Η τελετή έναρξης ήταν φαντασμαγορική. Η παρέλαση των μασκότ όλων των Παγκοσμίων Κυπέλλων, συγκινητική. Ξύπνησε αναμνήσεις στους φιλάθλους κάποιας ηλικίας, που έχουν παρακολουθήσει κάμποσες διοργανώσεις. Αλλά το εναρκτήριο παιχνίδι, που ακολούθησε, κέρδισε άνετα τον τίτλο της πιο αδιάφορης, βαρετής, ξενέρωτης πρεμιέρας στην ιστορία των Μουντιάλ. Ηταν μια απογοήτευση, ακόμη και για όσους δεν περίμεναν πολλά από μια χώρα με αμελητέο παρελθόν στο ποδόσφαιρο.
Για πρώτη φορά εδώ και 92 χρόνια το γήπεδο δεν γέμισε στην παρθενική εμφάνιση της οικοδέσποινας ομάδας. Στο ημίχρονο οι Καταριανοί, απογοητευμένοι από το σκορ (0-2), άρχισαν να αποχωρούν. Προς το τέλος του ματς το «Αλ Μπαΐτ» ήταν σχεδόν άδειο – οι οπαδοί του Εκουαδόρ είχαν παραμείνει (σχεδόν) μόνοι. Παλμός δεν υπήρχε, στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα. Μόνον οι φίλοι των φιλοξενούμενων έκαναν κάποια φασαρία, στα γκολ και τις χαμένες ευκαιρίες της ομάδας τους. Ακούστηκαν πολύ και όταν φώναζαν εν χορώ… «θέλουμε μπίρα». Αποτελούσαν, όμως, μια μικρή μειονότητα στο στάδιο των 60.000 θέσεων. Οι λιγοστοί «ultras» των γηπεδούχων, που είχαν τοποθετηθεί πίσω από το ένα τέρμα, μάταια προσπαθούσαν να ανεβάσουν τα ντεσιμπέλ.
Σύμφωνοι, η Ντόχα δεν είναι καμιά… ποδοσφαιρομάνα, όμως αυτό το θλιβερό θέαμα των άδειων καθισμάτων ήταν αναπάντεχο. Δεν το είχαμε ξαναδεί σε καμία από τις χώρες που στο παρελθόν διοργάνωσαν Μουντιάλ χωρίς να διαθέτουν μεγάλη ποδοσφαιρική παράδοση: στη Νότια Αφρική το 2010, στη Νότια Κορέα το 2002, ή στις ΗΠΑ το 1994.
Από τα πρώτα, κιόλας, λεπτά του παιχνιδιού εξατμίστηκε και η περιέργεια του κόσμου για τη δυναμικότητα αυτής της άγνωστης εθνικής ομάδας του Κατάρ. Δεκάξι ολόκληρα χρόνια προετοιμαζόταν για αυτή τη στιγμή, την πρώτη της εμφάνιση σε Παγκόσμιο Κύπελλο, και πολλοί περίμεναν ότι απέναντι στο Εκουαδόρ, μπροστά στο κοινό της, θα ήταν, τουλάχιστον, ανταγωνιστική. Διαψεύστηκαν. Το ματς ήταν… μονότερμα, έμοιαζε με αναμέτρηση επαγγελματιών με ερασιτέχνες. Το Εκουαδόρ νίκησε πολύ ευκολότερα απ’ όσο δείχνει το τελικό σκορ (2-0), και το Κατάρ έγινε η πρώτη διοργανώτρια χώρα που γνωρίζει την ήττα σε πρεμιέρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Στις 21 προηγούμενες, από το 1930 μέχρι χθες, οι οικοδέσποινες, αν δεν νικούσαν (16 φορές), έφερναν ισοπαλία (5 φορές).
Το Εκουαδόρ, η νεαρότερη ομάδα σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο, δεν είναι κάποια φοβερή ποδοσφαιρική μηχανή, όμως αρκετοί από τους παίκτες του αγωνίζονται σε υψηλό επίπεδο, σε συλλόγους της Ευρώπης και της Αμερικής.
Ο αρχηγός του, ο 33χρονος Ενέρ Βαλένσια, ο οποίος χθες πέτυχε και τα δυο γκολ (κι έχει σκοράρει όλα τα τέρματα της εθνικής του ομάδας σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου τα τελευταία οκτώ χρόνια!), παίζει στη Φενέρμπαχτσε. Ο Ινκαπιέ στη Λεβερκούζεν, ο Εστουπινιάν και ο Σαρμιέντο στην Πρέμιερ Λιγκ (Μπράιτον), ο Πρεσιάδο στην Γκενκ, ο Πάτσο στην Αντβέρπ, ο Πλάτα στη Βαγιαδολίδ, ενώ ο Καϊσέδο ανήκει στη Μπράιτον (εφέτος παίζει στη Σαουδική Αραβία ως δανεικός). Οι διεθνείς του Κατάρ -και οι 26- βγάζουν το ψωμί τους στο εγχώριο πρωτάθλημα, το οποίο δεν είναι και το πιο ανταγωνιστικό της Ασίας.
Οι φιλοξενούμενοι είχαν και ένα πολύ ισχυρό κίνητρο: να διαψεύσουν τη φήμη που κυκλοφόρησε ένας άραβας δημοσιογράφος, ότι δωροδοκήθηκαν από τους Καταριανούς για να τους αφήσουν να κερδίσουν. «Το σημαντικότερο πράγμα για εμάς ήταν η νίκη. Κάναμε αυτό που έπρεπε να κάνουμε», τόνισε ο προπονητής του Εκουαδόρ, Γκουστάβο Αλφάρο. Κι όμως, στο παγκόσμιο κοινό έμεινε μια απορία. Γιατί μετά το 0-2, που διαμορφώθηκε, ήδη, από το 31ο λεπτό, οι νικητές δεν προσπάθησαν ιδιαίτερα να πετύχουν κι άλλα γκολ; Παράξενο. Γιατί στη φάση των ομίλων, σε περίπτωση ισοβαθμίας, το πρώτο κριτήριο πρόκρισης είναι η διαφορά τερμάτων, και το δεύτερο η καλύτερη επίθεση.
Τέλος πάντων, το ματς ήταν… πονηρό, γι’ αυτό η FIFA επέλεξε να το διαιτητεύσει ο περίφημος ιταλός ρέφερι, Ντανιέλε Ορσάτο, ο οποίος δεν λάθεψε ούτε στην εξαιρετικά δύσκολη φάση του 3’. Το Εκουαδόρ πέτυχε ένα γκολ που με γυμνό μάτι φαινόταν έγκυρο, αλλά το ημι-αυτοματοποιημένο οφσάιντ, που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, «είδε» ότι ο σκόρερ βρισκόταν… ένα παπούτσι πιο μπροστά από το επιτρεπόμενο όριο.
Η φιλοδοξία του Κατάρ να μπει στον χάρτη του παγκοσμίου ποδοσφαίρου χρονολογείται από το 2004. Τότε είχε συσταθεί, με βασιλικό διάταγμα, η Aspire Academy, με σκοπό να στρατολογήσει, να εκπαιδεύσει και να αναδείξει ταλέντα, που τα επόμενα χρόνια θα απάρτιζαν μια ισχυρή εθνική ομάδα. Δαπανήθηκαν ιλιγγιώδη ποσά για τη δημιουργία υπερσύγχρονων εγκαταστάσεων, και την προσέλκυση ξένων προπονητών με βαρύ βιογραφικό. Ενας από αυτούς, ο πιο σημαντικός, ήταν ο Φέλιξ Σάντσες, ο οποίος διέθετε προϋπηρεσία 10 ετών στην περίφημη Μασία. Το 2006 ο 44χρονος -τότε- Καταλανός ανέλαβε να λειτουργήσει την Aspire Academy στα πρότυπα της ακαδημίας της Μπαρτσελόνα. Και το 2017 προήχθη σε προπονητή της εθνικής ομάδας του Κατάρ.
Η κατάκτηση του Ασιατικού Κυπέλλου, στις αρχές Φεβρουαρίου του 2019, υπήρξε το αποκορύφωμα της επιτυχίας αυτού του πρότζεκτ, που περιελάμβανε μέχρι και την αγορά ευρωπαϊκών club, στα οποία οι υποψήφιοι διεθνείς του Κατάρ θα αποκτούσαν εμπειρίες. Ολα πήγαιναν καλά, παρά την αυτονόητη δυσκολία να βρεθούν πολλά σπουδαία ταλέντα σε μια χώρα που έχει έκταση όση η Πελοπόννησος. Αλλά, τριάμισι χρόνια μετά, η εθνική Κατάρ δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες, ούτε στο ελάχιστο. Αν αποκλειστεί, που είναι το πιθανότερο, θα γίνει μόλις η δεύτερη οικοδέσποινα (μετά τη Νότια Αφρική το 2010) που θα αποχαιρετήσει τη διοργάνωση στο τρίτο της ματς.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News