Δύο βρετανικές εφημερίδες πλέκουν αυτές τις ημέρες το εγκώμιο του Τζο Μπάιντεν. Στους Financial Times, ο Γκίντεον Ράχμαν θεωρεί ότι αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα υποτιμημένου πρώην αντιπροέδρου που τα πήγε εξαιρετικά ως πρόεδρος – και τον παρομοιάζει με τον Τρούμαν και τον Τζόνσον.
Σύμφωνα με τον Κρις Στάιν του Guardian, εξάλλου, ο Μπάιντεν πέρασε από τη Βουλή νομοθετικές πρωτοβουλίες που άλλοι πρόεδροι προσπαθούσαν επί χρόνια να πετύχουν. Και παρότι είδε τα ποσοστά της δημοτικότητάς του να υποχωρούν, οδήγησε τελικά τους Δημοκρατικούς σε «ιστορικές αναλογικά επιδόσεις» στις ενδιάμεσες εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, λίγο πριν ο ίδιος κλείσει τα 80 του χρόνια.
Ομως η νέα χρονιά επαναφέρει στο προσκήνιο το γνωστό ερώτημα, που θα πρέπει να απαντηθεί από τον ίδιο τον Μπάιντεν τους επόμενους μήνες. Θα διεκδικήσει στις προεδρικές εκλογές του 2024 μια δεύτερη θητεία, στο τέλος της οποίας θα είναι 86 ετών; Σύμφωνα με τον Guardian «υπάρχουν εκτιμήσεις ότι ο ίδιος θα μπορούσε να κρίνει ότι μια θητεία είναι αρκετή». Για την ώρα, πάντως, ο Μπάιντεν δεν έχει μιλήσει ξεκάθαρα για την επιλογή του.
Εφόσον είναι υποψήφιος, το ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα μπορεί να νικήσει για δεύτερη φορά τον Τραμπ (που τον Ιούνιο γίνεται 77 ετών) ή, για πρώτη φορά, έναν πολύ νεότερο υποψήφιο από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, όπως ο ανερχόμενος κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις, που είναι μόλις 44 ετών. Αν ο Μπάιντεν αποφασίσει πως, όχι, δεν θα διεκδικήσει μια δεύτερη θητεία, τότε το ενδιαφέρον θα στραφεί στα πρόσωπα από το στρατόπεδο των Δημοκρατικών που θα διεκδικήσουν αυτόν τον ρόλο.
Υποψήφιοι θα μπορούσαν να είναι η νυν αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, αλλά και ο υπουργός Μεταφορών, Πιτ Μπούτιτζιτζ. Ο πρώτος δηλωμένος ομοφυλόφιλος υπουργός στην ιστορία των ΗΠΑ είχε διεκδικήσει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 2020 και τελικά αποσύρθηκε στηρίζοντας τον Μπάιντεν.
Αυτή τη στιγμή, η εικόνα που προβάλλεται προς τα έξω είναι ότι ο Μπάιντεν σχεδιάζει τη διεκδίκηση μιας δεύτερης θητείας. Αλλωστε, το κλίμα για τον ίδιο είναι θετικό. Οι FT υποστηρίζουν ότι συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να καταγραφεί ως ένας πολύ σημαντικός, γιατί όχι και «σπουδαίος» πρόεδρος. Ενώ το The Atlantic ανέφερε χαρακτηριστικά πως, σε ό,τι αφορά το νομοθετικό του έργο κατά τα πρώτα δύο χρόνια του στον Λευκό Οίκο, είναι «από τα πιο παραγωγικά σε σύγκριση με οποιονδήποτε πρόεδρο τον τελευταίο μισό αιώνα».
Τα χρόνια που πέρασε ο Μπάιντεν μέσα στη Γερουσία του προσέφεραν τη γνώση, το know how για να περνάει νομοθετικές πρωτοβουλίες από το Κογκρέσο. Η κυβέρνησή του έχει ψηφίσει, μεταξύ άλλων, έναν νόμο για την ανάπτυξη νέων υποδομών ύψους 1 τρισ. δολαρίων, το μεγαλύτερο πακέτο παρεμβάσεων κατά της κλιματικής αλλαγής στην ιστορία των ΗΠΑ, σημαντικές μεταρρυθμίσεις στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και ένα ευρύτατο σχέδιο για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής ημιαγωγών. Παράλληλα, εντός του 2022 εγκρίθηκε η βοήθεια δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία.
Στο διεθνές πεδίο, ο Μπάιντεν ξεκίνησε τη θητεία του με τις αρνητικές εικόνες και τα σχόλια που προκάλεσε η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν. Ωστόσο, η αποτελεσματική και έγκαιρη στήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία το 2022 αποκατέστησε σε σημαντικό βαθμό την εικόνα μιας χώρας που έχει τη δύναμη και την ικανότητα να παρεμβαίνει στη διεθνή σκηνή.
«Η ηρωική αντίσταση της κυβέρνησης Ζελένσκι δεν θα ήταν τόσο επιτυχημένη χωρίς τη βοήθεια των αμερικανικών όπλων και πληροφοριών. Μετά τη ζημιά που προκάλεσαν τα χρόνια του Τραμπ, η ιδέα ότι οι ΗΠΑ είναι ο “ηγέτης του ελεύθερου κόσμου” είναι και πάλι αξιόπιστη», σχολίασε ο Ράχμαν. Για τον ίδιο, πάντως, το σημαντικότερο επίτευγμα του Μπάιντεν ήταν… η νίκη του επί του Ντόναλντ Τραμπ.
«Κανένας λόγος να τον αμφισβητήσουμε»
Οι FT εκτιμούν ότι «μια δεύτερη θητεία μπορεί να μοιάζει αυτή τη στιγμή υπερβολική. Αλλά σε όλη την πολιτική καριέρα του ο Μπάιντεν έδειξε την ικανότητά του να εκπλήσσει και να διαψεύδει τους επικριτές του. Επομένως, καλό είναι να μην ποντάρει κανείς εναντίον του, γιατί μπορεί να το ξανακάνει».
Σε ανάλογο κλίμα, ο πολιτικός αναλυτής Σάιμον Ρόζενμπεργκ, ιδρυτής του New Democrat Network, ενός think tank που στηρίζει τους Δημοκρατικούς, περιέγραψε στον Guardian το κλίμα που επικρατεί στις τάξεις του κόμματος για τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ: «Το κόμμα αισθάνεται ότι τα πράγματα πάνε καλά αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει κανένας λόγος να τον αμφισβητήσουμε. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η υποψηφιότητα είναι δική του, εάν ο ίδιος το επιθυμεί. Αν δεν είναι υποψήφιος, οι προκριματικές εκλογές των Δημοκρατικών θα είναι πολύ ανταγωνιστικές και θεωρώ ότι παραμένει πιο πιθανό να επικρατήσουμε έναντι των Ρεπουμπλικανών το 2024, ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι υποψήφιος».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News