«Μεταξύ τους είναι πάντα ερωτευμένοι, σαν παιδιά. Οταν η Αλα μιλάει για το κατεστραμμένο σπίτι τους, πιάνει το χέρι του άντρα της και λέει: ‘‘Ξέρω ότι με αυτά μπορεί να φτιάξει τα πάντα, ξέρω ότι μαζί μπορούμε να τα καταφέρουμε’’».
Η σκηνή είναι, βέβαια, άκρως μελοδραματική, σαν από ουκρανική όπερα που αντί για λιμπρέτο και διαλόγους χρησιμοποιεί παιάνες, αλλά ο Αντρέα Νικάστρο της Corriere della Sera μάς βεβαιώνει για τον ρεαλισμό της υπογράφοντας την ανταπόκρισή του από το χωριό Βιζοκοπίλια, στην περιφέρεια της Χερσώνας, περιοχή που κατέλαβαν προσφάτως οι Ουκρανοί.
«Αμέσως ο Σεργκέι την παρηγορεί. ‘‘Ετσι και έρθουν εγκαίρως τα τσιμέντα, οι σωλήνες, τα πλακάκια, τα φωτιστικά κ.λπ., θα επιστρέψουμε πριν από τα Χριστούγεννα και θα ζήσουμε εδώ’’. Και πάλι κλαίνε. Ο Σεργκέι ντρέπεται και απομακρύνεται μερικά βήματα, η Αλα προσπαθεί να χαμογελάσει, όμως ένα δάκρυ κυλάει στο μάγουλό της».
Ο Νικάστρο είχε αφηγηματικό οίστρο: «Σε αυτό το σπίτι μπήκαν νιόπαντροι ο Σεργκέι και η Αλα. Κατόπιν έχτισαν και άλλα δωμάτια για να χωρέσει η φαμίλια τους. Εδώ φιλοξένησαν τη νύφη τους, τα εγγόνια τους».
Και ανέφερε το «μυστικό» της όλης ιστορίας, τη δραματική επιλογή, την τραγική κορύφωση, κοιτώντας «τα ως εκ θαύματος ανέπαφα τριαντάφυλλα και δεντράκια» του κήπου, τα οποία βρίσκονται «λίγα εκατοστά μακρύτερα από τους καμένους τοίχους»: «Οι πύραυλοι που έκαψαν το σπίτι τους, τα έπιπλά του, τις αναμνήσεις τους, την κρεβατοκάμαρα, τη σάλα, την κουζίνα, τα πάντα, έπεσαν εδώ, επειδή ο Σεργκέι και η Αλα το ζήτησαν. Ηθελαν συνειδητά να καταστραφεί το σπίτι τους»!
Γιατί το έκαναν αυτό; Μήπως αυτοί οι δύο Ουκρανοί, ο Σεργκέι και η Αλα, τρελάθηκαν; Ο Νικάστρο έδωσε τον λόγο στον Σεργκέι να εξιστορήσει το πώς και το γιατί, σημειώνοντας ότι «η γυναίκα του επενέβαινε για να διορθώσει λεπτομέρειες και ημερομηνίες». Αρχισε, λοιπόν, την αφήγηση ο Ουκρανός: «Οι Ρώσοι έφθασαν εδώ τον περασμένο Μάρτιο. Πρώτα δανείστηκαν το αυτοκίνητό μας, μετά το έκλεψαν, μετά μας έδιωξαν και χρησιμοποίησαν το σπίτι μας ως βάση τους».
Ο Ουκρανός θέλησε να εξηγήσει για ποιον λόγο στο σπίτι του «γυάλισε» τόσο πολύ στους Ρώσους: «Το σπίτι ήταν μεγάλο. Είχαμε μια πισίνα έξω, για το καλοκαίρι, και μπάνια εσωτερικά, για τον χειμώνα. Πρέπει να το πέρασαν για ξενοδοχείο».
Υστερα αφηγήθηκε τη μετακόμισή τους στο διαμέρισμα της μητέρας του, σε ένα άλλο κτίριο του χωριού, αλλά και όσα είδε όταν οι Ρώσοι τον κάλεσαν να θάψει τους νεκρούς, επειδή ήταν προϊστάμενος στις δημοτικές υπηρεσίες.
«Είδα δολοφονίες και βιασμούς»
Είπε ο Σεργκέι: «Είδα ότι οι άμαχοι δεν σκοτώθηκαν μόνο από τους βομβαρδισμούς, αφού κάποιο πτώμα είχε σημάδια από σφαίρες». Στο σημείο αυτό παρενέβη η Αλα: «Ολοι οι Ρώσοι δεν ήταν κακοί, μάλιστα ένας μου ζήτησε και συγγνώμη. Αλλά αυτή η συγνώμη δεν αρκεί». Και ο Σεργκέι θυμήθηκε κάποιον με το παρατσούκλι «Κορεάτης», όπως είπε ο ίδιος, ο οποίος «άρπαξε τα κορίτσια και τα βίασε». Το ζεύγος των Ουκρανών έχει μια κόρη. «Ωσπου να την περάσουμε στην ουκρανική πλευρά, δεν κλείσαμε μάτι» δήλωσαν και οι δύο.
Ο Σεργκέι είπε ότι με αναπηρικό αμαξίδιο μετέφερε και τη μάνα του στην ουκρανική πλευρά, κρυφά, τη νύχτα. Είχε αγανακτήσει με τους Ρώσους, που μιλούσαν σαν και αυτόν και ξάπλωναν στο κρεβάτι του, όπως είπε. Ετσι, αποφάσισε να μιλήσει στην Αλα για την ιδέα του. «Εγώ ήμουν που έδωσα στη στρατιωτική διοίκηση τις ακριβείς συντεταγμένες του σπιτιού μας και την πληροφορία ότι εκεί είχαν τη βάση τους οι Ρώσοι». Τα υπόλοιπα ήταν θέμα χρόνου.
«Το πυραυλικό πλήγμα ήταν ακριβές. Ολη η έκρηξη έγινε μέσα στο σπίτι, ό,τι υπήρχε εκεί μέσα καταστράφηκε, και τα πράγματα και οι άνθρωποι. Δεν μπόρεσε κανείς να γλιτώσει». Ο Νικάστρο ρώτησε τους δύο Ουκρανούς που ζήτησαν να βομβαρδιστεί το σπίτι του πώς νιώθουν τώρα. Απάντησαν ότι είναι ασφαλείς στην ουκρανοκρατούμενη περιοχή, αλλά χωρισμένοι ως οικογένεια. Και για τους Ρώσους δήλωσαν ότι τα αισθήματά τους εκφράζονται με τρεις λέξεις: «Μίσος, αγανάκτηση, αηδία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News