Στις 17 Νοεμβρίου, αυτή την Πέμπτη δηλαδή, ο Μάρτιν Σκορσέζε συμπληρώνει 80 χρόνια ζωής. Ο αμερικανός κινηματογραφιστής συνήθως επιλέγει να γιορτάζει τα γενέθλιά του διακριτικά, μαζί με την οικογένειά του, αλλά αυτή τη φορά τον έπεισε ο Λεονάρντο ντι Κάπριο να τα μετατρέψει σε επίσημη και μεγάλη γιορτή. Ο Μάρτιν Σκορσέζε είναι, μαζί με τον Γούντι Αλεν, ο κατεξοχήν σκηνοθέτης της Νέας Υόρκης, την οποία γνωρίζει και αγαπάει όσο ελάχιστοι.
Με αφορμή την 80ή επέτειο της γέννησής του, μέσα ενημέρωσης από όλον τον κόσμο αφιερώνουν εκτενή δημοσιεύματα στον εμβληματικό σκηνοθέτη. Ο Αντόνιο Μόντα, για παράδειγμα, κινηματογραφιστής και ο ίδιος, πέρα από συγγραφέας και καθηγητής στην περίφημη Tisch School of the Arts του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, εστιάζει την προσοχή του στην αξιοσημείωτη ενεργητικότητα του Σκορσέζε.
Ενώ ολοκληρώνει το μοντάζ του «Killers of the Flower Moon», στο οποίο ο Ντι Κάπριο και ο Ντε Νίρο εμφανίζονται μαζί, έχει στα σκαριά το έργο «The Wager», επίσης με τον Ντι Κάπριο, μια σειρά για τον Μάικ Τάισον, μια άλλη σειρά που βασίζεται στην ταινία «Οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης», μια τρίτη σειρά με σημείο αναφοράς βιβλίο του Ερικ Λάρσον «The Devil in The White City», μια ταινία (ως παραγωγός) για έναν νεαρό άνδρα που θέλει να δουλέψει για τον Χένρι Τζέιμς, μια άλλη ταινία για τον Λέοναρντ Μπερνστάιν με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Μπράντλεϊ Κούπερ, ένα ντοκιμαντέρ για τους παραγωγούς Μάικλ Πάουελ και Εμερικ Πρεσμπέργκερ και, τέλος, μια σειρά για τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ, ο οποίος κατέστησε τις ΗΠΑ την πιο ισχυρή υπερδύναμη στον πλανήτη!
Στο άρθρο του στη La Repubblica, ο Αντόνιο Μόντα εξηγεί πώς προέβη στην απαρίθμηση όλων αυτών των πονημάτων με τα οποία καταπιάνεται συγχρόνως ο κορυφαίος και πολυβραβευμένος σκηνοθέτης, για να αναδείξει ίσως το πιο ουσιαστικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του Σκορσέζε: «Την αδηφάγα ενέργεια με την οποία αντιμετωπίζει κάθε δραστηριότητα και, κυρίως, κάθε επιλογή. Ακόμα και τώρα που έχει φτάσει στα 80, ο Σκορσέζε είναι ένας άντρας που βρίσκεται διαρκώς σε δράση, αναζητώντας κάτι που καθορίζει μια αρμονία και, ίσως, μια πιθανότητα λύτρωσης, σε μια υπαρξιακή διαδρομή που χαρακτηρίζεται από ανεξέλεγκτα, συχνά εμμονικά και βίαια πάθη», γράφει ο ιταλός ακαδημαϊκός και κινηματογραφιστής.
Δεν υπαινίσσεται, φυσικά, ότι ο Σκορσέζε στερείται «στοχαστικού ταλέντου», στην καλλιέργεια του οποίου συνέβαλε σημαντικά η εξαιρετική ευαισθησία της πέμπτης (από το 1999) συζύγου του Ελεν Μόρις, καθώς και οι συζητήσεις του με τον ιησουΐτη ιερέα Τζέιμς Μάρτιν, σύμβουλο του Σκορσέζε στο επικό ιστορικό δράμα «Silence», o οποίος εμφανίστηκε υποδυόμενος τον εαυτό του στο «The Irishman» (2019).
Ομως ο Μόντα θεωρεί ότι στην περίπτωση του ακάματου νεοϋορκέζου κινηματογραφιστή «η ενδοσκόπηση συμβαδίζει με τη δράση, οδηγώντας τον σε περιοχές όπου συνυπάρχουν η ενοχή, η αμαρτία και η εξιλέωση: η εμφανής σφραγίδα του είναι αυτή του homo faber, ο οποίος μέσα από υπέροχες ταινίες εκθέτει τα εσωτερικά του βάσανα και τα όριά τους, με σκοπό να τα ξορκίσει και να τα πολεμήσει».
Από αυτή την άποψη, καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του Μάρτιν Σκορσέζε διαδραμάτισε και ο Χέιγκ Μανούτζιαν, μέντοράς του στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, στον οποίο αφιέρωσε την ταινία του «Οργισμένος Ταύρος», συνοδεύοντάς τη με μία ρήση από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο: «Εάν είμαι αμαρτωλός δεν το γνωρίζω, ένα μόνο ξέρω καλά: εάν πριν ήμουν τυφλός, τώρα βλέπω».
Ο Μόντα εξηγεί ότι η ευαγγελική αναφορά στην προκειμένη περίπτωση δεν αφορούσε μόνο τη δυνατότητα μιας πνευματικής λύτρωσης, αλλά και το γεγονός ότι ο Μάρτιν Σκορσέζε είχε καταφέρει να ξεπεράσει τη βαριά κατάθλιψη που τον βασάνιζε, αλλά και την εξάρτησή του από την κοκαΐνη.
Καθρέφτη αυτής της υπαρξιακής προσέγγισης του Σκορσέζε αποτελεί, σύμφωνα με τον ιταλό ειδικό, ο χαρακτηριστικός καταιγιστικός λόγος του, καθώς και η γενναιοδωρία του, χάρη στην οποία αποκαθιστά ταινίες σε όλον τον κόσμο, επιμελείται αφιερώματα, γυρίζει ντοκιμαντέρ εξυμνώντας άλλους σκηνοθέτες και μουσικούς, συμμετέχει σε δημιουργίες φίλων του και ανακαλύπτει νέα ταλέντα, με τελευταία τους αδελφούς Σάφντι.
Παρότι η ζωή του είναι ήσυχη, διακριτική και μάλλον μοναχική, είναι γνωστό ότι ο Μάρτιν Σκορσέζε αποδίδει τεράστια, σχεδόν ιερή σημασία στη φιλία, με τους καλύτερους φίλους του να είναι συνήθως και οι πιο στενοί του συνεργάτες, όπως ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, η μοντέρ Θέλμα Σουμέικερ, ο σεναριογράφος Τζέι Κοκς, ο σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ Κεντ Τζόουνς, η Φραν Λίμποβιτς, για την οποία ο Σκορσέζε γύρισε ένα ντοκιμαντέρ.
Οσον αφορά τις ρίζες του, εξακολουθεί να δηλώνει με υπερηφάνεια ότι οι γονείς του κατάγονταν από δυο χωριά κοντά στο Παλέρμο και ότι συγκινείται μέχρι δακρύων όποτε ακούει σιτσιλιάνικα. Στους γονείς του ο Σκορσέζε αφιέρωσε επίσης ένα ντοκιμαντέρ, το «Italianamerican», όπου οι ίδιοι αφηγούνται τη ζωή τους ως παιδιά μεταναστών στη Νέα Υόρκη, ενώ στη συνέχεια συμμετείχαν σε πολλές ταινίες του, υποδυόμενοι ακόμη και γονείς εγκληματιών.
Σήμερα, ο Μάρτιν Σκορσέζε ζει στο Απερ Ιστ Σάιντ, αλλά γεννήθηκε στο Κουίνς και πέρασε τα εφηβικά του χρόνια στη Μικρή Ιταλία του Μανχάταν, όπου το να μεγαλώνει ένας άνθρωπος με ταμπεραμέντο σήμαινε πως είχε δύο επιλογές: να γίνει είτε γκάνγκστερ είτε ιερέας. Ο Σκορσέζε αρχικά στράφηκε στη θρησκεία, αλλά μια μέρα, όντας περιορισμένος στο σπίτι λόγω μιας κρίσης άσθματος που τον ταλαιπωρούσε, είδε στην τηλεόραση την ταινία «Paisà» (1946) του Ρομπέρτο Ροσελίνι και συγκλονίστηκε από τη δύναμη και την καθαρότητα του αριστουργήματος του ιταλού σκηνοθέτη.
«Αντιλήφθηκε εκείνη τη στιγμή πως και η τέχνη μπορεί να βελτιώνει τον κόσμο και να συμβάλλει στην αποκάλυψη του μυστηρίου της ύπαρξης, επιτρέποντάς μας να διαισθανόμαστε το καθολικό στις λεπτομέρειες», γράφει ο Αντόνιο Μόντα. Τελικά, ο Μάρτιν Σκορσέζε σπούδασε κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ενώ στη συνέχεια δίδαξε κιόλας (φοιτητές του υπήρξαν, μεταξύ άλλων, ο Ολιβερ Στόουν και ο Σπάικ Λι).
«Επιλέγοντας να αφιερώσει τη ζωή του στον κινηματογράφο, κατάφερε να εξευγενίσει αυτά που στη Μικρή Ιταλία φαίνονταν υποχρεωτικές επιλογές: οι περισσότερες από τις ταινίες του είναι αφιερωμένες σε βίαιους χαρακτήρες, αλλά ενυπάρχουν πάντα, μερικές φορές κεκαλυμμένα, άλλες φορές με πιο προφανή τρόπο, μια βαθιά πνευματικότητα και η λαχτάρα για μια πιθανή λύτρωση», σημειώνει ο Αντόνιο Μόντα, πλέκοντας το εγκώμιο του Μάρτιν Σκορσέζε με αφορμή τα ογδοηκοστά γενέθλιά του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News