Ο Axel Springer, ένας από τους κορυφαίους μιντιακούς/εκδοτικούς ομίλους στην Ευρώπη, κατέληξε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό στην Καλιφόρνια με μια πρώην υπάλληλό του, η οποία υπέβαλε μήνυση για σεξουαλική παρενόχληση από τον 42χρονο Γιούλιαν Ράιχελτ, πρώην διευθυντή της Bild, της εφημερίδας με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία στη Γερμανία.
Η υπόθεση αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, τη διαφορά όσον αφορά την αντιμετώπιση υποθέσεων σεξουαλικής παρενόχλησης μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών, όπου ο γερμανικός εκδοτικός κολοσσός έχει επεκταθεί τα τελευταία χρόνια, εξαγοράζοντας πρώτα τον ιστότοπο Business Insider (πλέον σκέτο Insider), μετά το newsletter Morning Brew και στη συνέχεια το Politico (καταβάλλοντας περισσότερα από ένα δισ. δολάρια).
Ο Γιούλιαν Ράιχελτ, ένας από τους πιο ισχυρούς δημοσιογράφους (ξεκίνησε ως πολεμικός ανταποκριτής) της Γερμανίας, ανέλαβε τη διεύθυνση της Bild το 2017. Ανήκε στον στενό κύκλο του Ματίας Ντέπφνερ, διευθύνοντα συμβούλου (και μεγαλομετόχου) του Axel Springer, και ήταν γνωστός για το επιθετικό του στιλ και τις εκστρατείες ταμπλόιντ δημοσιογραφίας της εφημερίδας του. Ωστόσο, πέρυσι την άνοιξη βρέθηκε στον πυρήνα μιας εσωτερικής έρευνας, κατηγορούμενος για χρήση ναρκωτικών ουσιών στον χώρο εργασίας και κατάχρηση εξουσίας στο πλαίσιο των σχέσεών του με πολλές υφισταμένους του δημοσιογράφους.
Τελικά, η διοίκηση του ομίλου έκρινε ότι η συμπεριφορά του Ράιχελτ, παρότι ανάρμοστη, δεν ήταν ποινικά κολάσιμη. Περιορίστηκε, οπότε, στο να τον θέσει σε 12ήμερη άδεια, ενώ τον υποχρέωσε επίσης να ασκεί τα καθήκοντά του ως διευθυντής από κοινού με μία γυναίκα. Θέλοντας να αποκαταστήσει πλήρως την τάξη, ο Ματίας Ντέπφνερ είχε επίσης αναφέρει σε μήνυμα προς το προσωπικό ότι οι ισχυρισμοί κατά του Ρέιχελτ ήταν μέρος μιας οργανωμένης εκστρατείας εναντίον του.
Στη συνέχεια, όμως, πριν από περίπου έναν χρόνο, οι New York Times, αρχικά εξετάζοντας και στη συνέχεια παρουσιάζοντας ενδελεχώς την υπόθεση, έγραψαν ότι ο Ράιχελτ φέρεται να συνήθιζε να προσκαλεί μέσω instagram σε δείπνο ασκούμενες και εκπαιδευόμενες στην εφημερίδα, κάνοντας λόγο για «γρήγορες προαγωγές» γυναικών υπαλλήλων, οι οποίες, ωστόσο, συχνά έπεφταν σε δυσμένεια εξίσου γρήγορα.
Επικαλούμενη τα πρακτικά της εσωτερικής έρευνας που διεξήχθη στον όμιλο Springer, η αμερικανική εφημερίδα ανάφερε πως το 2016, όταν δεν ήταν ακόμη διευθυντής της Bild αλλά βρισκόταν ήδη στην κορυφή της εφημερίδας, ο Ράιχελτ είχε συνάψει σχέση με μια νεαρή ασκούμενη δέκα χρόνια νεότερή του, την οποία στη συνέχεια προώθησε επαγγελματικά.
«Εάν μάθουν ότι έχω σχέση με ασκούμενη, θα χάσω τη δουλειά μου», της είχε πει ο Ράιχελτ τον Νοέμβριο του 2016, όπως ανέφερε η η γυναίκα, στο πλαίσιο της εσωτερικής έρευνας. «Eτσι συμβαίνει πάντα στην Bild. Οσες κοιμούνται με το αφεντικό καταλαμβάνουν καλύτερη θέση», είχε προσθέσει. Περίπου την ίδια περίοδο, μια άλλη γυναίκα που εργαζόταν στην εφημερίδα κατέθεσε μήνυση για σεξουαλική παρενόχληση κατά του Ρέιχελτ, ωστόσο η σχέση του με τη νεαρή ασκούμενη συνεχίστηκε κανονικά και την επόμενη χρονιά, το 2017, έχοντας πλέον αναλάβει χρέη διευθυντή, της προσέφερε κορυφαία θέση εντός της Bild.
Μετά την έρευνα των Times, ο όμιλος Springer απέλυσε τελικά (πέρυσι τον Οκτώβριο) τον Γιούλιους Ράιχελτ (ο οποίος δεν αποδέχτηκε ποτέ τους ισχυρισμούς εναντίον του), εξηγώντας πως «νέες έρευνες για τη συμπεριφορά του» είχαν καταδείξει ότι «δεν διαχώριζε ξεκάθαρα την επαγγελματική σφαίρα από την ιδιωτική».
Πλέον, όλα έδειχναν ότι η υπόθεση είχε κλείσει. Αλλά τον περασμένο Αύγουστο, μια υπάλληλος του ομίλου Springer κατέθεσε μήνυση κατά της εταιρείας στο Ανώτατο Δικαστήριο του Λος Αντζελες. Το όνομά της δεν είναι γνωστό, ωστόσο τα δικαστικά έγγραφα που κατατέθηκαν για τη διαδικασία παρέχουν σημαντικές πληροφορίες.
Σύμφωνα με τη μήνυση, όπως έγραψαν οι New York Times, ο Γιούλιους Ράιχελτ «προσέγγισε την πρώην υπάλληλο για σεξ, αφού ξεκίνησε πρακτική άσκηση στην εταιρεία, το 2016. Τη μετέφερε σε μια θέση στο Βερολίνο και την καλούσε συχνά για σεξ σε ξενοδοχεία κοντά στην έδρα του Axel Springer. Στη μήνυση η γυναίκα είπε ότι είχε απομονωθεί από συναδέλφους της που υποπτεύονταν τη σχέση και την πείραζαν για την ψωρίαση που είχε λόγω άγχους. Είπε ότι ο όμιλος Springer δεν ασχολήθηκε με τα παράπονά της όταν στη συνέχεια εργάστηκε για την εταιρεία στο Σαν Φρανσίσκο και στο Λος Αντζελες, όπου επίσης παρενοχλήθηκε, με αποτέλεσμα να καταθέσει μήνυση στην Καλιφόρνια».
Αρα, παρότι τον αφορούσε άμεσα, η μήνυση δεν στρεφόταν κατά του Ράιχελτ, αλλά κατά του ομίλου Springer και της Bild, γιατί απέτυχαν να την προστατέψουν από τη σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη, αλλά και από την εκδικητική συμπεριφορά των συναδέλφων της. Αντί, όμως, να εμφανιστεί ενώπιον της Δικαιοσύνης ο όμιλος Springer κατέληξε τελικά σε εξωδικαστικό συμβιβασμό.
«Για τον όμιλο η μήνυση ήταν λεπτό και δυνητικά ζημιογόνο ζήτημα. Πρώτον, στις ΗΠΑ ισχύουν πιο αυστηροί κανόνες όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ διευθυντών και εργαζομένων και οι υψηλές αποζημιώσεις σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν είναι ασυνήθιστες. Δεύτερον, ο όμιλος Springer είναι πλήρως αφοσιωμένος στις εταιρικές του δραστηριότητες στις ΗΠΑ και αποδίδει μεγάλη σημασία στην καθαρή εικόνα», αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά του το Spiegel.
Η βαυαρική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung στάθηκε στο γεγονός πως αμέσως μετά την κοινοποίηση της συμφωνίας, o Ματίας Ντέπφνερ έθιξε εκτενώς το ζήτημα στο «On the record», το εσωτερικό podcast του ομίλου, προβαίνοντας σε έναν εξαιρετικό ελιγμό: «Λυπάμαι που δεν ανταποκριθήκαμε στις προσδοκίες των εργαζομένων και ιδιαίτερα των γυναικών που επλήγησαν. Και μπορώ μόνο να ζητήσω συγγνώμη για αυτό».
«Η γλώσσα του podcast είναι τα αγγλικά, το οποίο είναι σημαντικό, γιατί αυτή η ομιλία του Ντέπφνερ απευθύνεται σε μεγάλο βαθμό στην Αμερική: ο όμιλος Springer έχει εξαγοράσει αρκετούς εκδοτικούς ομίλους μέσων ενημέρωσης στις ΗΠΑ και οι επενδυτές της εταιρείας KKR (είναι ο κύριος μέτοχος του ομίλου) που εδρεύουν στη Νέα Υόρκη, είχαν καταστεί νευρικοί λόγω του εκτροχιασμού του επικεφαλής της Bild, Ράιχελτ, και της κάλυψης της ιστορίας από τους New York Times», γράφει η Süddeutsche.
Στο podcast ο Ντέπφνερ ανέφερε επίσης ότι ο Ράιχελτ ήταν «πιθανώς ο πιο αντιδημοφιλής, αν όχι ο πιο μισητός δημοσιογράφος» στη Γερμανία, ο οποίος «επικρινόταν καθημερινά από όλες τις πλευρές» και για αυτόν τον λόγο είχε συνηθίσει να τον προστατεύει, δίχως να διατηρεί την «απαραίτητη κριτική απόσταση».
«Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τη δίλεπτη απολογία του ο Ντέπφνερ μιλάει για γυναίκες που έχουν προσδοκίες και για έναν διευθυντή της Bild που χρειάζεται προστασία, το οποίο αποτελεί μια ενδιαφέρουσα σκέψη όσον αφορά την ισορροπία δυνάμεων. Και ότι η λέξη “λάθος” δεν αναφέρεται ούτε μία φορά», σχολίασε η Süddeutsche.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News