Ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς έρχεται στην Αθήνα την Τετάρτη, 26 Οκτωβρίου, και το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, 27 Οκτωβρίου, θα συναντηθεί με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Θα ακολουθήσουν κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών προς τον Τύπο, οι οποίες αναμένονται με ενδιαφέρον.
Η ατζέντα προβλέπει συζήτηση για Ουκρανία, ενεργειακά, ελληνοτουρκικά και ευρύτερες οικονομικές σχέσεις. Κάποιοι προσθέτουν και εξοπλιστικά, κάνοντας λόγο για ένα πακέτο 2 έως 4 δισ. ευρώ που θα περιλαμβάνει εκτός από την αναβάθμιση των τεθωρακισμένων Leopard και την αγορά νέων αρμάτων μάχης από τη Γερμανία.
Μέχρι στιγμής αρμόδιες πηγές από το Μέγαρο Μαξίμου δεν επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει ζήτημα συμφωνίας για νέους εξοπλισμούς κατά την επίσκεψη Σολτς, παραπέμποντας στην καθιερωμένη διαδικασία που ακολουθείται και προβλέπει τη λεπτομερή ενημέρωση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής από τον υπουργό Αμυνας —αν υπάρξει κάποια πρόταση από γερμανικής πλευράς.
Κι έτσι, ενώ για την ώρα δεν προβλέπεται συμφωνία για νέα άρματα μάχης, μια ημέρα μετά την αναχώρηση του γερμανού καγκελάριου από τη χώρα μας θα εμφανιστούν στη Θεσσαλονίκη, στην παρέλαση για την 28η Οκτωβρίου, τα μεταχειρισμένα γερμανικά άρματα μάχης Marder, που ήδη ήρθαν στην Ελλάδα ως ανταλλαγή για τα παλαιότερα, σοβιετικής κατασκευής, τεθωρακισμένα που θα δοθούν από την Ελλάδα στην Ουκρανία μέσω Γερμανίας.
Σε ό,τι αφορά το ευρύτερο πλαίσιο, στην Αθήνα γίνεται λόγος για νέο βηματισμό στις διμερείς σχέσεις και καταγράφεται θετικά η επιλογή του Σολτς να μην κάνει στάση στην Αγκυρα. Το θετικό αυτό σήμα προστίθεται σε σειρά δηλώσεων από πλευράς Βερολίνου για τα ελληνοτουρκικά που δείχνουν (προς το παρόν) ότι η Γερμανία παίρνει… αποστάσεις από τη γραμμή των ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία την οποία έφτασε ως τα άκρα η Ανγκελα Μέρκελ.
Στο επίπεδο της απευθείας επικοινωνίας ανάμεσα σε Μητσοτάκη και Σολτς, οι ίδιες πηγές στάθηκαν στη μεσολάβηση του έλληνα πρωθυπουργού ανάμεσα σε Γερμανία και Ιταλία στην τελευταία Σύνοδο στις Βρυξέλλες (20 Οκτωβρίου) κατά τη διάρκεια της κατάρτισης των κειμένων (drafting) ώστε να υπάρξει ένας πρώτος συμβιβασμός για το πλαφόν στο φυσικό αέριο.
Επομένως, μετά την εποχή Μέρκελ και τα ψήγματα αυτοκριτικής από μέρους της για το βάρος που επωμίστηκαν οι έλληνες πολίτες κατά την οικονομική κρίση (κατά την αποχαιρετιστήρια επίσκεψή της στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2021), η επίσκεψη Σολτς εκτιμάται ότι θα μπορούσε να εκφράσει αυτό τον νέο βηματισμό.
Ωστόσο, τα συμφραζόμενα στην Ευρώπη – και στον κόσμο – έχουν αλλάξει μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Αθήνα είχε κεντρικό ρόλο στο μπλοκ των κρατών που πήγαν κόντρα στη Γερμανία ζητώντας έναν μηχανισμό περιορισμού των τιμών του φυσικού αερίου για να αντιμετωπίσουν ένα διαρκές «όχι» που κατέληξε σε προσωρινό συμβιβασμό την περασμένη εβδομάδα.
Παράλληλα, η οργή που εξέφρασαν Γαλλία και Ιταλία για την οικονομική πολιτική της Γερμανίας αφορά ασφαλώς και την Ελλάδα. Διότι το γιγαντιαίο πακέτο των 200 δισ. ευρώ για τη στήριξη της χώρας του που ανακοίνωσε ο Σολτς δίνει ένα κρατικά χρηματοδοτούμενο πλεονέκτημα στη Γερμανία έναντι των άλλων μελών της ΕΕ που δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν το ίδιο.
Και αναδεικνύει μια αντίφαση. Την προηγούμενη δεκαετία η Γερμανία έδειχνε με το δάχτυλο την Ελλάδα και άλλες χώρες της ευρωζώνης που αντιμετώπισαν δημοσιονομικές ανισορροπίες, ζητώντας την απαρέγκλιτη τήρηση της λιτότητας.
Τώρα οι ρόλοι μοιάζει να αντιστρέφονται. Η Ευρώπη πλήττεται από την ενεργειακή κρίση και η εξάρτηση της Γηραιάς Ηπείρου από το φυσικό αέριο του Πούτιν αποδίδεται από όλους στην επιλογή που έκανε η προκάτοχος του Σολτς, Ανγκελα Μέρκελ, —άλλωστε η ίδια δεν δείχνει να έχει μετανιώσει για αυτή. Ενώ, λοιπόν, η Γερμανία έχει αντικειμενικό μερίδιο ευθύνης, το γεγονός ότι χρησιμοποίησε «μονομερώς» το οικονομικό της εκτόπισμα για επιδοτήσεις μαμούθ στο εσωτερικό της, οι οποίες θα μπορούσαν να ανοίξουν κι άλλο το χάσμα ανάμεσα στις πλουσιότερες και τις φτωχότερες χώρες της Ενωσης, όπως η Ελλάδα, υπογραμμίζει τον γερμανικό εξαιρετισμό και προκαλεί τριβές.
Βρήκε «νέο Πούτιν» η Γερμανία στην Κίνα;
Στο κλίμα καχυποψίας εντός ΕΕ προς το Βερολίνο και τον Σολτς, που εν μέρει πληρώνει και τις επιλογές της Μέρκελ, πρέπει να προστεθεί και η αλγεινή εντύπωση που δημιούργησαν σε μερίδα του διεθνούς Τύπου τα σχόλια που φέρεται να έκανε κατά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής για τις σχέσεις της ΕΕ με την Κίνα. Σύμφωνα με το Politico, o Σολτς τόνισε ότι δεν πρέπει να υπάρξει «αποσύνδεση» της ΕΕ από το Πεκίνο, «προκαλώντας φόβους ότι το λάθος που έκανε η Γερμανία κινούμενη υπερβολικά κοντά στη Ρωσία, μπορεί να επαναληφθεί με την Κίνα».
Το «άνοιγμα» του Σολτς προς τον πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος ήδη εξασφάλισε την τρίτη πενταετή θητεία του στην ηγεσία της χώρας του, έγινε εν μέσω έντονων ανησυχιών στην Ευρώπη για την όλο και πιο αυταρχικό και καταπιεστικό χαρακτήρα του καθεστώτος του, τη στήριξή του προς τον Πούτιν, τον αδυσώπητο τεχνολογικό ανταγωνισμό (ακόμη και για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα) και τον διαρκώς παρόντα κίνδυνο στρατιωτικής ανάφλεξης με τις ΗΠΑ με αφορμή την Ταϊβάν. Και στη Σύνοδο, αντί για άνοιγμα στην Κίνα, πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες μίλησαν για στρατηγικού χαρακτήρα απειλή από το Πεκίνο για τη Δύση στο σύνολό της.
Αναλυτές εστιάζουν ιδιαίτερα στην οικονομική διάσταση της σχέσης με την Κίνα που είναι πλέον η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ. Και την ώρα που αναζητείται κοινή γραμμή στην Ευρώπη, πχ. ακόμη και για την προμήθεια προηγμένων μικροτσίπ για τα αυτοκίνητα που εξάγει η Ταϊβάν, το Βερολίνο, σύμφωνα με το Politico, συνεχίζει να κινείται με τον δικό του τρόπο, στέλνοντας μπερδεμένα μηνύματα. Για παράδειγμα, ο γερμανός καγκελάριος σχεδιάζει ταξίδι στην Κίνα στις αρχές Νοεμβρίου, ενώ λίγους μήνες νωρίτερα επισκέφθηκε την Ιαπωνία για να τονίσει την ανάγκη διαφοροποίησης των επενδύσεων στην Ανατολή.
Παράλληλα, αναμένεται να εγκρίνει την επίμαχη συμφωνία με την Cosco για την απόκτηση μειοψηφικού μεριδίου σε ένα από τα λιμάνια του Αμβούργου, της πόλης που ήταν δήμαρχος. Ωστόσο ενός του κυβερνητικού συνασπισμού της Γερμανίας δεν φαίνεται να έχουν όλοι την ίδια άποψη: η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ προειδοποίησε πρόσφατα -με συνέντευξή της στη Süddeutsche Zeitung- ότι η ενίσχυση της εξάρτησης των γερμανών επιχειρηματιών από την Κίνα ενισχύει ευρύτερα την οικονομική εξάρτηση της Γερμανίας από το Πεκίνο και «μας καθιστά πολιτικά εκβιάσιμους».
Αν προσθέσει κανείς σε αυτά και τις παλινωδίες ως προς τη στήριξη της Ουκρανίας για τις οποίες έχει κατηγορηθεί ο Σολτς, η διαφοροποίηση της Γερμανίας με βάση τα δικά της συμφέροντα (κυρίως οικονομικά) από τις θέσεις που εκφράζουν για κρίσιμα ζητήματα χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία (με τις οποίες συντάσσεται συνήθως και η Ελλάδα) είναι μια ενδιαφέρουσα παράμετρος του ταξιδιού του Σολτς στην Αθήνα. Για τα ελληνικά συμφέροντα, όσο το παλιό φλερτ με τον Πούτιν και το διαφαινόμενο άνοιγμα του γερμανού καγκελάριου στον Σι, δεν συμπληρώνεται από μια αναθέρμανση της (προκλητικής σχεδόν) συμπάθειας που είδαμε από πλευράς Μέρκελ για τον Ερντογάν, τα πράγματα φαίνονται διαχειρίσιμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News