Πριν από την εμφάνιση του email, οι εργαζόμενοι γραφείων περνούσαν το πολύ το ένα τρίτο της ημέρας στο γραφείο τους. Το 2004, όμως, το εργασιακό τους ωράριο έφτασε να καταλαμβάνει τη μισή ημέρα. Και τώρα, δίνοντας σε ανθρώπους οθόνες παρακολούθησης να τις φορούν στον καρπό τους, η Γκλόρια Μαρκ ανακάλυψε ότι είναι σχεδόν 90%, γράφει ο Τζέιμς ΜακΚόνακι στη βρετανική εφημερίδα The Times.
Δεν χρησιμοποιούμε καλά αυτόν τον χρόνο. Το 2004 στρέφαμε την προσοχή μας σε άλλη οθόνη κάθε 150 δευτερόλεπτα. Το 2012 αυτό γινόταν κάθε 75 δευτερόλεπτα. Και πλέον, χάρη στο Twitter, το TikTok και άλλα social media, έφτασε τα 47 δευτερόλεπτα. Η Γκλόρια Μαρκ αποκαλεί αυτό το χρονικό διάστημα «τρελά σύντομο», και σίγουρα μπορεί να μας τρελάνει. Αυτή η απόσπαση προσοχής, λέει, συνδέεται με υψηλό άγχος και χαμηλή παραγωγικότητα.
Η Γκλόρια Μαρκ είναι καθηγήτρια «informatics» και μελέτης της συμπεριφοράς στο πανεπιστήμιο Irvine, στην Καλιφόρνια, και συγγραφέας του βιβλίου «Attention Span: Finding Focus for a Fulfilling Life», που κυκλοφορεί στις 5 Ιανουαρίου. Ανήκει στο «είδος» του ψυχολόγου που συνήθιζε να κάθεται πίσω από εργαζομένους στο γραφείο, κρατώντας ένα χρονόμετρο στο χέρι. Τώρα, όμως, χρησιμοποιεί πιο εξελιγμένη τεχνολογία για να παρακολουθεί τι κάνουμε όταν είμαστε στη δουλειά. Αλλά η έρευνά της επεκτείνεται και πέρα από το γραφείο, αφού από τη στιγμή που πιάνουμε το κινητό μας, όπως λέει, η προσοχή μας διασπάται θλιβερά.
Η αμερικανίδα ψυχολόγος συνδέει τη μανιακή κουλτούρα του γραφείου με ένα ευρύτερο παγκόσμιο φαινόμενο, αυτό της μετρήσιμης μείωσης της προσοχής. Δείτε το μήκος πλάνων σε ταινίες: από 12 δευτερόλεπτα το 1930 έφτασαν σήμερα σε λιγότερο από 4 δευτερόλεπτα. Εν τω μεταξύ, πανεπιστημιακοί φοιτητές ελέγχουν τα social media κατά μέσο όρο 118 φορές την ημέρα. Κάποιοι τα ελέγχουν με διπλάσια συχνότητα. Ωστόσο, αν κάποιος κοιταζόταν στον καθρέφτη τόσο συχνά, θα τον έστελναν σε ψυχίατρο.
Η Μαρκ γίνεται πιο ενδιαφέρουσα όταν αφήνει στην άκρη το χρονόμετρο και φοράει το καπέλο του ψυχολόγου. Κάποτε, σε μια εργασία της με τίτλο «Οι νευρωτικοί δεν μπορούν να συγκεντρωθούν» (Neurotics Can’t Focus), είχε αποδείξει ότι όσο πιο νευρωτικός είσαι, τόσο λιγότερο μπορείς να μείνεις μπροστά σε μια οθόνη. Οι εξωστρεφείς, λέει, το παλεύουν επίσης. Αν κάποιος περνούσε το 90% μιας ημέρας ακίνητος και ουσιαστικά μόνος, δεν θα απευθυνόταν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
Το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο είναι κάτι σαν hoover (ηλεκτρική σκούπα) προσοχής, με το κουμπί πατημένο στη μέγιστη ισχύ απορρόφησης. Η Μαρκ έχει μετρήσει μια μέση καθυστέρηση 25 λεπτών μεταξύ της στιγμής που στρέφεται κάποιος σε κάτι που του αποσπά την προσοχή και της στιγμής που επανέρχεται για να συνεχίσει την εργασία που διέκοψε.
Το φάσμα της ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής /Υπερκινητικότητας) δεσπόζει πάνω από όλα αυτά. Ωστόσο, η Μαρκ έχει λίγα να πει για τη ΔΕΠΥ, πέρα από το να σημειώσει ότι σχετίζεται ασθενώς με την εκτέλεση πολλαπλών εργασιών και τις προβληματικές συνήθειες του τηλεφώνου. Δεν «σκάβει» πιο βαθιά. Αλλά, αν ζούμε μέσα σε μια ψηφιακή κουλτούρα που είναι εχθρική προς την προσοχή, όπως επιμένει, σίγουρα αυτό σχετίζεται με την αύξηση των διαγνώσεων ΔΕΠΥ.
Λέει ότι η κουλτούρα των πολλαπλών εργασιών γραφείου δεν ταιριάζει σε άτομα που λειτουργούν καλύτερα σε ήσυχο περιβάλλον. Αυτό έκανε τον βρετανό δημοσιογράφο να σκεφτεί πως συχνά επικρίνονται τα σχολεία για την αποτυχία παιδιών με ΔΕΠΥ, καθώς απαιτούν από αυτά τη σιωπηλή προσοχή τους. Μήπως, όμως, θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν στον ανήσυχο και ταχύ διαδικτυακό χώρο εργασίας;
Η Μαρκ επιδιώκει να υπονομεύσει τους μη χρήσιμους μύθους σχετικά με την προσοχή στο γραφείο, ιδίως ότι το να είσαι παραγωγικός σημαίνει να είσαι συγκεντρωμένος. Αντίθετα, λέει, πρέπει να σεβαστούμε τους φυσικούς μας ρυθμούς προσοχής. Ολοι χρειάζονται «ενεργοποίηση» στο ξεκίνημα αρχή της ημέρας. Ο καθένας έχει, εξάλλου, τα πάνω του και τα κάτω του, ενώ η Τρίτη και η Πέμπτη είναι, προφανώς, αργές ημέρες…
Ολοι χρειάζονται ένα διάλειμμα, αλλά ποιο είδος διαλείμματος είναι καλύτερο; Η Μαρκ επιμένει, παραδόξως, ότι οι αλόγιστες δραστηριότητες σε μια οθόνη μπορεί να είναι θετικές για εμας. Πρέπει να αναπληρώνουμε τους διανοητικούς πόρους μας παίζοντας Candy Crush ή ελέγχοντας το Facebook: το πετυχαίνουμε, ενώ νιώθουμε και χαιρούμενοι. Χαρούμενοι; Ο όρος «ευχάριστα μουδιασμένοι» ίσως να είναι πιο ακριβής, γράφει στους Times ο Τζέιμς ΜακΚόνακι, προσθέτοντας ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι, μακροπρόθεσμα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται άσχημα για τον εαυτό τους.
Ακόμα και αν το Twitter προσφέρει ένα αναζωογονητικό διάλειμμα, δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο ότι πρόκειται για το σωστό είδος διαλείμματος. Η Μαρκ παραδέχεται πάντως ότι το να σηκωθεί κανείς και να περπατήσει είναι «καλύτερη επιλογή», ειδικά από τη στιγμή που συνήθως υποτιμούμε τη διάρκεια του «μικρού» διαλείμματός μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και υπερεκτιμούμε την αξία που αυτό μας προσφέρει. Τα περισσότερα από τα καλά που παίρνουμε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (διατηρούμε επαφές με φίλους, δημιουργούμε επαφές κ.λπ.), προειδοποιεί η αμερικανίδα ψυχολόγος, μπορούμε να τα έχουμε σε ένα χρονικό κλάσμα που αφιερώνουμε χρησιμοποιώντας τα. Αλλά συνεχίζουμε να κάνουμε κύλιση, κυνηγώντας όλο και πιο οριακές αποδόσεις.
Ακόμη και όταν η προσοχή μας αποσπάται στο Διαδίκτυο, λέει η Γκλόρια Μαρκ, η ένταση και το άγχος συσσωρεύονται· καταλήγουμε σε έναν φαύλο κύκλο, εξαντλημένοι και λιγότερο ικανοί να αντισταθούμε στη διάσπαση της προσοχής. Η αντίσταση μάς επιβαρύνει διανοητικά, πράγμα που σημαίνει ότι τελικά υποχωρούμε. Δεν χρειάζεται καν να είστε συνδεδεμένοι για να σας αποσπάσει την προσοχή το Διαδίκτυο. Η απλή σκέψη του μπορεί να είναι αρκετή για να κάνει το μυαλό να περιπλανηθεί.
Το να συνειδητοποιήσεις, βέβαια, ότι έχεις πρόβλημα είναι ένα πράγμα και το να σταματάς είναι άλλο. Ναι, μπορούμε να απενεργοποιήσουμε τις ειδοποιήσεις, αλλά δεν αρκεί. Αντί να παρατηρήσετε τον εαυτό σας, προτείνει η Μαρκ, οραματιστείτε τι θέλετε να πετύχετε μέσα στην ημέρα. Να είστε ρεαλιστές ως προς το τι θα σας δώσει πραγματικά ένα διάλειμμα. Να είστε τακτικοί· προγραμματίστε μια «βουτιά» στο Διαδίκτυο, για παράδειγμα, δέκα λεπτά πριν από μια προγραμματισμένη συνάντηση, ώστε να μη γίνει βαθιά «κατάδυση». Αφήστε το τηλέφωνό σας σε άλλο δωμάτιο και τις εφαρμογές σας μέσα σε έναν φάκελο, ώστε να δημιουργήσετε «αντιστάσεις». Γνωρίστε τα πάνω και τα κάτω σας και δουλέψτε μαζί τους.
Οι εταιρείες, εν τω μεταξύ, θα πρέπει να «κόψουν» τα email, ή τουλάχιστον να τα περιορίσουν σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας. Οι νόμοι για το «δικαίωμα αποσύνδεσης», λέει η Μαρκ, είναι επίσης απαραίτητοι ώστε να αποτραπεί η εξόντωση όσων εργάζονται από το σπίτι, περνώντας πολλές ώρες βιδωμένοι μπροστά σε μια οθόνη.
Το ρήμα «περιορίζω» τα λέει όλα. Ακούγεται σαν συμβουλή για δίαιτα, ξέρουμε όμως ότι ο περιορισμός των θερμίδων δεν λειτουργεί μακροπρόθεσμα, και το να συνηθίσεις τον εαυτό σου σε πιο υγιεινή διατροφή είναι σίγουρα αδύνατο όταν ζεις στο μεγαλύτερο ζαχαροπλαστείο του κόσμου: το Διαδίκτυο. Παρά την επικρατούσα ψηφιακή κουλτούρα, ωστόσο, η Γκλόρια Μαρκ επιμένει: «Εξακολουθήστε να προσέχετε». Είναι δυνατόν; Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάζει, είναι μάλλον κάτι το επισφαλές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News