσιστική κυβέρνησή του, «γιατί εάν αποπειρόταν να το ελέγξει, το τέρας θα τον εξόντωνε».
Ο ιταλός δημοσιογράφος εξηγεί πως η εσωτερική αντιπαράθεση που πυροδοτεί η απόπειρα αποδυνάμωσης του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ από την κυβέρνηση Νετανιάχου (ο οποίος επίσης κινδυνεύει από τη Δικαιοσύνη) διχάζει τη χώρα, την ώρα που οι Παλαιστίνιοι δείχνουν να είναι στα πρόθυρα μιας νέας Ιντιφάντα, με πρωταγωνιστές νέους ριζοσπαστικοποιημένους ανθρώπους που δεν αναγνωρίζουν ως εκπρόσωπό τους ούτε την απαξιωμένη Εθνική Παλαιστινιακή Αρχή ούτε εξτρεμιστικές ισλαμιστικές οργανώσεις.
Πώς, όμως, η κατάσταση έφτασε σε αυτό το σημείο; Επιδιώκοντας να απαντήσει στο εν λόγω ερώτημα, ο Τζανλούκα Μερκούρι επικαλείται τα δημοσιεύματα και τα άρθρα της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας Haaretz, παρουσιάζοντας επιγραμματικά πώς έχουν τα πράγματα.
Οι βιαιοπραγίες στη Χαουάρα: σημειώθηκαν τη νύχτα μεταξύ Σαββάτου και Κυριακής, με εκατοντάδες εβραίους εποίκους να εφορμούν στο χωριό Χαουάρα, κοντά στη Ναμπλούς, στη βόρεια Δυτική Οχθη, και με τελικό απολογισμό έναν νεκρό Παλαιστίνιο ηλικίας 37 ετών, εκατοντάδες τραυματίες, τουλάχιστον 50 πυρπολημένα αυτοκίνητα και 40 κατεστραμμένα σπίτια και καταστήματα Παλαιστινίων.
Είχε προηγηθεί η δολοφονία δύο ισραηλινών αδελφών ηλικίας 19 και 21 ετών σε παρακείμενο οικισμό κοντά στη Ναμπλούς από ένοπλο Παλαιστίνιο, ο οποίος επιδίωξε έτσι να εκδικηθεί τον θάνατο επτά παλαιστινίων μαχητών και τριών αμάχων (δύο ηλικιωμένων και ενός παιδιού) στο πλαίσιο προηγούμενης ισραηλινής επιδρομής.
Το πογκρόμ: Πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο ο Γιεχούντα Φοξ, ο αρχηγός των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων. «Είναι ένα πογκρόμ που πραγματοποιήθηκε από εγκληματίες. Ημασταν προετοιμασμένοι για τέτοιου είδους εκδηλώσεις, αλλά όχι για ένα πογκρόμ αυτού του μεγέθους, με πολλές δεκάδες κόσμο», είπε ο ισραηλινός στρατηγός αναφερθείς στα γεγονότα στην Χαουάρα.
Ο δημοσιογράφος της Corriere σημειώνει πως ιστορικά ο όρος πογκρόμ δηλώνει τις βίαιες επιθέσεις των ντόπιων μη-εβραϊκών πληθυσμών κατά των εβραίων στη Ρωσική Αυτοκρατορία και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, ενώ με την άνοδο των Ναζί στην εξουσία στη Γερμανία, το 1933, η έννοια άρχισε να λαμβάνει εφιαλτικές διαστάσεις.
«Μόνο που οι εβραίοι συνηθίζουν να τη χρησιμοποιούν για τα δεινά που έχουν υποστεί και όχι για εκείνα για τα οποία φέρουν την ευθύνη», συμπληρώνει ο Τζανλούκα Μερκούρι, εξηγώντας γιατί το γεγονός ότι ο αρχηγός του ισραηλινού στρατού μίλησε για πογκρόμ κατά των Παλαιστινίων είναι εξαιρετικά σημαντικό.
Ομως, για πογκρόμ μίλησε, ή μάλλον έγραψε, και ο κορυφαίος ισραηλινός διηγηματογράφος Εντγκαρ Κέρετ αναφερθείς στα ίδια τραγικά γεγονότα. «Οταν ήμουν παιδί, ο πατέρας μου, που είχε μεγαλώσει σε μικρό εβραϊκό χωριό της Ανατολικής Ευρώπης, μου εξήγησε γιατί τα πογκρόμ ήταν τόσο τραυματικά και καταστροφικά. “Αν η πόλη σου λεηλατηθεί από στρατιώτες ή αν οι συγχωριανοί σου σκοτωθούν από έναν δολοφόνο ή έναν τρομοκράτη”, μου έλεγε, “μπορείς ακόμα να πας στην κοντινή πόλη για να κάνεις τα ψώνια σου και όταν ο καταστηματάρχης σου χαμογελάσει, του ανταποδίδεις το χαμόγελο. Αλλά όταν ξέρεις ότι εκείνοι που επιτέθηκαν στους γείτονές σου και πυρπόλησαν το σπίτι σου προέρχονται από εκείνη την άλλη πόλη και ότι ο καταστηματάρχης ίσως να ήταν ένας από αυτούς, δεν μπορείς πλέον να χαμογελάς”. Σύμφωνα με τον πατέρα μου, το μίσος που τροφοδοτεί κάθε πογκρόμ δεν σβήνει μαζί με τη χόβολη στα ερείπια που καπνίζουν. Αντίθετα, δυναμώνει», ανέφερε σε άρθρο του στην Corriere della Sera.
Το χωριό που πρέπει να αφανιστεί: «Το χωριό Χαουάρα πρέπει να εξαφανιστεί. Νομίζω ότι αυτό πρέπει να το κάνει το κράτος του Ισραήλ, σας παρακαλώ, όχι ιδιώτες». Αυτό δήλωσε ο Μπεζαλέλ Σμότριτς, υπουργός Οικονομικών του Ισραήλ και ένας από τους δύο εκπροσώπους της ρατσιστικής Ακροδεξιάς (ο άλλος είναι ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, υπουργός Εθνικής Ασφάλειας). Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Νετανιάχου έχει διχάσει τους Ισραηλινούς, ενώ ανησυχεί ιδιαίτερα και πολλές κυβερνήσεις, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, δηλαδή του στρατηγικού συμμάχου του Ισραήλ, με τον εκπρόσωπο του αμερικανικού ΥΠΕΞ να χαρακτηρίζει τη δήλωση του Σμότριτς ως ανεύθυνη και απεχθή.
Η αγανάκτηση των εβραίων της Αμερικής: Οι κύριες εβραϊκές οργανώσεις των ΗΠΑ συμφωνούν με την κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο Γουίλιαμ Ντάροφ, διευθύνων σύμβουλος της Conference of Presidents of Major Jewish American Organizations, χαρακτήρισε επίσης ως ανεύθυνη και απεχθή τη δήλωση του σκληροπυρηνικού ακροδεξιού ισραηλινού υπουργού Οικονομικών. Η ΜΚΟ Jewish Federations of North America έσπευσε να επισημάνει πως «εξυπακούεται ότι αυτά τα σχόλια δεν αντιπροσωπεύουν τις αξίες μας», ενώ η Anti-Defamation League, που βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά του αντισημιτισμού, θεωρεί «ασυγχώρητο το γεγονός ότι ο Σμότριτς υποκινεί τη μαζική βία κατά των Παλαιστινίων ως μια μορφή συλλογικής τιμωρίας. Αντί να καταδικάσει τις ταραχές στην Χαουάρα και να αναλάβει δράση για την εκτόνωση της έντασης, επιδίδεται για άλλη μια φορά σε βίαιη, αντιαραβική ρητορική. Τα σχόλια του Σμότριτς και των συναδέλφων του είναι αντίθετα με τις εβραϊκές και ισραηλινές αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης ζωής και του κράτους Δικαίου».
Η American Jewish Committee σημείωσε από την πλευρά της ότι «καταδικάζει αυτή την αξιοκατάκριτη υπουργική έκκληση για βία και συλλογική τιμωρία. Αντιπροσωπεύει το αντίθετο των αξιών και των παραδόσεων του Κράτους του Ισραήλ».
Η απερίσκεπτη απόπειρα εξισορρόπησης του Νετανιάχου: Ο δημοσιογράφος της Corriere αναφέρει πως την Τετάρτη ο ισραηλινός πρωθυπουργός εξίσωσε την επίθεση των εποίκων στη Χαουάρα με τις διαδηλώσεις εναντίον του τις τελευταίες ημέρες, κατηγορώντας «ξένα στοιχεία» ότι υποδαυλίζουν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και τον ηγέτη της αντιπολίτευσης, τον πρώην πρωθυπουργό Γιαΐρ Λαπίντ, ότι ενθαρρύνει τις ταραχές και την «αναρχία».
«Στο βήμα του πρωθυπουργικού γραφείου στην Ιερουσαλήμ, την Τετάρτη ανέβηκε ένας επικίνδυνος τύραννος, ένας ψυχωτικός αγκιτάτορας και ένας αδιόρθωτος ψεύτης», έγραψε σχετικά ο Γιόσι Βέρτερ, ένας από τους πιο γνωστούς σχολιαστές της Haaretz, κατηγορώντας τον ισραηλινό πρωθυπουργό ότι προετοιμάζει πραξικόπημα, γιατί αυτό είναι, στα μάτια της αντιπολίτευσης, η προσπάθεια να τεθεί υπό πολιτικό έλεγχο το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ.
«Την Κυριακή, το τρένο του πραξικοπήματος θα συνεχίσει να τρέχει. Ο λεγόμενος νόμος Dery 2, ο οποίος αντικαθιστά την Επιτροπή Διορισμού Δικαστών, και ο νόμος που καθιστά σχεδόν αδύνατο το να χαρακτηριστεί ο Νετανιάχου ακατάλληλος για το αξίωμα του πρωθυπουργού, θα προωθηθούν στο Κοινοβούλιο. Την ίδια ώρα, οι διαμαρτυρίες θα ενταθούν. Η οικονομία θα υποφέρει. Ομως, ο “Μπίμπι” και η Σάρα (η σύζυγός του ισραηλινού πρωθυπουργού) ανυπομονούν να περάσουν το Σαββατοκύριακο στη Ρώμη. Η ακροδεξιά ιταλίδα πρωθυπουργός είναι η μοναδική που αποδέχτηκε να τους φιλοξενήσει», σημείωσε ο ισραηλινός δημοσιογράφος αναφερθείς στην προγραμματισμένη επίσκεψη του Μπενιαμίν Νετανιάχου στη Ρώμη.
Θα μπορούσε, λοιπόν, να γίνει λόγος για μια άνευ προηγουμένου θεσμική κρίση; Πάντως, αυτό προβλέπει ο Ανσελ Πφέφερ, ένας άλλος γνωστός σχολιαστής της Haaretz, εξηγώντας πως ο Νετανιάχου έχει φέρει τον εαυτό του σε αδιέξοδο, καθώς θα χρειαστεί είτε να προκηρύξει εκλογές, το οποίο είναι πολύ επίφοβο, είτε να συγκρουστεί με τους μηχανισμούς ασφαλείας: «Ο Νετανιάχου συνειδητοποιεί ότι το σχέδιο αποδυνάμωσης του Ανώτατου Δικαστηρίου τον έχει παγιδεύσει. Δεν κατάφερε να χαρακτηρίσει τους διαδηλωτές, κυρίως Ισραηλινούς της μεσαίας τάξης, ως “αναρχικούς”. Και υπάρχει μια σταθερή πλειοψηφία κατά της “νομικής μεταρρύθμισης”, τουλάχιστον στην τρέχουσα μορφή της. Εχασε τη μάχη για την κοινή γνώμη και έχασε στην πορεία την εμπιστοσύνη της επιχειρηματικής κοινότητας».
Εάν η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης περάσει από το Κοινοβούλιο, προσθέτει ο Πφέφερ, «καθίσταται όλο και πιο πιθανό το Ανώτατο Δικαστήριο να την κηρύξει αντισυνταγματική. Επιπλέον, ο πρωθυπουργός θα κηρυχθεί από τον γενικό εισαγγελέα “ακατάλληλος” να παραμείνει στη θέση του, λόγω της προφανούς σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ της δίωξής του για διαφθορά και της “νομικής μεταρρύθμισης” του. Μόλις το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίψει τη μεταρρύθμιση ή συμφωνήσει ότι είναι ακατάλληλος για το αξίωμα, ο Νετανιάχου θα δεχθεί αφόρητη πίεση για να αγνοήσει την απόφαση του δικαστηρίου στο όνομα της “λαϊκής βούλησης”. Εάν αποδεχτεί την απόφαση του δικαστηρίου, ο συνασπισμός του θα μπορούσε να τον εγκαταλείψει. Εάν αρνηθεί να συμμορφωθεί με την απόφαση, καίριοι κρατικοί μηχανισμοί, ο στρατός και οι υπηρεσίες ασφαλείας θα αρνηθούν να συμμορφωθούν με τις εντολές του». Εν ολίγοις, «η στιγμή που ο Νετανιάχου θα αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ του συνασπισμού του και των θεσμών του κράτους πλησιάζει γρήγορα».
Την ίδια ώρα, ο έτερος σκληροπυρηνικός ακροδεξιός υπουργός Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Νετανιάχου, ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, χρησιμοποιεί την αστυνομία για να καταστείλει τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, ενώ οι έποικοι βράζουν, όπως βράζουν και οι Παλαιστίνιοι. Και μια έκρηξη στα Παλαιστινιακά Εδάφη θα προσέφερε μια εξαιρετική ευκαιρία στον ισραηλινό πρωθυπουργό να αποσπάσει την προσοχή των πολιτών, να καταστείλει γρήγορα την εξέγερση στο εσωτερικό και να πατάξει στη συνέχεια με σιδηρά πυγμή μια ενδεχόμενη νέα Ιντιφάντα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News