Το Sciences Po Paris είναι ένα από τα πιο αναγνωρισμένα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Γαλλία. Η σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου «μετρά» στους αποφοίτους της πέντε προέδρους, 12 πρωθυπουργούς και αμέτρητους διευθύνοντες συμβούλους. Οι σπουδές εκεί εγγυώνται, σχεδόν, ένα μέλλον στις πολύ υψηλές θέσεις της δημόσιας ζωής. Σε αυτό το πανεπιστήμιο φοίτησε, άλλωστε, και ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Ωστόσο, η πρόσφατη ιστορία αμαυρώνει τη φήμη του ιδρύματος. Ο πιο γνωστός διευθυντής του βρέθηκε νεκρός πριν από δέκα χρόνια στη Νέα Υόρκη, αφού είχε βγει με άνδρες συνοδούς, ο πρόεδρός του παραιτήθηκε εν μέσω καταγγελιών για περιστατικά αιμομιξίας το 2021, καταγγελίες για συγκάλυψη σεξουαλικής κακοποίησης μεταξύ μαθητών έχουν γίνει – και τι δεν έχει ο μπαχτσές.
Και τώρα, ο πρώην αναπληρωτής διευθυντής του βρίσκεται επίσης μπλεγμένος σε ένα σκάνδαλο, έχοντας ομολογήσει ότι έριξε στο ποτό μιας συναδέλφου του ναρκωτικές ουσίες.
Αυτή η τελευταία περίπτωση έχει φέρει ξανά στο προσκήνιο την άποψη ότι η ελιτίστικη κουλτούρα του ιδρύματος έχει εκθρέψει μια γενιά Γάλλων που βρίσκονται στα κέντρα λήψης αποφάσεων και αισθάνονται ότι μπορούν να αγνοούν τους κανόνες που ισχύουν για την υπόλοιπη κοινωνία, αναφέρει δημοσίευμα των βρετανικών Times.
«Υπάρχει μια αίσθηση ηθικής ανωτερότητας, που τους εμποδίζει να αμφισβητήσουν τον εαυτό τους» λέει η ακτιβίστρια Αννα Τουμαζόφ, η οποία ξεκίνησε πέρυσι μια διαδικτυακή εκστρατεία με το hashtag #sciencesporcs (τα γουρούνια της επιστήμης) κατά της σεξουαλικής βίας στο Sciences Po Paris και σε εννέα περιφερειακές σχολές Πολιτικών Επιστημών.
Η εκστρατεία οδήγησε σε μια χιονοστιβάδα σχολίων από φοιτητές, πρώην και νυν, που αποκάλυπταν ότι είχαν κακοποιηθεί με πολλούς τρόπους: σε βίαιες τελετές «μύησης» κατά την άφιξή τους στο πανεπιστήμιο, σεξουαλικά, ηθικά, και, και, και…
Πολλοί είπαν ότι τα βάσανά τους πέρασαν απαρατήρητα για χρόνια και κάποιοι δεν μπόρεσαν ποτέ να καταγγείλουν πράξεις σεξουαλικής βίας, από φόβο μήπως εξοστρακιστούν, μήπως αποκλειστούν από τα «δίκτυα» που ρυθμίζουν όχι μόνο τη φοιτητική ζωή, αλλά και τις μετέπειτα σταδιοδρομίες στο γαλλικό κατεστημένο. Οσοι βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν λένε ότι λίγοι ήταν πρόθυμοι να τους ακούσουν.
Αν κάποιος πει ότι έχει βιαστεί, οι διευθυντές αυτών των πανεπιστημίων θα του πουν να μη μιλήσει, γιατί «δεν πρέπει να είμαστε γνωστοί ως σχολείο βιαστών. Γρήγορα, ας το καλύψουμε», λέει η Τουμαζόφ.
Παρόμοια περιστατικά συμβαίνουν σε όλη τη γαλλική κοινωνία, στις επιχειρήσεις, στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, στην πολιτική, ακόμη και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προσθέτει. Αλλά είναι περισσότερο ανησυχητικά στις σχολές Πολιτικών Επιστημών της χώρας «επειδή εκεί εκπαιδεύουν τους μελλοντικούς ηγέτες μας».
Η Γαλλία διαθέτει ένα πολυεπίπεδο σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Χαμηλά βρίσκονται τα υπερπλήρη και υποχρηματοδοτούμενα πανεπιστήμια, τα οποία δέχονται όλους τους αποφοίτους λυκείου. Πάνω από αυτά βρίσκονται τα επιλεκτικά grandes écoles (μετ: μεγάλα σχολεία), τα οποία περιλαμβάνουν σχολές επιχειρήσεων, μηχανικών κτλ.. και πιο πάνω τα Sciences Po.
Το Sciences Po Paris είναι το πιο διάσημο από όλα. Οταν ο Μακρόν φοιτούσε εκεί, το 2001, διευθυντής ήταν ο Ρισάρ Ντεκουάν, ένας καθηγητής που παρέμεινε γνωστός ως η πιο λαμπρή και καινοτόμος προσωπικότητα στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ηταν εκείνος που άνοιξε το Πανεπιστήμιο σε άτομα από κατώτερα κοινωνικά στρώματα και ενθάρρυνε τους φοιτητές του να πάνε στο εξωτερικό.
Αλλά ο Ντεκουάν είχε μια σκοτεινή πλευρά: έπαιρνε ναρκωτικά, έκανε παρέα με νεαρούς μαθητές και χόρευε γυμνός σε ξέφρενα πάρτι, όπως λένε αυτοί που τον γνώριζαν. Το 2012 βρέθηκε νεκρός, ξαπλωμένος στο κρεβάτι ενός ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη, λίγο μετά την επίσκεψη δύο ανδρών-συνοδών τους οποίους είχε «κλείσει» μέσω Διαδικτύου. Η Αστυνομία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε υποστεί καρδιακή προσβολή. Ηταν 53 ετών.
Ο καθηγητής είχε δύο στενούς συνεργάτες, τον Ολιβιέ Ντιαμέλ, έναν αξιοσέβαστο πολιτικό επιστήμονα που ήταν ο ειδικός σύμβουλός του και αργότερα πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Sciences Po Paris, και τον Λορέν Μπιγκόρν, που εκτελούσε χρέη αναπληρωτή διευθυντή.
Πέρυσι, ο 72χρονος πλέον Ντιαμέλ παραιτήθηκε αφού ο θετός γιός του, Αντουάν Κουσνέ, τον κατηγόρησε ότι τον κακοποίησε σεξουαλικά και τον βίασε όταν ήταν παιδί. Ο Ντιαμέλ παραδέχτηκε κάποια πράγματα αλλά δεν του αποδόθηκαν κατηγορίες, αφού τα εγκλήματα είχαν συμβεί τη δεκαετία του 1980 και είχαν παραγραφεί.
Τώρα, τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν επάνω στον δεύτερο στενό άνθρωπο του Ντεκουάν, τον Μπιγκόρν. Πριν από λίγες ημέρες, δικάστηκε στο Παρίσι επειδή έριξε στο ποτό της διευθύντριας του Institut Montaigne ναρκωτική ουσία. Η Σοφί Κονράντ –που έφυγε από το Sciences Po Paris το 2010– είχε πάει στο διαμέρισμά του για δείπνο τον Φεβρουάριο, όταν ξαφνικά άρχισε να ζαλίζεται. Αφού επικοινώνησε με μια φίλη της, η οποία με τη σειρά της κάλεσε την Μπιγκόρν, κατάφερε να τραπεί σε φυγή και να ειδοποιήσει την Αστυνομία. Οταν εκείνος συνελήφθη, παραδέχτηκε ότι είχε ρίξει Ecstasy στη σαμπάνια της χωρίς εκείνη να το ξέρει.
Στην ανάκριση είπε ότι είχε πάρει κοκαΐνη, ότι ήταν εξαντλημένος από την πολλή δουλειά και είχε πάθει υπερκόπωση και εξήγησε ότι είχε ναρκώσει την Κονράντ γιατί ήθελε «μια συζήτηση, μια επαφή από καρδιάς μαζί της».
Ο Μπιγκόρν κατηγορήθηκε για χορήγηση επιβλαβούς ουσίας και στη δίκη οι εισαγγελείς ζήτησαν μια ήπια ποινή – ίσως φυλάκιση με αναστολή και πρόστιμο 5.000 ευρώ. Το δικαστήριο θα αποφανθεί τον επόμενο μήνα.
Η Κονράντ εξέφρασε τη δυσαρέσκεια της για το κατηγορητήριο: γιατί ο Μπιγκόρν δεν δικάστηκε για απόπειρα βιασμού, αφού έριξε στο ποτό της το πιο συνηθισμένο ναρκωτικό στη Γαλλία για βιασμό; Την απάντηση πήρε από τον ίδιο τον δικηγόρο της. Ο επίδοξος βιαστής είχε τη στήριξη… άνωθεν – ίσως ακόμη και από το Μέγαρο Ελιζέ. Αλλωστε, ο Μακρόν ζητούσε συχνά τις συμβουλές του, ζητώντας του μάλιστα να γράφει τους λόγους της προεκλογικής του εκστρατείας. Στα σχέδια ήταν να αναλάβει χρέη υπουργού Παιδείας, αλλά το σκάνδαλο τον πρόλαβε.
Και αν αυτά συμβαίνουν στα ανώτατα κλιμάκια, το σίγουρο είναι ότι συμβαίνουν και στα κατώτερα, δηλαδή μεταξύ των φοιτητών.
Η Μαρίν Ντιπριέ, ιδρύτρια του Safe Campus, μιας πλατφόρμας που συμβουλεύει τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με την καταπολέμηση της σεξιστικής και σεξουαλικής βίας, λέει ότι το ζήτημα αυτό αφορά και επηρεάζει όλα τα πανεπιστήμια της χώρας, αλλά το πρόβλημα είναι οξύ στα πανεπιστήμια μεσαίας τάξης, όπου οι φοιτητές ζουν σε πανεπιστημιουπόλεις, γνωρίζονται, κάνουν πάρτι και συμμετέχουν στους ίδιους συλλόγους.
«Το περιβάλλον απέτρεψε πολλά θύματα σεξουαλικής βίας από το να καταγγείλουν τους θύτες τους, από φόβο μήπως τους αποκλείσουν κοινωνικά. Και δυστυχώς, έτσι, οι δράστες ενθαρρύνθηκαν. Ισως υπάρχει μια αίσθηση ατιμωρησίας, μια αίσθηση ότι βρίσκονται στο απυρόβλητο, κάτι που δεν είναι όμως αλήθεια», λέει η Ντιπριέ στους Times. Και προσθέτει: «Ωστόσο, σημειώνεται πρόοδος. Τα ταπεινωτικά τελετουργικά ενσωμάτωσης έχουν απαγορευτεί, τα ιδρύματα έχουν αρχίσει να εκπαιδεύουν το προσωπικό για να χειρίζεται τις καταγγελίες βιασμού και σεξουαλικής επίθεσης, και εξηγούν στους μαθητές την έννοια της συναίνεσης, την οποία πολλοί εξακολουθούσαν να θεωρούν ”όχι πολύ σοβαρή”».
Το Sciences Po Paris επιμένει ότι έχει «δουλέψει» ώστε να εξαλειφθούν αυτές οι πρακτικές. Η Τουμαζόφ, όμως, δεν έχει πειστεί. «Τίποτα δεν έχει αλλάξει πολύ» λέει. «Και όπου έχουν γίνει κάποιες αλλαγές, έγιναν μετά από σκάνδαλα και την κοινωνική πίεση».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News